Επιτέλους, τέρμα ο «λουφές», ύστερα από 180 χρόνια!

Αυτήν τη φράση του Φωκίωνα θυμόταν ο γράφων επί χρόνια τώρα και κάθε φορά που όλοι σχεδόν οι πρωθυπουργοί της χώρας ανέβαιναν στο βήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης για να ανακοινώνουν τα γνωστά «πακέτα» παροχών για να γίνουν ευχάριστοι, ενώ στην πραγματικότητα έκαναν κακό στους εργαζόμενους και φορολογούμενους και, φυσικά, στη χώρα.

Εφέτος θυμηθήκαμε ξανά τα λόγια αυτά του Φωκίωνα, αλλά με εντελώς αντίθετες σκέψεις. Γιατί, επιτέλους, για πρώτη φορά έλληνας πρωθυπουργός δεν ανέβηκε στο βήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης για να ανακοινώσει τα γνωστά «πακέτα» παροχών από άδεια δημόσια ταμεία ή να πει ωραία λόγια για την οικονομία. Ο σημερινός πρωθυπουργός της χώρας, Κώστας Καραμανλής, προώθησε μία ακόμη «μεταρρύθμιση» στην έως τώρα πολιτική νοοτροπία, που ήθελε να είναι οι κυβερνήσεις πρόσκαιρα ευχάριστες και μόνιμα πληττόμενους τους εργατοϋπαλλήλους και τους φορολογούμενους, με την ανακοίνωση τομών, μεταρρυθμίσεων και ρήξεων. Η χώρα μας, ακριβώς από τέτοιες άκριτες και άφρονες παροχές και από ατολμία όλων των κυβερνήσεων στην προώθηση των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, κατάντησε να είναι μόνιμα ουραγός σε θετικούς οικονομικοκοινωνικούς δείκτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το δημόσιο χρέος, για παράδειγμα, από 34,5% του ΑΕΠ το 1981 έφθασε στο 114,8% του ΑΕΠ το 2001. Το δημόσιο έλλειμμα από 10,8% του ΑΕΠ το 1981 έφθασε στο 23,1% του ΑΕΠ το 1989. Η ανεργία από 4% το 1981 έφθασε στο 12,1% το 1999. Οι άμεσοι φόροι από 10,8% του ΑΕΠ το 1981 έφθασαν στο 15,3% του ΑΕΠ το 1987. Οι έμμεσοι φόροι από 5% του ΑΕΠ το 1981 έφθασαν στο 11,2% του ΑΕΠ το 2000. Και οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι από 58,8% που συμμετείχαν στο σύνολο των φόρων το 1981 έγιναν τα μόνιμα «υποζύγια» της φορολογίας, αφού η συμμετοχή τους στον φόρο ανήλθε στο 69,8% το 1984.

Ο Κώστας Σημίτης, για παράδειγμα, ο οποίος ως πρωθυπουργός ανακοίνωνε μάλιστα συνεχώς «πακέτα κοινωνικών παροχών» δεκάδων δισ. δραχμών από το βήμα της ΔΕΘ, είχε αναγκαστεί τον Οκτώβριο του 1985, ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας, να εξαγγείλει και να εφαρμόσει για τη διετία 1985-1987 το πιο σκληρό πρόγραμμα λιτότητας, με το οποίο επιδιωκόταν η σταθεροποίηση της οικονομίας μετά την κατάρρευσή της από την πολιτική της «καμένης γης» την περίοδο 1979-1981 και τη συνέχισή της με ακόμη «επιθετικότερο» τρόπο έως το 1985. Επίσης, ως πρωθυπουργός, μετά το 1996, όταν έπρεπε η εξουθενωμένη οικονομία από την τακτική και γνωστή ιαχή «δώσ’ τα όλα» και την «επεκτατική» οικονομική πολιτική και από τον αλόγιστο δανεισμό της περιόδου 1990-1995 να ικανοποιήσει τα κριτήρια του Μάαστριχτ, αναγκάστηκε να πάρει φορολογικά μέτρα που έχουν σπάσει όλα τα ρεκόρ σε σκληρότητα. Γενικά, σε όλη σχεδόν την περίοδο 1981-2004, θύματα των αλόγιστων «κοινωνικών» παροχών, του άκριτου δανεισμού και της σπατάλης υπήρξαν μόνο οι φορολογούμενοι και οι εργατοϋπάλληλοι.

Έτσι, εκπλήσσεται κανείς από την επιμονή στη συζήτηση και τις «πονόψυχες» κραυγές που προηγήθηκαν και συνεχίστηκαν μετά την κατηγορηματική δήλωση του Κώστα Καραμανλή στην εφετινή ΔΕΘ ότι δεν θα δοθεί το περιβόητο επίδομα θέρμανσης, αφού τα δημόσια ταμεία είναι άδεια. Η έκπληξη αυτή γίνεται μεγαλύτερη, αν υπενθυμίσουμε αυτά που έλεγε στην επιστολή παραίτησής του ο Κώστας Σημίτης στις 26 Νοεμβρίου 1987 προς τον τότε πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου: «Μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα δεν συμβιβάζονται με ελαστική εισοδηματική πολιτική, όταν στόχος παραμένει ο περιορισμός του πληθωρισμού». Ή αν υπενθυμίσουμε την επισήμανση του πρώην υπουργού Εθνικής Οικονομίας Γιάννου Παπαντωνίου το 2001, ο οποίος σε δηλώσεις του, όταν ήταν υπουργός Εθνικής Άμυνας, είχε υπογραμμίσει ότι «αν μια κυβέρνηση εκτεθεί σε υπερβολικές παροχές, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια αντοχής της οικονομίας, τελικά την πληρώνουν οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι», ενώ την ίδια στιγμή ο βουλευτής τότε της Νέας Δημοκρατίας και σημερινός υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Γιώργος Αλογοσκούφης, υπογράμμιζε ότι «ένας καινούργιος φαύλος κύκλος δανεισμού είναι μια ακόμη ανεύθυνη πολιτική».

Ο γράφων σε όλη την πολύχρονη δημοσιογραφική πορεία του επέμενε ότι θύματα κυρίως της άφρονος διαχείρισης των φόρων και δανειακών κεφαλαίων είναι οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι, διότι, όπως τονίζαμε, δεν «υπάρχει πιάτο δωρεάν στην οικονομία, αφού πάντα κάποιος το πληρώνει». Και, δυστυχώς, τα «πιάτα» που ανακοινώνονταν ανελλιπώς κυρίως τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια για κομματικά οφέλη ή τις μεταρρυθμίσεις που δεν γίνονταν λόγω κομματικού κόστους τα πλήρωναν μόνο οι εργατοϋπάλληλοι και οι φορολογούμενοι με την ακατάπαυστη λιτότητα και σκληρή φορολογία υπό τα μειδιάματα των βολεμένων και προνομιούχων.

Για το κατάντημα αυτό της χώρας μας από την κακή διαχείριση των εθνικών πόρων επιτρέψτε μας να κλείσουμε το σημείωμα αυτό με μερικά λόγια του Μακρυγιάννη: «Πατρίδα, ήσουνε άτυχη από ανθρώπους να σε κυβερνήσουν» και «αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια να ‘χω, στραβός θανά είμαι»! Ας θυμηθούμε και τον Ροΐδη: «Η Ελλάς εδαπάνησε άπαν το χρήμα του λαού, αντί έργων χρησίμων, εις συντήρησιν κοπαδίου κομματικών κηφήνων, χάριν των οποίων στέργει την πενίαν, την κακοπραγίαν, την ασημότητα και τους εμπαιγμούς του κόσμου όλου»!

Συμπέρασμα: Οι Έλληνες δεν θα είχαν ανάγκη επιδομάτων και παροχών, αν η οικονομία είχε συγκλίνει πραγματικά προς την κοινοτική μετά το 1981, αν δηλαδή δεν έπαιρναν μισθούς και συντάξεις πείνας εξαιτίας της σπατάλης και της κακοδιαχείρισης επί δεκάδες χρόνια για κομματικά οφέλη…


Σχολιάστε εδώ