Πέντε μεταρρυθμίσεις για μείωση της ανεργίας

Αυτές τις πέντε μεταρρυθμίσεις είχε προτείνει και στην κυβέρνηση Σημίτη ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), αλλά σχεδόν αγνοήθηκαν από το φόβο κυρίως του κομματικού κόστους, το οποίο στη χώρα μας ενισχύεται ακόμη περισσότερο με τις φωνές και τους γνωστούς «εξορκισμούς».

Έτσι, δεν είναι καθόλου παράδοξο γιατί επί των κυβερνήσεων Σημίτη η αύξηση της ανεργίας στη χώρα μας έσπασε τα ρεκόρ όλων των εποχών και εξελίχθηκε σχεδόν σε έναν κοινωνικό εφιάλτη.

Ενώ, λοιπόν, πρόκειται για αυτονόητες ρυθμίσεις που μακροπρόθεσμα αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της ανεργίας σε μόνιμη βάση, στη χώρα μας έχουν καταντήσει ταμπού για όλες τις κυβερνήσεις, αλλά και πολλούς «προστάτες» αναλυτές και σχολιαστές.

Γιατί, ποια κυβέρνηση μπορεί να τολμήσει να προωθήσει ρυθμίσεις για μείωση του μισθολογικού κόστους, για παράδειγμα. Αμέσως, θα ερμηνευθεί η ρύθμιση αυτή ότι εξυπηρετεί το «κεφάλαιο» και τους βιομηχάνους, ενώ στην πραγματικότητα εξυπηρετεί τους εργαζόμενους και, κυρίως, τους μισθωτούς, αφού, όπως είναι γνωστόν, οι επιβαρύνσεις του μισθού στη χώρα μας από φόρους, εισφορές και άλλες «δουλείες» είναι από τις υψηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ύστερα, ποια κυβέρνηση μπορεί να τολμήσει να προωθήσει μέτρα για άμβλυνση της προστασίας της απασχόλησης, για παράδειγμα, αφού μόνο η σκέψη αυτή θα προκαλέσει ξεσηκωμό πολλών «πονόψυχων», που πάντοτε σχεδόν βλέπουν το δέντρο και όχι το δάσος των εκατοντάδων χιλιάδων ανέργων.

Τα ίδια θα συμβούν και μόνο με τη σκέψη να προωθηθούν και οι άλλες τρεις μεταρρυθμίσεις που αφορούν την ενθάρρυνση της μερικής απασχόλησης, την τόνωση της κινητικότητας στην αγορά εργασίας και τη βελτίωση του ανθρώπινου δυναμικού.

Κι όμως, η ευρωπαϊκή εμπειρία, που είναι πλούσια τόσο για τα αίτια που προκάλεσαν την αύξηση της ανεργίας όσο και για τα μέτρα που συνέβαλαν στην αντιμετώπισή της, έχει καταδείξει ότι για τον περιορισμό του κοινωνικού αυτού εφιάλτη χρειάζονται μερικές ειδικότερες ρυθμίσεις και κατευθύνσεις, που θα εξασφαλίζουν ποιοτική και ποσοτική τόνωση της προσφοράς και της ζήτησης εργασίας σε μόνιμη βάση. Γιατί η ανεργία δεν αντιμετωπίζεται με ευκαιριακά ή παροδικά παυσίπονα. Αυτές οι ειδικότερες ρυθμίσεις και κατευθύνσεις είναι η ευελιξία στον χρόνο εργασίας (είδατε πόση φασαρία και πόσο έντονες αντιδράσεις προκάλεσε ο γνωστός «εργασιακός» νόμος, που δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί μάλιστα και ως «βαθιά» μεταρρύθμιση, του υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας Πάνου Παναγιωτόπουλου). Είναι οι αλλαγές στο σύστημα φορολογίας εισοδήματος και κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίες θα τα καταστήσουν πιο φιλικά προς τη μισθωτή απασχόληση. Είναι η αναβάθμιση του συστήματος κατάρτισης με βελτίωση των δημόσιων προγραμμάτων.

Είναι, τέλος, η ενίσχυση της ενδοεπιχειρηματικής κατάρτισης και, φυσικά, του εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο ίσως είναι το μείζον διαρθρωτικό πρόβλημα που πυκνώνει συνεχώς τον πίνακα των ανέργων στη χώρα μας. Αυτό σημαίνει ότι μόνο με την αναμόρφωση της εκπαίδευσης και την ενίσχυση των γνώσεων αναβαθμίζεται η προσφορά εργασίας και εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις για την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας.

Δυστυχώς, τίποτε σχεδόν δεν έχει γίνει και δεν γίνεται από όλα αυτά, παρά τις επίμονες προτάσεις και συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Τράπεζας της Ελλάδος, αφού μόνο το άκουσμά τους προκαλεί λυσσαλέες αντιδράσεις όχι από τα θύματα των πολιτικών που εφαρμόσθηκαν έως τώρα, που είναι οι άνεργοι, αλλά από τους «βολεμένους»!


Σχολιάστε εδώ