Ο τηλεδίκης (όπως στρατοδίκης)…
«Ασφαλώς υπάρχουν ακόμα νησίδες ελευθερίας. Όμως αυτές απειλούνται από τους κατασκοπευτικούς δορυφόρους, το πρακτορείο Ρόιτερ, την American Express, τον μαζικό τουρισμό», υποστηρίζει ο Ντενιέλ Μπονιού, από τους σημαντικότερους επιστήμονες της Πληροφόρησης και βεβαίως, αν ήταν τηλεθεατής εν Ελλάδι θα προσέθετε «και από τους Τηλεδίκες» (όπως Στρατοδίκες).
Ο «Τηλεδίκης» (όπως Στρατοδίκης), που ο γάλλος φιλόσοφος Αλτουσέρ στην περίπτωση του «Μάη του ’68» τον βάφτιζε «ιδεολογικό μηχανισμό της καθεστηκυίας τάξης» και οι εξεγερμένοι φοιτητές του Παρισιού να παριστούν το εικονογραφημένο «χαζοκούτι», το μέσο του «Τηλεδίκη», με μία νεκροκεφαλή που συνοδευόταν από την προειδοποιητική φράση: «Δηλητήριο, μην το καταπιείτε», επιδιώκει να οικοδομήσει τη σχέση του με το τηλεοπτικό κοινό στο πεδίο της θεωρίας του Παβλόφ και το δίπολο «ερέθισμα (κατευθυνόμενη) αντίδραση».
Όπως ο τότε (1965) επίσημος φιλόσοφος του Γαλλικού Κομμουνιστικού
Κόμματος, σκληρός σταλινικός Ροζέ Γκαροντί, που κατέληξε σε φανατικό μουσουλμάνο και αμφισβητία του «Ολοκαυτώματος» των Εβραίων από τους Ναζί, «κατακεραύνωνε» τον Λουί Αλτουσέρ για τα βιβλία του, «Για τον Μαρξ» και «Διαβάζοντας το Κεφάλαιο», που ήταν μία καινούργια ανάγνωση της θεωρίας του φιλόσοφου του Διαλεκτικού Ματερεαλισμού, ούτως και ο «Τηλεδίκης» (κατά το Στρατοδίκης), επιδιώκει μέσα από τη μικρή οθόνη να «περάσει» τις «γνώσεις» του, τα πάθη του, τις «αξίες» του!
Ο «Τηλεδίκης» (όπως Στρατοδίκης) δεν συγχωρεί στη Δημοκρατία ότι οφείλει την άνθησή της στην ανάπτυξη των «αργών» μίντια (εφημερίδες, βιβλίο), που προϋποθέτουν ενεργό και υπεύθυνο πολίτη.
Στηριζόμενος δε στην καταλυτική, ενίοτε υπνωτική, επίδραση της TV στον τηλεθεατή, αδιαφορεί αν η Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα τίθενται, από την άνευ δεοντολογικών κανόνων δράση του, σε κίνδυνο και ωθούνται, τελικώς, στην κατάρρευση!
Ο «βιασμός του πλήθους από την τηλεοπτική προπαγάνδα» κρίνεται από τον «Τηλεδίκη» ως δημοσιογραφική επιτυχία και δη σε στιγμές που το «θερμοκήπιο της παγκοσμιοποίησης» έχει διαμορφώσει κατάλληλη ατμόσφαιρα για την «αλλοτρίωση» εθνικών συμφερόντων και κοινωνικών κατακτήσεων!
Επικαλούμενος ο «Τηλεδίκης» (όπως Στρατοδίκης) έναν άρρωστο, νόθο κοσμοπολιτισμό, οδηγείται στην αυταπάτη να νομίζει τα δικά του «καλά και συμφέροντα» ή του μέσου που εκπροσωπεί, ταυτίζονται με τα συμφέροντα του συνόλου και επομένως «μάχεται» υπέρ του γενικού καλού!
Η αντίληψη αυτή πόρρω απέχει από την Αρχή της Δημοκρατίας, του Λόγου και Αντι-Λόγου με πλήρη σεβασμό στην προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια του Άλλου.
Και βεβαίως η αντίληψη του «Τηλεδίκη» ότι έχει το «δικαίωμα» (από πού άραγε αντλούμενο;) «να διαφεντεύει τις τύχες του πλήθους», αν κατά τον Σάμιουελ Μπέκετ, αυτό δεν ανάγεται στο πεδίο της τρέλας, εντάσσεται οπωσδήποτε στο πεδίο του καθημερινού φασισμού!
Ο «Τηλεδίκης» και ειδικότερα το τηλεοπτικό καθεστώς, στηριζόμενο στη θέση ότι ο τηλεθεατής είναι ένας «παθητικός δέκτης του οποίου τα ανακλαστικά αντίδρασης είναι πλήρως εξασθενημένα», διαπνέεται από την αλαζονεία να ταυτίζει τον εξωτερικό κόσμο (τον κοινωνικό, τον πολιτικό, τον πολιτιστικό) με τη δική του θεώρηση και συνειδητώς να επιδιώκει να απαξιώσει, αν όχι λοιδορήσει, τη διαφορετική αντίληψη!
Ο «Τηλεδίκης» (όπως Στρατοδίκης) εκμεταλλεύεται το όνειρο του Ατόμου να γευθεί την αμεσότητα και θέτει σε κίνηση την επιδεξιότητά του να ρυμουλκήσει τον τηλεθεατή να «σκέφτεται» στην ευθεία που εκείνος δεν «είναι ικανός να σκέφτεται»! Δηλαδή, «όμοιος ομοίω αεί πελάζει»!
Εξ ου και την αποκαλυπτική δημοσιογραφία αντικαθιστά η λιβελογραφία!
Ο «Τηλεδίκης» (όπως Στρατοδίκης) θέλει να απολησμονεί ότι από τον καιρό των πήλινων πινακίδων της γραφής των Σουμερίων, η ανάπτυξη των ΜΜΕ -και πολύ περισσότερο της TV- είναι αλληλένδετη με την ανάπτυξη του πολιτισμού μας.
Όμως η υγεία της Δημοκρατίας μας εξαρτάται από τη διατήρηση ανεξάρτητων και πολυφωνικών μέσων επικοινωνίας.
Η πολιτική χειραφέτηση του Τύπου και των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, αν και υποστηρίζεται ότι σήμερα έχει κατακτηθεί, είναι αμφιλεγόμενο αν στην εποχή της Παγκοσμιοποίησης και της δράσης των πολυεθνικών εταιρειών – φορέων της «θέσης και αντίληψης των υπερδυνάμεων ή της υπερδύναμης»- έχει κατακτηθεί και η οικονομική ανεξαρτησία, που επηρεάζει το περιεχόμενο και την ποιότητα των ΜΜΕ. Ο δημοσιογράφος, σε αντίθεση με τον «Τηλεδίκη», διερωτάται: «Σε ποιον ανήκουν τα μεγάλα ΜΜΕ;». Και δεν αγνοεί, βεβαίως, ότι «καμία επιχείρηση ή πηγή οικονομικής, πολιτικής ή ιδεολογικής εξουσίας δεν μπορεί να βλέπει με αδιαφορία αυτούς τους φορείς που ασκούν επιρροή ή πίεση στην κοινή γνώμη.
Συνεπώς κάθε ΜΜΕ που ελέγχεται από ανάλογους φορείς πώς μπορεί να ικανοποιεί ταυτοχρόνως την απαίτηση της αλήθειας, την κοινή γνώμη και τα συμφέροντα του φορέα που χρηματοδοτεί το ΜΜΕ;».
Ιδού η απορία, ακόμη και για τους «Τηλεδίκες»…