Ο φωτογενής του μοντέρνου συντηρητισμού…
Διετέλεσε κομματικός Σιλεντάριος, εμφανίζεται, κατ’ αυτάς, Παρακλαυσίθυρος, ο «Φαουστικός» τύπος (=ο πνευματικά ανήσυχος και ανικανοποίητος, που δεν επαναπαύεται σε οριστικές λύσεις), που επιδιώκει να καλλιεργήσει, δεν ανταποκρίνεται στην αισθητική αγωγή του.
Το «απόλυτο μοντέρνο», που έθεσε ως στόχο στην πολιτική πορεία του, προδίδεται από το «στυλιζαρισμένο» της πολιτικής πρακτικής του (λόγος και ιδέες).
Ο Άρης Σπηλιωτόπουλος, αν και θαυμαστής -ως λέγεται- του Αρθούρου Ρεμπό, αδυνατεί να διακηρύξει, ως το είδωλό του: «Δεν μπορώ να σας δώσω μία διεύθυνση, γιατί προσωπικά αγνοώ πού θα παρασυρθώ την επόμενη φορά και από ποιους δρόμους και από πού και από τι και πώς»!..
Ο Άρης, πριν εγκαταλείψει το Σιλεντάριο στην πυραμίδα της κομματικής εξουσίας, διακατέχετο από το νεφελοβάμον ότι «απελευθερώνει την πολιτική από τη μέχρι τότε πρακτική και την επανενδύει με τη μαγική ιδέα της ζωής…».
Στο κομματικό προαύλιο ένιοι των «ασπόνδων φίλων» του ομιλούν για «σημαντικό περαστικό», αν και αναγνωρίζουν ότι «με τον Άρη Σπηλιωτόπουλο επιβεβαιώνεται ένα είδος ευγένειας του αρνητικού που ταυτίζει την ευστροφία με μία μορφή αποτυχίας, παραμένει, όμως, μία πύλη προς το καινοφανές»!..
Οι ίδιοι στο «ψυχογραφικό πορτρέτο» του Άρη χαράσσουν την πινελιά «αν είχε γεννηθεί μια γενιά πρωτύτερα, θα είχε γίνει σοσιαλιστής ή αναρχικός»!..
Βεβαίως στην τελευταία περίπτωση στο κομματικό του μητρώο θα ήταν αναπότρεπτη η εγγραφή: «Διαγράφεται επί κομψότητι»!..
«Φωτογενής» και ταυτοχρόνως Σιλεντάριος σε κόμμα το οποίο ευρίσκετο στον προθάλαμο της εξουσίας, ο Άρης εκτίμησε λανθασμένως τον παράγοντα «τηλεόραση», ο οποίος ναι μεν προσωποποιεί την πολιτική και οπτικοποιεί τον πολιτικό λόγο, αλλά «σε πρώτο πλάνο», σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών…
Η τηλεοπτική «φωτογένεια» τότε μεν, διδάσκουν οι επικοινωνιολόγοι, είναι ευεργετική, αν είναι «αυτόφωτη». Στην αντίθετη περίπτωση η «ετερόφωτος» ενίοτε εξαφανίζεται στη λάμψη των ισχυρών ακτίνων της πηγής του «ετεροφωτισμού»!..
Και «πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις», ο Άρης, με βάση αυτήν την αρχή, «υπεστάλη» από το πρώτο επίπεδο στη θέση του «δοτού» εκπροσώπου Επικρατείας…
Το «ετερόφωτο» δεν το επέτρεψε να σταθμίσει το ακριβές του ρόλου του ως εκπροσώπου Τύπου της ΝΔ και να κατανοήσει ότι η προεκλογική στρατηγική δεν σχεδιάζεται πλέον αποκλειστικά από τα κομματικά στελέχη και τον «κλειστό κύκλο» των συνεργατών του αρχηγού, αλλά από μία στρατιά ειδικών, πολιτικών αναλυτών, δημοσκόπων, τεχνικών των ΜΜΕ κ.ά. Και ο χώρος προσομοιάζει με «κλωβό λεόντων», συχνάκις αλληλοσπαρασσομένων!..
Η Νέα Δημοκρατία παρά την εικοσάμηνη μόνο παρουσία της στην εξουσία «πλήττει»!.. Η εσωστρέφεια κυριαρχεί στην πυραμίδα του κόμματος της πλειοψηφίας. Επικρίσεις διατυπώνονται και η διέγερση των «εν υπνώσει» φιλοδοξιών κυριαρχεί στην παραγωγή «πολιτικής» καθημερινώς.
Η «ελεγχόμενη εξέγερση» τίθεται σε κίνηση από τους βουλευτές που εποφθαλμιούν υπουργικό ή έστω υφυπουργικό θώκο. Ο Άρης Σπηλιωτόπουλος, θιασώτης της τακτικής των Βιετκόνγκ, «χτύπημα – εξαφάνιση», δηλώνει την παρουσία και στη συνέχεια ακολουθεί μακρά περίοδος σιωπής και… περισυλλογής!..
Θαυμαστής της «τακτικής των Βιετκόνγκ», αλλά παραλλήλως και λάτρης των αστικών συνηθειών – ενδυματολογικώς και από πλευράς εκφοράς λόγου, κοινωνικού και πολιτικού.
Αλλά «ο ομαδικός και εφήμερος τρόπος ένδυσης», που σύρεται από τον συρμό της εποχής και ακολουθείται από το πλήθος, εντάσσεται σε μία από τις πιο αποδεκτές μορφές κομφορμισμού.
Οι κοινωνιολογούντες υποστηρίζουν ότι «όποιος ακολουθεί τη μόδα διαιωνίζει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων»…
Βεβαίως ο Ζαν Κοκτό διείδε στον συρμό, τη μόδα, αυτοκαταστροφικές τάσεις. «Η μόδα πεθαίνει πολύ νέα», διασάλπιζε ο γάλλος διανοούμενος.
Πάντως, ο Άρης Σπηλιωτόπουλος, στον αντιρρητικό λόγο του, δικαιούται να επικαλεσθεί τον Πολ Πουαρέ, τον «υπέροχο» επαναστάτη της μόδας τον 20ό αιώνα, ο οποίος αρνήθηκε τον ρόλο του προμηθευτή, στο «status» του εμπνευσμένου δημιουργού, που παύει να είναι ο υπηρέτης του «καλού κόσμου» και γίνεται ο δικτάτορας με την επιβολή των δικών του μορφών ενδυματολογικής έκφρασης!..
Και αναμφιβόλως δεν διασκελίζει τον Τζον Γκαλιάνο, τον θεωρητικό της «ιστορικής συνέχειας», που περιορίζεται στο να εξιδανικεύει την ιστορική κληρονομιά της μόδας.
Μόδα και πολιτική, βίοι παράλληλοι. Και κατά τις ρήσεις του Άρη Σπηλιωτόπουλου, «τίποτα πια δεν χάνεται και τίποτα πια δεν κερδίζεται»…
Η «επανάσταση» είναι λαβωμένη… Σίγουρα μετ’ ολίγον θα επανέλθει ορμητικώς στο ελληνικό συντηρητικό προσκήνιο…