Η πυραμίδα της «διαφθοράς»

Πράγματι, τα τελευταία δεκαπέντε, τουλάχιστον, χρόνια το πρόβλημα της διαφθοράς και της συναλλαγής έχει καταστεί κεντρικό θέμα συζήτησης στην πολιτική ζωή της χώρας, χωρίς να προωθούνται ουσιαστικές λύσεις. Με την πάροδο του χρόνου το πρόβλημα αυτό μονιμοποιείται, αναπαράγεται καθημερινά και «ενσωματώνεται» στις τρέχουσες πράξεις των πολιτών. Κατά μια έννοια η σιωπηρή «αποδοχή» οδηγεί σε μια διαδικασία άτυπης «νομιμοποίησης» του φαινομένου της συναλλαγής, η οποία αντιμετωπίζεται ως μια αναπόφευκτη πλευρά των σύγχρονων κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων. Κι αυτή η άτυπη «νομιμοποίηση» καθιστά ακόμα πιο δύσκολη την αντιμετώπιση του φαινομένου.

Βεβαίως το πρόβλημα της διαφθοράς και της συναλλαγής δεν συνιστά απλώς ένα πρόβλημα παραβίασης κάποιων ηθικών κανόνων ή ακόμα και νομικών διατάξεων. Ο τρόπος με τον οποίο το φαινόμενο της συναλλαγής ενσωματώνεται στο «σχήμα» των κοινωνικοοικονομικών σχέσεων αποδεικνύει τον ευρύτερο χαρακτήρα του. Άλλωστε τα φαινόμενα της διαφθοράς, της συναλλαγής, της διαπλοκής, χαρακτηρίζουν σήμερα όλον σχεδόν τον δυτικό κόσμο, αποκαλύπτοντας τις ιστορικές κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις τους.

Το φαινόμενο της διαφθοράς και της συναλλαγής στη χώρα μας έχει προσλάβει πολλαπλές διαστάσεις.

Αφορά κατ’ αρχήν στη σχέση του κράτους με τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Η παραδοσιακή πρόσδεση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας στο κράτος και στους φορείς του (δανειοδοτήσεις, δημόσια έργα, προμήθειες προς το Δημόσιο κ.λπ.) έχει οδηγήσει ένα μεγάλο τμήμα της ιδιωτικής οικονομίας σε εξάρτηση, σε ουσιαστική χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της από το κράτος.

Αυτή ακριβώς η εξάρτηση διαμορφώνει ένα πλέγμα συμφερόντων που εκκινεί από το επίπεδο της εκτελεστικής εξουσίας και περιλαμβάνει την ανώτερη και μεσαία κλίμακα της κυβερνητικής μηχανής.

Το επίπεδο αυτό συναλλαγής και διαφθοράς αφορά κατ’ εξοχήν το πεδίο της «διαπλοκής», όπου συναντώνται και εμπλέκονται πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα και φορείς αποφάσεων.

Το επίπεδο αυτό δεν επηρεάζει μόνο τις γενικότερες κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις, αλλά και σηματοδοτεί γενικότερα ένα πρότυπο διαφθοράς, που χρησιμεύει στη συνέχεια ως «άλλοθι» ή ως υπόδειγμα για τα κατώτερα επίπεδα του κρατικού μηχανισμού και των κοινωνικών ομάδων.

Όταν ο πολίτης αναγνωρίζει ως κυρίαρχο το φαινόμενο της συναλλαγής και της διαφθοράς σε πρόσωπα της πολιτικής εξουσίας και σε ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες, μπορεί από τη μια πλευρά να το καταγγέλλει με δριμύτητα, από την άλλη όμως να το χρησιμοποιεί ως «άλλοθι», προκειμένου να δικαιολογήσει δικές του πράξεις συναλλαγής.

Το «κάθετο» πλέγμα της συναλλαγής και της διαφθοράς αφορά στη σχέση κρατικού μηχανισμού και κοινωνίας, δηλαδή στη σχέση δημοσίων – κρατικών υπηρεσιών με τους πολίτες. Σ’ αυτό το πεδίο το πλέγμα της γραφειοκρατίας χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την αιτιολόγηση της συναλλαγής. Το αποκαλούμενο «γρηγορόσημο» κωδικοποιεί έναν καθιερωμένο πλέον μηχανισμό συναλλαγής, μέσω του οποίου ξεπερνιούνται «αυτοστιγμεί» τα γραφειοκρατικά εμπόδια και οι πολύπλοκες τυπικές διαδικασίες. Με αυτήν την έννοια η συναλλαγή αποκτά διαστάσεις κοινωνικού φαινομένου, εγκαθίσταται στη συνείδηση των πολιτών ως αναγκαίο -και ταυτόχρονα αναπόφευκτο- «κακό». Με αυτόν τον τρόπο η εξαγορά, ως καθημερινή πράξη, εντάσσεται στον οικονομικό προϋπολογισμό του πολίτη. Το «φακελάκι», το «γρηγορόσημο», υπολογίζονται πλέον ως τμήματα των εξόδων του οικογενειακού προϋπολογισμού.

Το φαινόμενο της διαφθοράς αποκτά, δυστυχώς, κοινωνικό χαρακτήρα, εξαιτίας και της ανοχής που επιδεικνύεται από τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, προκειμένου αυτοί να αποφύγουν τη γραφειοκρατία και τη μακρόχρονη ταλαιπωρία.

Αυτό το στοιχείο της «ανοχής» αποτελεί ισχυρό «θεμέλιο» της διαφθοράς.

Επί δεκαετίες οι πολίτες «βομβαρδίζονται» με επαγγελίες για «πάταξη της γραφειοκρατίας», για «εκσυγχρονισμό», για «αποκέντρωση της διοίκησης», για την «εγκατάσταση σύγχρονων συστημάτων μηχανοργάνωσης»… Ακόμη και παράλληλοι μηχανισμοί ιδρύθηκαν -όπως τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών- προκειμένου να ξεπερασθούν τα προβλήματα.

Παρ’ όλο που έγιναν, πράγματι, πολλά θετικά βήματα από την πλευρά της αντιμετώπισης της γραφειοκρατίας, το φαινόμενο της διαφθοράς και της συναλλαγής όχι μόνο δεν περιορίσθηκε, αλλά απέκτησε δομικά χαρακτηριστικά.

Γιατί το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο τις δομές και τις λειτουργίες του κρατικού μηχανισμού. Αντίθετα, συνδέεται με τις ευρύτερες ανακατατάξεις του καιρού μας που οδήγησαν στην πτώση των αξιακών προτύπων και στην επικράτηση της «νοοτροπίας» της αγοράς, ενός στενού «ωφελιμισμού», που καταργεί κάθε ευρύτερο πλαίσιο αναφοράς σε κοινωνικές αρχές και σε ηθικά προτάγματα.

Γι’ αυτό και οι επικλήσεις ή και οι υποσχέσεις των εκάστοτε κυβερνητικών παραγόντων για την πάταξη του φαινομένου της διαφθοράς αποτελούν απλώς ευχολόγια, χωρίς να έχουν ουσιαστικά αποτελέσματα.

Όσο η ίδια η πολιτική εξουσία διατηρεί δεσμούς με τα οικονομικά συμφέροντα, όσο τα συμφέροντα αυτά εξαρτούν την προοπτική τους και την κερδοφορία τους από τη σχέση τους με την εκτελεστική εξουσία και τον κρατικό μηχανισμό, τόσο η διαφθορά και η συναλλαγή θα ενισχύονται και θα «διαπερνούν» κάθε κοινωνικό δεσμό.

Ασφαλώς η αντιμετώπιση της συναλλαγής, της διαφθοράς, των φαινομένων της διαπλοκής απαιτεί ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο και πλήρη διαφάνεια στις συναλλαγές.

Πάνω από όλα όμως προϋποθέτει ένα παράδειγμα εντιμότητας και ακεραιότητας, το οποίο θα πρέπει να εκπορεύεται από τους πολιτικούς, από τους πνευματικούς ανθρώπους, από τις ηγεσίες των κοινωνικών φορέων.

Δηλαδή από όλους εκείνους που σήμερα αδαπάνως καταγγέλλουν τα φαινόμενα της διαφθοράς, όταν ένα μεγάλο τμήμα από αυτούς συναλλάσσεται εμμέσως ή αμέσως με τα πολυποίκιλα συμφέροντα και τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, οι οποίοι άλλωστε φροντίζουν να τους παρέχουν αφειδώς, από την πλευρά τους, καθημερινά «δημοσιότητα».


Σχολιάστε εδώ