«Παρεμποδισμένη» Δημοκρατία

Τα φαινόμενα της σύγχυσης, των ενδο-κυβερνητικών αντιθέσεων, των παλινωδιών και των αντιφάσεων που χαρακτηρίζουν τη σημερινή κυβέρνηση δεν αποτελούν -δυστυχώς- «προνόμιο» της Νέας Δημοκρατίας. Αν και κάθε κομματικός σχηματισμός, κάθε κυβέρνηση, κρίνεται με βάση το έργο, την αποτελεσματικότητα, τη στρατηγική που εφαρμόζει και αξιολογείται με τον τρόπο αυτό αυτόνομα, εν τούτοις και η σημερινή κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με το σύγχρονο πλαίσιο άσκησης εξουσίας, το οποίο οριοθετεί και αποδυναμώνει την ίδια την πολιτική εξουσία.

Είναι πράγματι γεγονός ότι τις δύο τελευταίες δεκαετίες διαμορφώθηκαν σταδιακά ομάδες συμφερόντων και κέντρα (παρά)εξουσίας, πολλά των οποίων απέκτησαν θεσμικές μορφές (π.χ. το σύστημα συμφερόντων των ΜΜΕ), ενώ άλλα συγκρότησαν πανίσχυρα κυκλώματα διαφθοράς, συναλλαγής και εξαγοράς, κυκλώματα που κινήθηκαν και κινούνται μεταξύ των «περιοχών της νομιμότητας και της ανομίας, αλλά και του «εγκλήματος».

Όλα αυτά τα συστήματα συμφερόντων, επωφελούμενα από την πολιτικο-ιδεολογική κρίση των κομμάτων, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1990, διείσδυσαν συστηματικά στο «κενό» που προέκυψε από τη «χαλαρή» σχέση των κομμάτων με τα κοινωνικά στρώματα και τις σύγχρονες ανάγκες τους. Η «διείσδυση» αυτή δεν απέβλεπε απλώς στην ικανοποίηση οικονομικών συμφερόντων, αλλά ταυτόχρονα -και κυρίως- στην απόκτηση πολιτικής εξουσίας. Εις βάρος φυσικά τόσο των πολιτικών κομμάτων όσο και των τριών εξουσιών (Εκτελεστικής, Δικαστικής, Νομοθετικής) που συγκροτούν τις σύγχρονες δημοκρατικές πολιτείες.

Γι’ αυτό και αυτοί οι επιμέρους «χώροι συμφερόντων» όχι μόνο αυτονομούνται, αλλά επηρεάζουν καίρια, ή και ακόμα επιβάλλουν τις βουλήσεις τους στην πολιτική εξουσία. Τα κόμματα, οι υπουργοί, οι βουλευτές, τα πολιτικά στελέχη, οι εκπρόσωποι των κοινωνικών φορέων, πρέπει σήμερα να περάσουν κάτω από τα «καυδιανά δίκρανα» των ΜΜΕ (δηλαδή των ιδιοκτητών τους), για να επικοινωνήσουν με την κοινωνία, με τους πολίτες. Η σχέση της πολιτικής με την κοινωνία διαμεσολαβείται σήμερα από τα ΜΜΕ και διαμορφώνεται με τους όρους που καθορίζουν οι ιδιοκτήτες των Μέσων.

Γι’ αυτό και ο περίφημος νόμος για τον «βασικό μέτοχο» αποτέλεσε τελικά ένα «μετέωρο βήμα», μια απόπειρα, της πολιτικής εξουσίας να σπάσει αυτό το πανίσχυρο πλέγμα. Όμως το πρόβλημα παραμένει. Θα πρέπει, κάθε φορά η ίδια η κυβερνητική εξουσία να συγκρούεται με τα συμφέροντα των ΜΜΕ όταν αυτά θα παραβιάζουν τον νόμο, αφού στην ουσία δεν καταργήθηκε το «ασυμβίβαστο». Και τότε κατά πάσαν πιθανότητα θα υπολογίζεται το πολιτικό «κόστος» της σύγκρουσης…

Καταχρήσεις, δωροδοκίες, ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος (όπως αποδείχθηκε πρόσφατα στον ΟΠΑΠ), αποτελούν «συνήθεις περιπτώσεις» που δύσκολα φθάνουν ενώπιον της δικαιοσύνης. Αλλά ακόμα και τότε υπάρχουν συγκροτημένα «πλέγματα» δικηγόρων, ανακριτών και δικαστών που σχηματίζουν προστατευτική «ασπίδα», ώστε να παραμένουν ατιμώρητοι οι οικονομικοί εγκληματίες. Η περίπτωση, του χρηματιστηρίου, στην οποία το ίδιο το δικαστικό-δικονομικό «πλέγμα» κάλυψε στην ουσία την καταλήστευση του ελληνικού λαού, αποτελεί μια δεσπόζουσα περίπτωση που αποκαλύπτει ταυτόχρονα την ισχύ και το εύρος επιρροής των συμφερόντων αυτών.

Εάν, κατά συνέπεια, η μια πλευρά απομείωσης της ισχύος της πολιτικής-κυβερνητικής εξουσίας οφείλεται στην εφαρμογή του νεο-φιλελεύθερου προτύπου της αγοράς, η δεύτερη πλευρά αφορά στην ύπαρξη των ομάδων συμφερόντων και των παράκεντρων εξουσίας που υπονομεύουν τις διακυβερνητικές πολιτικές, αποσυνθέτουν τους θεσμούς και καθιστούν «όμηρό» τους τα κόμματα και τους πολιτικούς.

Στις προηγούμενες δεκαετίες, μέσω της σύναψης των «κοινωνικών συμβολαίων» μεταξύ κράτους, κεφαλαίου και εργασίας μπορούσαν να διαμορφωθούν στρατηγικές οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και να υλοποιηθούν, στον βαθμό όπου συνέκλιναν τα επιμέρους συμφέροντα.

Σήμερα η χάραξη και υλοποίηση παρόμοιου τύπου στρατηγικών καθίσταται, περίπου, ανέφικτη. Η εκάστοτε κυβέρνηση οδηγείται σε μια ατέρμονα διαπραγμάτευση με τα επί μέρους συμφέροντα, υποκύπτει στις πιέσεις των «προμηθευτών» και των ΜΜΕ, ανέχεται τη λειτουργία των κυκλωμάτων της συναλλαγής, προκειμένου να κερδίσει χρόνο, να διανύσει χωρίς συγκρούσεις τον εκλογικό κύκλο.

Στην πραγματικότητα έχει διαμορφωθεί, έστω και άτυπα, ένα πολυκεντρικό σύστημα εξουσίας, στα πλαίσια του οποίου η εκάστοτε κυβέρνηση διαθέτει ένα μόνο τμήμα της συνολικής πολιτικής ισχύος. Γι’ αυτό και αρκείται σε ένα «σχήμα» τρέχουσας κυβερνητικής διαχείρισης, χωρίς να μπορεί να προωθήσει ευρύτερους στόχους, να ικανοποιήσει ζωτικές κοινωνικές ανάγκες, να συνθέσει σε μια ενιαία στρατηγική επιμέρους κοινωνικά συμφέροντα.

Ασφαλώς τα κυκλώματα της διαπλοκής, της διαφθοράς, το σύστημα συμφερόντων των ΜΜΕ δεν συνιστούν «προϊόντα» μιας συγκυρίας. Αποτελούν το «τίμημα» της επικράτησης της οικονομίας της αγοράς έναντι της πολιτικής, ως επακόλουθο της αναγόρευσης του νεο-φιλελεύθερου προτύπου ως οικονομικού, κοινωνικού και αξιολογικού-ιδεολογικού υποδείγματος, προς το οποίο οι θεσμοί και τα άτομα θα πρέπει πλήρως να προσαρμοσθούν. Τα κυκλώματα της συναλλαγής, τα συστήματα συμφερόντων των ΜΜΕ, οι φορείς της διαπλοκής, αποτελούν τους «πολιορκητικούς κριούς» αυτού του προτύπου, οι οποίοι δεν αποδυναμώνουν απλώς την πολιτική, αλλά αφήνουν παράλληλα την κοινωνία ανυπεράσπιστη από τους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς, μέσω των οποίων αυτή εκδηλώνει τη βούλησή της και προωθεί τους στόχους της.

Στο κενό που προκύπτει το σύστημα συμφερόντων των ΜΜΕ μπορεί ευχερώς να παρεμβαίνει, να αλλάζει κυβερνητικούς παράγοντες, να «αποκαλύπτει» επιλεκτικά κάποια σκάνδαλα, να καταρτίζει την πολιτική «ατζέντα», να προωθεί τα πολιτικά πρόσωπα που θα «χρησιμοποιηθούν» στο μέλλον, στο παιγνίδι των πολιτικών-κομματικών συσχετισμών. Άλλωστε εδώ και αρκετό καιρό το «σύστημα» αυτό δουλεύει «ρολόι»…


Σχολιάστε εδώ