Δυστυχώς και πάλι πιαστήκαμε κορόιδα!
Ουσιαστικά η Τουρκία παγιδεύει με τετελεσμένα από τώρα την πιθανή επίσκεψη του Κ. Καραμανλή, η οποία αρχικά είχε προγραμματιστεί για τον περασμένο Αύγουστο (κατόπιν πρόσκλησης του Ταγίπ Ερντογάν) και αναβλήθηκε λόγω και του αρνητικού κλίματος που επικρατούσε τότε στην Ευρώπη για την Τουρκία, αλλά και της σκληρής στάσης της Άγκυρας έναντι της Κύπρου (με τη μονομερή δήλωσή της ότι δεν πρόκειται να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία παρά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Τελωνειακής Σύνδεσης).
Η εμμονή της Τουρκίας στο casus belli έναντι της Ελλάδας (όπως διαφαίνεται από τις πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει από την πρόσφατη συνεδρίαση του πανίσχυρου Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας), οι προκλητικές πλην όμως σαφείς δηλώσεις του τούρκου πρωθυπουργού από το Λονδίνο (ότι η Τουρκία δεν θα ανοίξει τα αεροδρόμια και τα λιμάνια της σε κυπριακά αεροσκάφη ή πλοία αν δεν αρθεί το εμπάργκο στο ψευδοκράτος και ότι δεν πρόκειται να αναγνωρίσει την Κύπρο), δημιουργούν έντονο προβληματισμό στην Αθήνα αναφορικά με ενδεχόμενη επίσκεψη του Κ. Καραμανλή, που θα πρέπει να διαμηνύσει στην Άγκυρα ότι αν δεν πάρει πίσω το casus belli ακυρώνει την επίσκεψή του!
Εξάλλου διπλωματικοί αλλά και στρατιωτικοί κύκλοι εξέφραζαν ανησυχία για το ενδεχόμενο κλιμάκωσης της έντασης από πλευράς Τουρκίας, προκειμένου, τώρα που έχει στα χέρια της και την έναρξη των διαπραγματεύσεων, να καταγράψει τις μονομερείς της διεκδικήσεις μέσα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Αυτό όμως που δημιουργεί έντονους προβληματισμούς είναι το ότι η ελληνική κυβέρνηση απέφυγε να τοποθετηθεί ευθέως αναφορικά με την επαναβεβαίωση του casus belli από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε ότι δεν επιθυμεί να σχολιάσει ένα θέμα που δεν αναφέρεται σε επίσημη ανακοίνωση του Συμβουλίου Ασφαλείας της Τουρκίας και αναφέρεται μόνο ως πληροφορία στον τουρκικό Τύπο. Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών περιορίστηκε απλώς να επισημάνει πως το casus belli είναι πέρα από κάθε λογική συνεργασίας της Τουρκίας με την ΕΕ.
Πάντως όπως επισημαίνουν έγκυροι παρατηρητές των Ελληνοτουρκικών, αλλά και έμπειροι διπλωμάτες, στον τουρκικό Τύπο δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ να γίνεται κάποια λανθασμένη αναφορά σε τέτοιου είδους θέματα.
Επίσης οι ίδιοι κύκλοι έκαναν λόγο για μια «στρατηγικού τύπου πονηριά» της Άγκυρας στο όλο θέμα, επισημαίνοντας ότι το καλοκαίρι -τις ώρες που κορυφώνονταν οι διαβουλεύσεις στην ΕΕ για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας και μάλιστα σε ένα περιβάλλον αρνητικό για την Άγκυρα- διάφοροι τούρκοι αξιωματούχοι (όπως π.χ. ο πρόεδρος της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, αλλά και άλλοι αξιωματούχοι) έλεγαν ότι το casus belli είναι ξεπερασμένο ή πως δεν έχει ποτέ ψηφιστεί από την τουρκική Βουλή, προκειμένου να απαλύνουν τις εντυπώσεις στην ΕΕ εν όψει τότε της 3ης Οκτωβρίου.
Ωστόσο το πανίσχυρο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας αποφάσισε, σύμφωνα με τις πληροφορίες του τουρκικού Τύπου, την περασμένη Δευτέρα ότι το casus belli είναι σε πλήρη ισχύ. Σύμφωνα μάλιστα με εκτιμήσεις, η επαναβεβαίωση αυτή κρίθηκε αναγκαία προκειμένου να μη δημιουργείται καμία αμφιβολία για το όλο θέμα λόγω κάποιων δηλώσεων τούρκων αξιωματούχων που το καλοκαίρι άφηναν να εννοηθεί ότι το casus belli δεν ισχύει ή ότι πρέπει να αρθεί. Επίσης το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να αναγνωριστεί η Κυπριακή Δημοκρατία, ενώ ο ίδιος ο Αμπντουλάχ Γκιουλ σε δηλώσεις του τη μέρα της συνεδρίασης του Εθνικού Συμβουλίου ξεκαθάρισε ότι η Τουρκία δεν θα αναγνωρίσει την Κύπρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το νέο δόγμα της Τουρκίας (στο οποίο συμπεριλαμβάνονται όλα τα ανωτέρω) επρόκειτο να επικυρωθεί στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας τον Ιούλιο. Η λήψη της απόφασης όμως αναβλήθηκε τότε και ελήφθη στην πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας μετά την 3η Οκτωβρίου.
Με τη στάση της πάντως η τουρκική ηγεσία συνολικά δείχνει ότι από τη στιγμή που διασφάλισε (με την παρέμβαση και τις πλάτες των Αμερικανών) την ευρωπαϊκή της πορεία, αρνείται πεισματικά οποιοδήποτε μέτρο σταδιακής προσαρμογής της στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό προς αυτήν την κατεύθυνση -πλην των άλλων- και το γεγονός ότι αρνήθηκε να υπογράψει την Ενεργειακή Συμφωνία με την ΕΕ, επικαλούμενη αδυναμία να προσαρμόσει τη σχετική νομοθεσία της, κάτι που έκαναν οι άλλες βαλκανικές χώρες.
Το όλο σκηνικό ξεκαθάρισε με τον πιο επίσημο τρόπο ο τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν από το Λονδίνο, όπου είχε διαβουλεύσεις με τους ευρωπαίους ηγέτες και τον προεδρεύοντα της ΕΕ και πρωθυπουργό της Βρετανίας Τόνι Μπλερ στο περιθώριο της άτυπης Συνόδου Κορυφής των «25».
Ο κ. Ερντογάν ξεκαθάρισε εκ νέου ότι η υπογραφή του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Ένωσης δεν συνιστά αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και όπως χαρακτηριστικά επεσήμανε και οι ευρωπαίοι ηγέτες στις επαφές που είχε μαζί τους δήλωσαν ότι η υπογραφή του Πρωτοκόλλου δεν αποτελεί αναγνώριση. Ουδείς μάλιστα εκ των ευρωπαίων ηγετών με τους οποίους συναντήθηκε ο κ. Ερντογάν δεν διέψευσε τον τούρκο πρωθυπουργό.
Επίσης ο κ. Ερντογάν ξεκαθάρισε στις δηλώσεις του πως δεν θα επιτραπεί η προσέγγιση κυπριακών πλοίων και αεροσκαφών σε τουρκικά αεροδρόμια ή λιμάνια, αν δεν αρθεί το εμπάργκο στο ψευδοκράτος.
Οι όλες εξελίξεις επαληθεύουν πλήρως τα όσα είχε γράψει «ΤΟ ΠΑΡΟΝ» την περασμένη Κυριακή, ότι δηλαδή η Τουρκία κάνει εκείνη το επόμενο βήμα, απαιτώντας την αναγνώριση του ψευδοκράτους και την άρση του εμπάργκο ως προϋπόθεση για να ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της.
Η δρομολόγηση μάλιστα της διαδικασίας αναγνώρισης του ψευδοκράτους και η άρση του εμπάργκο ήταν και το βασικό θέμα των συνομιλιών που είχε την Παρασκευή στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ με την αμερικανίδα υπουργό Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις, η οποία ήταν εκείνη που απηύθυνε στον κ. Ταλάτ την πρόσκληση για την επίσκεψή του.
Ο ίδιος μάλιστα ο κ. Ταλάτ σε ομιλία του στο Ίδρυμα Μπρούκινγκς, λίγο πριν από τη συνάντησή του με την κ. Ράις, υπογράμμισε ότι ζητάει από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, να συμβάλουν στην κατεύθυνση της «άρσης της απομόνωσης» των Τουρκοκυπρίων. Ζήτησε να επιτραπούν οι απευθείας πτήσεις στα αεροδρόμια των κατεχόμενων, αλλά και η διεθνής πρόσβαση στα λιμάνια του ψευδοκράτους.
Σε μια ασυνήθιστη μάλιστα κίνηση για τα διπλωματικά χρονικά και των ΗΠΑ, τον κ. Ταλάτ προσφώνησε ο ίδιος ο πρόεδρος του ιδρύματος Μπρούκινγκς και πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Στρόουμπ Τάλμποτ, ο οποίος χαρακτήρισε την επίσκεψη Ταλάτ «ιστορική» και μάλιστα τον προσφώνησε ως «πρόεδρο».