Θέμα χρόνου η επόμενη εξέγερση των κολασμένων
Λειτουργεί όπως ακριβώς συμπεριφέρθηκε και με το δημοψήφισμα του Μαΐου για το Ευρωσύνταγμα: τη στιγμή που οι εργαζόμενοι της Γαλλίας έδιναν το πιο ηχηρό ράπισμα που δέχτηκε η νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΕΕ, σύσσωμη η πολιτική της ελίτ έδινε όρκους πίστης σε αυτή την πολιτική!
Το πόσο ψευδεπίγραφη και κενή περιεχομένου είναι η επιστροφή στην «ομαλότητα» που επιτεύχθηκε τις προηγούμενες μέρες με βάση τις επίσημες κυβερνητικές πηγές της Γαλλίας, αποκαλύπτεται αν ρίξουμε μια ματιά στη βία που δέσποζε επί χρόνια στα προάστια, πολύ καιρό πριν πάρει τη μορφή της εξέγερσης. Ο προτελευταίος «Εκόνομιστ» έγραφε ότι μόνο κατά τους πρώτους επτά μήνες του τρέχοντος έτους κάηκαν σε όλη τη Γαλλία 21.900 αυτοκίνητα. Πριν δηλαδή ξεκινήσουν να εκδίδονται τα καθημερινά ανακοινωθέντα από τη γαλλική αστυνομία για τους εμπρησμούς αυτοκινήτων που σημειώθηκαν το προηγούμενο βράδυ, και έφτασαν να αποτελούν δείκτη για την πορεία της εξέγερσης των «Νοεμβριανών», οι εμπρησμοί αυτοκινήτων αποτελούσαν ένα καθημερινό φαινόμενο. Υπάρχουν και άλλα όμως στοιχεία που δείχνουν πόσο σαθρή είναι η «ομαλότητα» στην οποία επέστρεψε η Γαλλία. Έγραφε στις αρχές Νοεμβρίου η γαλλική «Λε Μοντ», ότι από τις αρχές του χρόνου μέχρι την 27η Οκτωβρίου που ξεκίνησαν τα επεισόδια με αφορμή τον θάνατο από ηλεκτροπληξία δύο εφήβων στην προσπάθεια που έκαναν να αποφύγουν την αστυνομία, είχε καταγραφεί από τη μία άκρη της Γαλλίας ως την άλλη ο εκπληκτικός αριθμός των 70.000 περιστατικών αστικής βίας. Σε αυτά περιλαμβάνονται 440 συγκρούσεις μεταξύ συμμοριών, 3.830 βίαιες ενέργειες εναντίον αστυνομικών ή πυροσβεστών, 28.000 εμπρησμοί αυτοκινήτων, και 17.500 εμπρησμοί κάδων απορριμμάτων. Πρόκειται μάλιστα μόνο για όσα επεισόδια υπέπεσαν στην αντίληψη των αρμοδίων, που είναι φυσικά πολύ λιγότερα όσων πραγματικά συνέβησαν. Το προάστιο από το οποίο ξεκίνησαν τώρα τα επεισόδια είχε πάρει τον Απρίλιο μια πρόγευση των πρόσφατων ταραχών, αναφέρεται στο ίδιο ρεπορτάζ, με αφορμή πάλι τον θάνατο ενός νεαρού κατά τη διάρκεια καταδίωξής του από την αστυνομία. Στα επεισόδια που σημειώθηκαν τότε και διήρκεσαν λίγες ημέρες πάλι είχαν σημειωθεί καταστροφές και λεηλασίες καταστημάτων, όπως και μαζικοί εμπρησμοί αυτοκινήτων. Στις 19 Ιουνίου ένα άλλο προάστιο του Παρισιού κυριάρχησε στα δελτία ειδήσεων με αφορμή τον θάνατο νεαρού κατά την ανταλλαγή πυρών μεταξύ αντίπαλων συμμοριών. Μάλιστα, οι συνεχείς τότε επισκέψεις του υπουργού Εσωτερικών Νικολά Σαρκοζί στον τόπο του εγκλήματος και επαυξημένα μέτρα αστυνόμευσης που λήφθηκαν μείωσαν πρόσκαιρα τους δείκτες εγκληματικότητας στην περιοχή. Αξιωματικοί της αστυνομίας όμως, μένοντας ανεπηρέαστοι από την συγκυριακό εκείνο περιορισμό της βίας, δήλωναν στην κεντροδεξιά γαλλική εφημερίδα – προαναγγέλλοντας ουσιαστικά τα όσα είδαμε: «Αυτή είναι η επιφάνεια. Οι δοσοληψίες και το έγκλημα συνεχίζονται όπως πριν, ή έχουν μεταφερθεί σε γειτονικές τοποθεσίες. Μια σπίθα είναι αρκετή για να ξεκινήσουν όλα από την αρχή». Η παράθεση συνεχίζεται με περιστατικά που περιλαμβάνουν επιθέσεις στην αστυνομία, συγκρούσεις συμμοριών, μαζικούς εμπρησμούς αυτοκινήτων κ.ο.κ.
Ακήρυχτος καθημερινός πόλεμος

Ενώ λοιπόν οι πολιτικές ελίτ της Γαλλίας άκουγαν να χτυπάει ο κώδωνας του κινδύνου για την έκρηξη που πλησίαζε πολλά χρόνια πριν, το μόνο που έκαναν, με αξιοθαύμαστη μάλιστα μεθοδικότητα και επιμονή, ήταν να συγκεντρώνουν το εύφλεκτο υλικό.
Όλη η Γαλλία… προάστιο
Το ίδιο πράττουν και τώρα. Την εβδομάδα που πέρασε πολύ μεγαλύτερη αίσθηση από τις εξαγγελίες για τη χρηματοδότηση οικοτροφείων και τη χορήγηση υποτροφιών σε νεαρούς των προαστίων για να παρακολουθούν προγράμματα επιμόρφωσης (μέτρα λιγότερο αποτελεσματικά ακόμη και απ’ ό,τι η ασπιρίνη στον καρκίνο) προκάλεσε η είδηση για την ιδιωτικοποίηση της γαλλικής εταιρείας ηλεκτρισμού, της EDF, που αποτέλεσε τη μεγαλύτερη δημόσια εγγραφή που έγινε σε ολόκληρο τον κόσμο την τελευταία πενταετία. Η ΔΕΗ της Γαλλίας όμως ήταν ένας παράδεισος εργασιακών σχέσεων για χιλιάδες μισθωτούς: αμοιβές κατά πολύ υψηλότερες του μέσου όρου, λιγότερες ώρες εργασίας, αυξημένες ημέρες άδειας, δυνατότητα δωρεάν διακοπών σε θέρετρα της επιχείρησης, γενναίες παροχές σε είδος όπως για παράδειγμα υποχρέωση πληρωμής μόνο του 10% της αξίας του ηλεκτρικού που καταναλώνουν, χαμηλές εργατικές ασφαλιστικές εισφορές και πολύ υψηλές συντάξεις, κ.ο.κ. Όλες αυτές οι παροχές ποσώς φυσικά αφορούν ή ενδιαφέρουν τη νεολαία των προαστίων. Η επιδείνωση όμως των συνθηκών εργασίας και των όρων ζωής που θα επέλθει αναπότρεπτα από την ιδιωτικοποίηση της EDF για χιλιάδες καλοπληρωμένους έως τώρα εργαζόμενους, σηματοδοτεί τη μετάσταση της γάγγραινας που κατατρώγει τα προάστια της γαλλικής κοινωνίας στην καρδιά της, και όχι την αντιμετώπισή της!
Στην ίδια κατεύθυνση -την εξάπλωση της κοινωνικής γάγγραινας- θα λειτουργήσει και ένα άλλο, αδιανόητο σε παλαιότερες εποχές, μέτρο που ανακοίνωσε ο γάλλος πρωθυπουργός στη Εθνοσυνέλευση: την μείωση του ορίου ηλικίας για την υποχρεωτική εκπαίδευση. Η δεξιά κυβέρνηση έτσι, σε μια ιστορική της απόφαση, ανακόπτει τη γενική τάση συνεχούς αύξησης της διάρκειας της υποχρεωτικής εκπαίδευσης που ίσχυε όλη τη μεταπολεμική περίοδο και αναντίρρητα συνέβαλε στην πληρέστερη εκπαίδευση των νέων ανθρώπων και τη σταθερή άνοδο του μορφωτικού τους επιπέδου. Με αυτή την απόφαση όμως ολοένα και περισσότερα παιδιά, των πιο φτωχών μάλιστα κατηγοριών του πληθυσμού, θα εγκαταλείπουν το σχολείο εφ’ όσον θα πάψει να υπάρχει νομική δέσμευση για την παρακολούθησή του, με αποτέλεσμα να έρχονται ευκολότερα σε επαφή με κάθε μορφής κοινωνική παραβατικότητα.
Πλάι στις παραπάνω αιτίες προστίθεται και η κλιμάκωση του αυταρχισμού. Η παράταση για τρεις ολόκληρους μήνες της ισχύος του νόμου του 1955 που προβλέπει την απαγόρευση της κυκλοφορίας, η αστυνομοκρατία και οι πιέσεις που συμφωνήθηκε να ασκηθούν στον τύπο ώστε να μειώσει τη δημοσιογραφική κάλυψη που προσφέρει στα επεισόδια, μπορεί να ταιριάζουν γάντι σε έναν πολιτικό λόγο όπως του Σαρκοζί που υπόσχεται στη νεολαία «ευκαιρίες» και όχι «δικαιώματα», και θεωρεί την ανάπτυξη της οικονομίας και όχι τη μείωση των κοινωνικών αντιθέσεων ως λύση, δεν κάνουν τίποτε άλλο όμως από το στρώνουν το έδαφος για το επόμενο ξέσπασμα.