Οι Θεσσαλονικείς πληρώνουν τα υψηλότερα δημοτικά τέλη…
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε ο δημοτικός σύμβουλος του Βούγια και ανήκων στην κίνηση των πέντε συμβούλων της αντιπολίτευσης Λάζαρος Ζαχαριάδης, τα τέλη που πληρώνουν τα «καρντάσια» είναι περισσότερα σε σύγκριση με τους Αθηναίους και τους Πειραιώτες.
Ειδικότερα, στη Θεσσαλονίκη το τέλος ανά τετραγωνικό μέτρο για τις κατοικίες (πρόκειται για τη μέση τιμή, καθώς ο δήμος είναι χωρισμένος σε τρεις ζώνες) είναι 2,1 ευρώ ανά τ.μ., την ίδια ώρα που στην Αθήνα είναι 1,48 ευρώ (κατά 42% λιγότερο) και στον Πειραιά 2,03 ευρώ (λιγότερο κατά 3,5%). Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει πως οι αποστάσεις στις τιμές ήταν ανάξιες λόγου πριν από οκτώ χρόνια. Το 1998 ο Πειραιάς (1,25 ευρώ) ήταν ακριβότερος από τη Θεσσαλονίκη (1,16 ευρώ), ενώ στην Αθήνα το τέλος ανά τ.μ. ήταν στα 1,13 ευρώ. Στο διάστημα που μεσολάβησε η τιμή στην πρωτεύουσα αυξήθηκε κατά 31%, στον Πειραιά κατά 62,4% και στη Θεσσαλονίκη κατά 81%.
Παρόμοια κατάσταση παρατηρείται και στις τιμές που αφορούν τους επαγγελματικούς χώρους. Το τέλος ανά τετραγωνικό μέτρο για τα καταστήματα στη Θεσσαλονίκη ανέρχεται στα 5,74 ευρώ έναντι 5,66 ευρώ στην Αθήνα και 5,65 ευρώ στον Πειραιά. Οι τιμές αυξήθηκαν από το 1998 έως σήμερα κατά 36,3% στην πρωτεύουσα, 73,8% στον Πειραιά και 81,6% στη Θεσσαλονίκη.
Επίσης, ο κ. Ζαχαριάδης χαρακτήρισε απαράδεκτο το γεγονός ότι ο δήμος Θεσσαλονίκης δεν έχει κάνει ποτέ απολογισμό για το τι εισπράττει κατ’ έτος από τα δημοτικά τέλη, λέγοντας πως «τα χρήματα που εισπράττονται υπερβαίνουν το αρχικώς προϋπολογισθέν ποσό».
Και φυσικά το πλεόνασμα δεν κατευθύνεται στις ανταποδοτικές λειτουργίες του δήμου, αλλά αξιοποιείται για τη δημοτική εταιρεία πληροφόρησης, τις δημόσιες σχέσεις του δημάρχου και τους συνεχείς διορισμούς «ημετέρων» στον δήμο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, μόνο την τελευταία τριετία ο δήμος εισέπραξε περί τα 23 εκατομμύρια ευρώ περισσότερα από αυτά που είχε υπολογίσει. «Αυτό συνιστά καταλήστευση των Θεσσαλονικέων», επισήμανε, προσθέτοντας ότι «υπό αυτά τα δεδομένα οι αυξήσεις κατά 5,5% που αποφάσισε η διοίκηση για το 2006 είναι παντελώς παράλογες».