Με άρωμα κοινωνικής ευαισθησίας ο Παπανδρέου στη ΔΕΘ, αλλά δεν έπεισε

Το κυβερνών κόμμα της ΝΔ άρχισε να φθείρεται ραγδαία, αλλά το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είναι σε θέση να εισπράξει αυτήν τη φθορά, καθώς στον ελληνικό λαό είναι ακόμη νωπές οι μνήμες από τις νεοφιλελεύθερες επιλογές των κυβερνήσεων Σημίτη, βασικό στέλεχος των οποίων υπήρξε και ο Γ. Παπανδρέου. Ο λαός θυμάται ακόμη την «πράσινη λαίλαπα» και αυτό διασώζει προς το παρόν την υπερσυντηρητική πολιτική της σημερινής κυβέρνησης, αλλά καθιστά και τον λόγο του ΠΑΣΟΚ εντελώς αναξιόπιστο, με έντονη αναντιστοιχία λόγων και έργων. Η γνωστή αναξιοπιστία που βαρύνει όλους σχεδόν τους ευρωπαίους σοσιαλιστές ηγέτες. Και για χρόνια θα τους βαρύνει.

Αν απογυμνώσουμε την ομιλία του κ. Γ. Παπανδρέου από τις «πράσινες» αμαρτίες των «εκσυγχρονιστών» του σημιτικού νεο-ΠΑΣΟΚ και την έκδηλη αναξιοπιστία των ευρωπαίων σοσιαλιστών, θα βρούμε στον λόγο του πολλά θετικά σημεία, που ωστόσο είναι δύσκολο να τα κάνει κανείς πιστευτά. Η συνέπεια της αναξιοπιστίας είναι ότι ο λόγος εξαφανίζεται μέσα στο μαύρο σύννεφο που έχει δημιουργήσει ο πρότερος «μη συνεπής» πολιτικός βίος του ομιλητή. Αυτήν την αναξιοπιστία του ΠΑΣΟΚ προβάλλει σε κάθε περίπτωση και η κυβέρνηση της ΝΔ γιατί γνωρίζει ότι αυτά βρίσκουν ακόμη απήχηση στον ελληνικό λαό και μπορούν έτσι να καλύψουν και τις δυσάρεστες κυβερνητικές αποφάσεις. Κρίνοντας κανείς εντελώς αντικειμενικά την ομιλία του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, διαπιστώνει εύκολα ότι μυρίζει ένα έντονο «άρωμα κοινωνικής ευαισθησίας» σε αντίθεση με την κοινωνική αδιαφορία που χαρακτηρίζει τις επιλογές της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης Καραμανλή.

Πέρα όμως από το «τεκμήριο αναξιοπιστίας» που βαρύνει τον κ. Παπανδρέου, ο λόγος και τα όσα σωστά μας είπε συγκρούονται με τις επιδιώξεις της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, της οποίας και ο Γ. Παπανδρέου υπήρξε πιστός υπηρέτης και τυφλός υποστηρικτής στο παρελθόν. Και εξακολουθεί να είναι και τώρα. Αν επιθυμεί ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ να πιστέψουμε ότι θα υλοποιήσει τα όσα είπε στη Θεσσαλονίκη ερχόμενος μελλοντικά στην εξουσία, θα πρέπει να βροντοφωνήσει ότι είναι αντίθετος με τις δομές και τις επιλογές του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Αν τον ακούσουμε να πει «mea culpa» για την αφοσίωσή του στη νέα τάξη πραγμάτων, τότε και μόνο μπορεί να αρχίσει να γίνεται πιστευτός. Στο σημερινό διεθνές οικονομικό περιβάλλον, τα όσα είπε ο κ. Παπανδρέου είναι πολύ ωραία για να μπορούν να υλοποιηθούν και να αποτελέσουν βασικούς πυλώνες μιας οικονομικής πολιτικής. Το μεγάλο κενό στην ομιλία του είναι ότι δεν μας είπε πως προκειμένου να υλοποιήσει το πρόγραμμά του, είναι αποφασισμένος να έρθει σε ρήξη με το κατεστημένο και τις πανίσχυρες και αχαλίνωτες δυνάμεις της αγοράς. Μίλησε ο κ. Παπανδρέου για ενίσχυση του εποπτικού ρόλου του κράτους στην οικονομία και για ενιαία εποπτεία των τραπεζικών, χρηματιστηριακών, επενδυτικών και ασφαλιστικών υπηρεσιών. Πολύ σωστά αυτά. Πού ήταν όμως ο κ. Παπανδρέου όταν οι κυβερνήσεις Σημίτη κατεδάφιζαν τους εποπτικούς μηχανισμούς του κράτους, για να απελευθερωθούν οι δυνάμεις της αγοράς; Με ποιους μηχανισμούς θα μπορέσει να τιθασεύσει αυτές τις αντικοινωνικές δυνάμεις; Πώς θα μπορέσει να εξουδετερώσει τις αντιδράσεις της νεοφιλελεύθερης ηγεσίας της ΕΕ; Οι δυνάμεις της αγοράς συμπεριφέρονται με τον τρόπο που όλοι γνωρίζουμε, γιατί στηρίζονται σε ισχυρές συμμαχίες. Και αυτά τα γνωρίζει φυσικά ο κ. Παπανδρέου από τη μακρόχρονη υπουργική του θητεία.

Μας είπε ο κ. Παπανδρέου ότι χρειάζεται αναδιανομή του παραγομένου κοινωνικού πλούτου (εισοδήματος) μέσα από τη μείωση του φόρου εργασίας και αύξησης της φορολογίας του κεφαλαίου. Πολύ ωραίο για να μπορεί να υλοποιηθεί. Η σημερινή συγκυρία απαιτεί φορολογική ασυδοσία του κεφαλαίου και μετατόπιση του φορολογικού βάρους στους ώμους των εργαζομένων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Και αυτή είναι και η επιλογή της ΕΕ. Δεν μας είπε ο κ. Παπανδρέου αν είναι αποφασισμένος να έρθει σε ρήξεις με το διεθνές και ντόπιο οικονομικό κατεστημένο, προκειμένου να καταφέρει να μεταρρυθμίσει το άδικο φορολογικό μας σύστημα, που γίνεται ακόμα περισσότερο άδικο και ανάλγητο με τις αλλαγές και τις τροποποιήσεις που ετοιμάζει ο κ. Αλογοσκούφης, ένθερμος οπαδός και θαυμαστής του Φρίντμαν. Μας είπε ακόμη ότι θα επιφέρει αλλαγή στη σχέση άμεσων / έμμεσων φόρων με μείωση της συμμετοχής των φόρων κατανάλωσης στα συνολικά φορολογικά έσοδα.

Για να υλοποιηθεί αυτή η αλλαγή χρειάζεται δραστικός περιορισμός των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης) και μετατόπιση του φορολογικού βάρους στην άμεση φορολογία, δηλαδή κυρίως στη φορολογία εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και στη φορολογία του κεφαλαίου και της περιουσίας. Δεν μας είπε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πώς και με ποια μέθοδο θα μπορέσει να μειώσει τη φορολογία της εργασίας, όταν επαγγέλλεται την αύξηση της φορολογίας εισοδήματος. Η σημερινή ελληνική πραγματικότητα φέρνει σε αντίθεση την εξαγγελία για μείωση της φορολογίας του εισοδήματος εργασίας με την πρόθεση της αύξησης της άμεσης φορολογίας. Μια «αναδόμηση» της σχέσης άμεσης / έμμεσης φορολογίας είναι μεγάλη επιχείρηση που προηγούμενα απαιτεί εξάλειψη των δημοσιονομικών ανισορροπιών, συνετή δημοσιονομική διαχείριση και μακροχρόνια τμηματική αναπροσαρμογή της φορολογίας, έτσι ώστε η διατάραξη της σχέσης να μην κλονίσει τον κρατικό προϋπολογισμό και να μη φορτώσει τη φορολογία στους ώμους των εργαζομένων (μισθωτών, ελευθέρων επαγγελματιών και μικρομεσαίων επιχειρηματιών). Αυτοσχεδιασμοί στη φορολογία και «πρόχειρες κατασκευές» μπορεί να αποβούν έντονα αρνητικές για ολόκληρη την οικονομία μας. Αναμφισβήτητα το φορολογικό μας σύστημα είναι άδικο και είναι αναγκαίο να αλλάξει. Και η όποια κυβέρνηση να μην το βλέπει ως «εισπρακτικό εργαλείο», παραβλέποντας την κοινωνική και αναπτυξιακή του διάσταση.

Η αναμφισβήτητα μεγάλη αρετή της ομιλίας του προέδρου του ΠΑΣΟΚ είναι ότι περιέχει ορισμένα σημεία για μια διαφορετική κατεύθυνση της αναπτυξιακής πολιτικής. Η αναπτυξιακή πρόταση του κ. Παπανδρέου, χωρίς να είναι ολοκληρωμένη, δείχνει ένα νέο μονοπάτι για να πετύχουμε υγιή και αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη, προς διαφορετική κατεύθυνση από εκείνη της καταιγίδας των άστοχων και κοινωνικά απαράδεκτων μεταρρυθμίσεων που άρχισε να εφαρμόζει χωρίς περίσκεψη η σημερινή κυβέρνηση. Ας παρακολουθήσουμε την αναπτυξιακή πορεία που προτείνει ο Γ. Παπανδρέου. Δύσβατη και ολισθηρή αναμφίβολα, αλλά σωστή και με κοινωνική ευαισθησία, που στηρίζεται σε μια δίκαιη κοινωνική και οικονομική αναδόμηση και έτσι εγγυάται και τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.

Μίλησε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ για τη βάση πάνω στην οποία θα πρέπει να στηρίξουμε την ανάπτυξη της χώρας. Μας είπε για το τέλος του «κύκλου των μεγάλων έργων υποδομής», εννοώντας προφανώς ότι η αναπτυξιακή πορεία δεν μπορεί να έχει βασικό πυλώνα την εκτέλεση έργων υποδομής. Βέβαια τα έργα υποδομής δεν πρέπει ποτέ να σταματάνε, δεν μπορούν όμως να αποτελούν τις μοναδικές επενδύσεις του κράτους. Το αναπτυξιακό μοντέλο του το στηρίζει στις επενδύσεις για έρευνα, τεχνολογία, πολιτισμό και αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας μας. Και παράλληλα με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα στον τουρισμό, τη ναυτιλία και την παραγωγή και επεξεργασία τροφίμων θα πρέπει να αναπτύξουμε και τους τομείς του περιβάλλοντος, του πολιτισμού και αθλητισμού, των υπηρεσιών εκπαίδευσης και υγείας, των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και των νέων τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας. Με άλλα λόγια, ο κ. Παπανδρέου προτείνει την εξειδίκευση της οικονομίας μας στους κλάδους που διαθέτουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα, κάτι που χρόνια τώρα υποστηρίζουμε από τη στήλη μας αυτή, καθώς θεωρούμε ότι μέσα στο άγριο ανταγωνιστικό περιβάλλον της διεθνούς αγοράς η εξειδίκευση των ασθενών, μικρών οικονομιών αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την επιβίωσή τους. Πάντως η εξειδίκευση της οικονομίας έπρεπε να προηγηθεί της ένταξής μας στην ΟΝΕ. Για το γεγονός ότι μπήκαμε στην ΟΝΕ με αθωράκιστη οικονομία και με ψεύτικες επιδόσεις, την ευθύνη φέρουν ακέραια οι κυβερνήσεις Σημίτη και φυσικά και ο Γ. Παπανδρέου. Πέρα από την εξειδίκευση της οικονομίας, ως βασικό επίσης πυλώνα ανάπτυξης προβάλλει την επένδυση στην έρευνα και στην παιδεία. Και υποσχέθηκε, όταν κατακτήσει την εξουσία, το 5% του κρατικού προϋπολογισμού να διοχετεύεται στην παιδεία και επίσης το 40% των πόρων του Δ΄ ΚΠΣ. Στόχος, η σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τις ανάγκες της παραγωγής και της περιφερειακής ανάπτυξης.

Σημειώνουμε με ιδιαίτερη ικανοποίηση τη δήλωση του κ. Παπανδρέου ότι η αναπτυξιακή πολιτική που θα εφαρμόσει θα είναι απομακρυσμένη από τη λογική των επιδοτήσεων ως αναπτυξιακού κινήτρου της επιχειρηματικότητας. Και εδώ ήρθε σε πλήρη αντίθεση με την προσήλωση του Κ. Καραμανλή στην «κινητροδότηση» εκ μέρους του κράτους για την προσέλκυση νέων επενδύσεων. Έτσι, ως βασικό κίνητρο για την προσέλκυση νέων επενδύσεων, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ προβάλλει πολύ σωστά την αύξηση της ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών. Και αυτό θα το πετύχει με την αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου, δηλαδή του παραγόμενου εισοδήματος. Κάτι που θα γίνει μέσα από τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος. Όμως δεν αρκούν οι αλλαγές στη φορολογία. Ολόκληρο το σύστημα κατανομής και διασποράς του εθνικού εισοδήματος πρέπει να αλλάξει. Δεν μπορούμε να πετύχουμε ανάπτυξη όταν τα εισοδήματα της μεγάλης πλειονότητας του λαού έχουν μπλοκαριστεί και ροκανίζονται συνεχώς από την ακρίβεια και την αισχροκέρδεια. Για τα δύο αυτά νοσηρά φαινόμενα της αγοράς, τα οποία οδηγούν στην εξαθλίωση όλους τους χαμηλοεισοδηματίες και δημιουργούν ευρύτερο κοινωνικό πρόβλημα δεν μας είπε ο κ. Παπανδρέου πώς θα τα αντιμετωπίσει. Είναι ένα σοβαρό κενό της ομιλίας του. Αντίθετα, έστω και για λίγο, κάλυψε το μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα της ανεργίας. Η στήλη μας αυτή από χρόνια φωνάζει ότι σήμερα η ανεργία δεν είναι κυκλική, δηλαδή αποτέλεσμα της φάσης του οικονομικού κύκλου (άλλωστε στη σύγχρονη οικονομία ο οικονομικός κύκλος έχει σοβαρά αποδυναμωθεί) αλλά διαρθρωτική. Αποτελεί διαρθρωτική αδυναμία της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και γι’ αυτό δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από την ανεργία. Με ιδιαίτερη ικανοποίηση σημειώνουμε ότι και ο κ. Παπανδρέου μίλησε για διαρθρωτική ανεργία. Δεν μας είπε όμως σχεδόν τίποτε για μια στρατηγική για την αντιμετώπιση αυτού του καυτού προβλήματος. Πρέπει να εφαρμοστεί μια νέα στρατηγική για τον περιορισμό της ανεργίας, ανάλογη με τα αίτια που την προκαλούν. Με τις μεθοδεύσεις ΟΑΕΔ, με τα επιδόματα ανεργίας και με κίνητρα για πρόσληψη ανέργων δεν χτυπιέται η διαρθρωτική ανεργία. Αυτά αποτελούν ξεπερασμένες μεθόδους. Τώρα χρειάζεται νέα στρατηγική. Και στο σημείο αυτό η ομιλία του προέδρου του ΠΑΣΟΚ υπήρξε απογοητευτικά φτωχή. Ενώ γνωρίζει ότι το πρόβλημα αυτό απασχολεί σχεδόν όλες τις ελληνικές οικογένειες.

Το συμπέρασμα από μια προσεκτική μελέτη και ανάλυση της ομιλίας του κ. Παπανδρέου είναι ότι επικεντρώθηκε στην παρουσίαση ενός, έστω ατελούς, νέου αναπτυξιακού μοντέλου και στις μεταρρυθμίσεις του φορολογικού συστήματος. Παρουσίασε πολλά κενά η ομιλία του σε καυτά θέματα, όπως ακρίβεια, ανεργία, εργασιακές σχέσεις, δημοσιονομικές ανισορροπίες, εκποίηση της κρατικής περιουσίας, μείωση της ανταγωνιστικότητας κ.λπ. Ίσως οι παραλείψεις να οφείλονται στο γεγονός ότι για τα προβλήματα αυτά μεγάλη είναι η ευθύνη των κυβερνήσεων Σημίτη. Και το «μοντέλο ανάπτυξης» που παρουσίασε προϋποθέτει τρομερές κόντρες με πανίσχυρους εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες, για να υλοποιηθεί και να μην αποτελέσει απλώς ένα παραπάνω «ευχολόγιο» μέσα στα τόσα που μέχρι τώρα έχει ακούσει ο ελληνικός λαός. Τις κόντρες αυτές με ποια στελέχη θα τις κερδίσει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ;


Σχολιάστε εδώ