Η Άγκυρα στοχεύει σε προσάρτηση της κατεχόμενης Κύπρου!

Διαπιστώνουν, κατά πρώτο λόγο, την απόλυτα αρνητική στάση της Άγκυρας έναντι οποιασδήποτε ιδέας αναγνωρίσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας ή εφαρμογής του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Συνδέσεως. Επισημαίνουν, κατά δεύτερο λόγο, το γεγονός ότι, κατά την τελευταία περίοδο, η Άγκυρα έχει ενισχύσει θεαματικά τις κατοχικές δυνάμεις της στην Κύπρο. Το γεγονός αυτό ερχόταν σε αντίθεση, πρώτον, με τις προσπάθειες για λύση του Κυπριακού και με τις διαπραγματεύσεις που είχε να διεξαγάγει η Άγκυρα για να επιτύχει την έναρξη των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων με την ΕΕ. Δεύτερον, με το μορατόριουμ που εφάρμοσε η κυπριακή πλευρά, από το 2001 και 2002, σε ό,τι αφορά τόσο την αγορά νέων εξοπλισμών όσο και την πραγματοποίηση της ετήσιας ασκήσεως της Εθνοφρουράς «Νικηφόρος».

Σημειώνεται σχετικά ότι η κυπριακή κυβέρνηση είχε αναστείλει από το 2002 όλα τα εξοπλιστικά προγράμματα της Εθνικής Φρουράς. Από το 2001 είχε ματαιώσει επίσης διαδοχικά κάθε χρόνο την πραγματοποίηση της ασκήσεως «Νικηφόρος». Παραλλήλως είχε ματαιωθεί από την Αθήνα η άσκηση «Τοξότης». Οι δύο ασκήσεις συνδυάζονταν στο πλαίσιο του δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου.

Οι αμερικανοί αναλυτές εκτιμούν ότι η Άγκυρα, με τη συγκεκριμένη στάση της και την πολιτική της, κινείται μάλλον προς την κατεύθυνση της προσαρτήσεως της κατεχόμενης Κύπρου παρά της διεθνούς αναγνωρίσεως του ψευδοκράτους, όπως προβάλλεται.

Η εκτίμηση αυτή των αμερικανών αναλυτών είναι ορθή σε ό,τι αφορά την ουσία των πραγμάτων. Πράγματι, αυτή ήταν πάντα η ανομολόγητη τουρκική πολιτική. Δεν είναι όμως ορθή σε ό,τι αφορά τον τύπο. Η τουρκική πολιτική μετά την εισβολή έχει υπερβεί τον στόχο της διχοτόμησης. Το ομολόγησε ευθέως ο τούρκος πρωθυπουργός της εισβολής Μπουλέντ Ετσεβίτ. Το γιατί το εξήγησε στην τουρκοκυπριακή ηγεσία, όταν τον επισκέφθηκε στην Άγκυρα το 1974. Η διχοτόμηση, τους είπε, θα φέρει επισήμως την Ελλάδα στη νότια Κύπρο και θα θέσει την Άγκυρα και τα νότια παράλια της Τουρκίας στο δραστικό βεληνεκές της ελληνικής αεροπορίας. Επιδίωξη της Τουρκίας είναι να επιβάλει «λύση» που:

– Θα κατοχυρώνει τα τετελεσμένα της εισβολής με ορισμένες εδαφικές μικροαναπροσαρμογές.

– Θα κατοχυρώνει, παραλλήλως, επεμβατικά και εγγυητικά δικαιώματα της Τουρκίας και συμμετοχή κατά 50% στην κυριαρχία ολόκληρης της Κύπρου.

– Θα οδηγεί ουσιαστικά στη γεωπολιτική έξωση της Ελλάδος από την Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο

Η Άγκυρα «βολεύθηκε» γι’ αυτό ιδιαίτερα από το Σχέδιο Ανάν, ιδίως από την επιδιαιτησία Ανάν, που της έδωσε πρακτικά ό,τι ζητούσε. Η Άγκυρα μπόρεσε έτσι να πει «ναι» και να πάρει συγχωροχάρτι για την εισβολή και την κατοχή της στην Κύπρο, προβάλλοντας μάλιστα στο προσκήνιο τους «καημένους» τους Τουρκοκυπρίους που ζουν υπό τον οικονομικό αποκλεισμό των Ελληνοκυπρίων!

Για ποιον λόγο τώρα να υποχωρήσει, αφού πήρε και το «ναι» για την ευρωπαϊκή ενταξιακή της πορεία από τη Λευκωσία και την Αθήνα, χωρίς ουσιαστικούς όρους και δεσμεύσεις;

Εμμένει αδιάλλακτα στο Σχέδιο Ανάν και στον εγκλωβισμό του Κυπριακού στο διπλωματικό πλαίσιο του ΟΗΕ, ώστε να μην «ενοχλεί», όσο το δυνατόν, την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας και να παρεμποδισθεί η ελληνική πλευρά να αναπτύξει μια νέα διπλωματική στρατηγική με στόχο την αξιοποίηση της θέσεως της Κύπρου σήμερα ως χώρας-μέλους και την επιδίωξη μιας ευρωπαϊκής λύσεως.

Στο πλαίσιο της πολιτικής της αυτής η Άγκυρα, ενώ ελίσσεται διπλωματικά και παρουσιάζει το Κυπριακό ως θέμα δήθεν διακοινοτικό, επιδιώκοντας τη σιωπηρή παραγραφή της κατοχής, προωθεί ταυτοχρόνως τα τετελεσμένα γεγονότα με στόχο την ουσιαστική προσάρτηση της κατεχόμενης Κύπρου.

Μεταφορά στην Κύπρο νέων τουρκικών δυνάμεων και εξοπλισμών


Παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα συγκεκριμένα στοιχεία που παραθέτουν οι αμερικανοί αναλυτές σχετικά με τη μεταφορά νέων τουρκικών δυνάμεων και εξοπλισμών στην Κύπρο:

– Οι κατοχικές δυνάμεις δεν είναι 35.000 έως 40.000, όπως υπολογίζεται. Κατά τους αμερικανούς αναλυτές, ανέρχονται σήμερα σε 50.000 έως 56.000 άνδρες.

– Οι κατοχικές δυνάμεις αποτελούνται από το 11ο Σώμα Στρατού, που περιλαμβάνει δύο μεραρχίες πεζικού, δύο μηχανοκίνητες ταξιαρχίες, δύο συντάγματα καταδρομέων και μία μοίρα ειδικών δυνάμεων.

– Οι ενισχύσεις έχουν γίνει μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουνίου 2005, την περίοδο δηλαδή που η Άγκυρα ανέμενε το ελληνικό «ναι» για την έναρξη των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων τον Οκτώβριο του 2005.

– Για την ενίσχυση του 11ου Σώματος μεταφέρθηκαν κατά την παραπάνω περίοδο 36 άρματα μάχης τύπου Μ48Α5Τ2, 21 τεθωρακισμένα μεταφοράς Μ113, 6Μ113 εξοπλισμένα με αντιαρματικούς πυραύλους TOW II και 22 βαρέα πυροβόλα μεγάλου βεληνεκούς των 203 mm, τύπου Μ115.

– Το δυναμικό του 11ου Σώματος έφθασε έτσι: από 387 άρματα μάχης (156 τύπου Μ48 ΑST1 και 231 τύπου Μ48 AST2) σε 423. Από 408 τεθωρακισμένα σε 435 από 138 μονάδες βαρέος πυροβολικού σε 160.

– Επιπλέον προς τις δυνάμεις του 11ου Σώματος, μεταφέρθηκαν επίσης 72 αυτοκινούμενες μονάδες πυροβολικού των 155 mm και 18 πολυπυραυλικά, συστήματα Τ-122. Αυξήθηκε επίσης ο αριθμός των αντιαρματικών πυραυλικών όπλων από 36 σε 42. Τα αντιαρματικά συστήματα ανέρχονται έτσι σήμερα συνολικά σε 102. Περιλαμβάνονται 46 συστήματα Milan, 18 συστήματα Μ113Μ konkurs, 15 συστήματα TOW II, ΠΑΟ και άλλα.

Τα περισσότερα όπλα των κατοχικών δυνάμεων είναι αμερικανικής προελεύσεως και παραβιάζεται η αμερικανική νομοθεσία. Οι ΗΠΑ όμως θέτουν θέμα για τα λίγα αμερικανικά άρματα και πυροβόλα της ΕΛΔΥΚ

Μια άλλη παράμετρος, που επισημαίνεται από τους αμερικανούς αναλυτές, είναι το γεγονός ότι οι τουρκικές κατοχικές δυνάμεις είναι εξοπλισμένες κυρίως με αμερικανικά όπλα. Το ίδιο ισχύει και για τα νέα όπλα που μεταφέρθηκαν. Η αμερικανική πλευρά δημιουργεί θέμα μόνο για τα λίγα άρματα και πυροβόλα αμερικανικής κατασκευής που μεταφέρθηκαν από την ελληνική πλευρά στη Κύπρο και έχουν τεθεί υπό τον έλεγχο της ΕΛΔΥΚ. Το σκεπτικό είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει δικαίωμα να μεταβιβάσει σε τρίτη χώρα (στην Κύπρο) αμερικανικά όπλα που παρεδόθηκαν στην Ελλάδα.

Εσπευσμένα αγορά από την Κύπρο ρωσικών αντιαρματικών πυραύλων τύπου Κορνέτ

Μπροστά στη νέα στρατιωτική κατάσταση που δημιούργησε στην Κύπρο η Άγκυρα, η κυπριακή κυβέρνηση προέβη εσπευσμένα σε παραγγελία των σύγχρονων αντιαρματικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς (μέχρι 5 χλμ περίπου), ρωσικής κατασκευής, τύπου Κορνέτ. Είναι ένα αξιόπιστο όπλο που διαθέτει ήδη και ο ελληνικός στρατός. Η Κύπρος παρήγγειλε 55 συστήματα, τα οποία αναμένεται να παραλάβει μέχρι το τέλος του έτους. Για την κάλυψη του κενού μέχρι τότε, ο ελληνικός στρατός δάνεισε στην Κύπρο 15 συστήματα. Η Λευκωσία απέρριψε επίσης τις πιέσεις για να ακυρώσει και φέτος την άσκηση «Νικηφόρος» της Εθνικής Φρουράς. Η επ’ αόριστον αναβολή της, με στόχο τη δημιουργία, υποτίθεται, κλίματος εμπιστοσύνης για την αναζήτηση λύσεως του Κυπριακού, ανταποδόθηκε με ενίσχυση των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων και τη μετατροπή του 11ου Σώματος Στρατού σε μηχανοκίνητο.

Στην άσκηση έλαβαν για πρώτη φορά μέρος και τα 12 ρωσικά επιθετικά ελικόπτερα Μ-35, που είχε προμηθευτεί η Κύπρος, πριν από την εφαρμογή, μονομερώς όπως αποδείχθηκε, μορατόριουμ εξοπλισμών. Ανησυχίες προκαλεί επίσης η προέλαση, για δεύτερη φορά, των κατοχικών δυνάμεων και η κατάληψη στη νεκρή ζώνη μη επανδρωμένου φυλακίου κοντά στο χωριό Λουρουτζίνα, στον δρόμο Λευκωσίας – Λάρνακος. Ο τούρκος διοικητής των κατοχικών δυνάμεων απέρριψε τις συστάσεις της Ειρηνευτικής Δυνάμεως του ΟΗΕ για αναδίπλωσή τους στις προηγούμενες θέσεις τους.

Η στάση αυτή της Άγκυρας στέλνει ένα σαφές μήνυμα για το πώς βλέπει την κατάσταση στην Κύπρο και τις προοπτικές για τη λύση του Κυπριακού. Η ελληνική πλευρά πρέπει να εξαγάγει τα συμπεράσματά της, να αναθεωρήσει την πολιτική που οδήγησε στο «ναι», χωρίς όρους και προϋποθέσεις, στο Λουξεμβούργο, και να ασχοληθεί σοβαρά με την οργάνωση και την αναβάθμιση της αμυντικής ικανότητας στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Σ’ αυτό εντάσσεται και το Ενιαίο Αμυντικό Μέτωπο Ελλάδος – Κύπρου. Δυστυχώς κατά τα τελευταία χρόνια το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα δέχθηκε διαδοχικά πλήγματα και απαξιώθηκε. Για την Άγκυρα οι στρατιωτικές πιέσεις είναι στην ημερήσια διπλωματική διάταξη. Δεν επιτρέπεται στην ελληνική πλευρά να εφησυχάζει, να υποτιμά τη διάσταση αυτή ή να προβαίνει σε μονομερείς χειρονομίες καλής θελήσεως. Η κατάσταση είναι, δυστυχώς, σαφής και δεν επιδέχεται λάθος ανάγνωση. Η Τουρκία, αφού πήρε ό,τι ήθελε για την ευρωπαϊκή της πορεία, συνεχίζει τη γνωστή πολιτική της. Από μια άποψη μάλιστα την κλιμακώνει για να δώσει το μήνυμα ότι πράγματι δεν άλλαξε τίποτε μετά τη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου και την έναρξη των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων τον Οκτώβριο. Ομολογουμένως, η Άγκυρα δεν συγκαλύπτει την πολιτική της. Αυτό αφήνει έκθετους όσους επένδυσαν, κακώς, σε αλλαγή της τουρκικής πολιτικής και εξακολουθούν σήμερα με διάφορους τρόπους να υποστηρίζουν τα ίδια.


Σχολιάστε εδώ