Οι πλημμύρες της Λουιζιάνας αμφισβητούν την επάρκεια των ΗΠΑ…

Δεν έχει πολύ μεγάλη σημασία αν θα παραιτηθεί ή όχι ο πρόεδρος Μπους, ο οποίος ήδη περιφέρεται με ελικόπτερα ως γραφική φιγούρα στις παρυφές των πληγεισών περιοχών (διότι στην «καρδιά τους» δεν διανοείται και δεν του επιτρέπεται να πλησιάσει) και προσπαθεί να πείσει ότι συμπάσχει με τους απελπισμένους και κατεστραμμένους ανθρώπους. Σημασία έχει ότι όλη η υφήλιος παρακολούθησε το τρομερό δράμα των Ηνωμένων Πολιτειών, να αποδεικνύονται εφιαλτικά ανεπαρκείς στην αντιμετώπιση μιας φυσικής (σφοδρής και εκτεταμένης, είναι αλήθεια) καταστροφής. Ουσιαστικά πρόκειται για την αυτοέκθεση των ΗΠΑ στον υπόλοιπο κόσμο, αφού όλοι διαπιστώνουν πως η υπερδύναμη μπορεί κάλλιστα να ξεκινά πολέμους στο πιο απίθανο σημείο της Γης, να καταλύει πολιτεύματα, να στέλνει εκατοντάδες χιλιάδες στρατιωτών, να δοκιμάζει πολλά νέα όπλα, αλλά αδυνατεί να φροντίσει τους πολίτες της από την επίθεση ενός τυφώνα, τις επιπτώσεις μιας πλημμύρας και τις συνέπειες του αναμενόμενου πλιάτσικου.

Μεγαλύτερη έκπληξη απ’ όλους μάλλον θα νιώθουν οι ίδιοι οι αμερικανοί πολίτες, ανάλογη ίσως με εκείνην της 11ης Σεπτεμβρίου, όταν επλήγησαν από το τρομερό χτύπημα οι δίδυμοι πύργοι της Νέας Υόρκης και τότε κατέρρευσε η αίσθηση της πανίσχυρης υπερδύναμης και της απολύτως προστατευμένης από οποιονδήποτε εχθρό χώρας. Σήμερα, οι κατεστραμμένες πολιτείες του νότου, με τα στόματα δημάρχων τους καταγγέλουν την κεντρική διοίκηση για αδιαφορία, ολιγωρία, ανεπάρκεια θρηνώντας εκατοντάδες, μπορεί και χιλιάδες νεκρούς. Τις εικόνες αυτές που μεταδίδονται σε όλον τον κόσμο τις παρακολουθούν άναυδοι οι κάτοικοι των άλλων πολιτειών, διαπιστώνοντας ότι στη θέση της Λουιζιάνας θα μπορούσε να είναι η Μοντάνα, η Νεβάδα ή το Άινταχο. Αυτή τη φορά βλέπουν όλοι, γιατί όλα μεταδίδονται, ενώ στην περίπτωση της εισβολής στο Ιράκ οι μεταδιδόμενες εικόνες ήταν αυστηρά επιλεγμένες και λογοκριμένες, υπό τη λογική ότι η χώρα είναι σε πόλεμο, άρα δεν μπορεί να υπάρχει ανεξέλεγκτη πληροφόρηση. Γι’ αυτό και ο μέσος αμερικανός πολίτης, κάτοικος οποιασδήποτε πολιτείας, πλην ίσως της Ν. Υόρκης, του Σαν Φρανσίσκο της Βοστώνης, του Μέιν, του Κονέκτικατ, δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει τι ακριβώς γινόταν στο Ιράκ. Δεν είχε εικόνα από την εξόντωση αμάχων στη λαϊκή αγορά της Βαγδάτης, αλλά, ούτε και από τα αμερικανικά ελικόπτερα που κατέρριψε ο ιρακινός στρατός ή απλώς αμυνόμενοι πολίτες.

Σήμερα τα βλέπει όλα ή τα περισσότερα. Και ασφαλώς η έκπληξη είναι μεγάλη για την αδυναμία του πανίσχυρου κράτους, που μπορεί να κάνει πολέμους αλλά δεν μπορεί να σώσει τους ανθρώπους του από τις θεομηνίες. Τι είναι όλο αυτό; Στην ουσία η υπερδύναμη είναι αντιμέτωπη με τον εαυτό της και καλείται να πείσει (αν μπορεί) ότι ο ρόλος που διάλεξε και μεθόδευσε, αυτός του απόλυτου αφεντικού παντού και σε όλα της πάει και μπορεί να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις του. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δίνουν μια μάχη γοήτρου με τα μέσα ενημέρωσης που μεταδίδουν τις τραγικές εικόνες από τις πολιτείες του νότου. Είναι από τις περιπτώσεις που το γόητρο ταυτίζεται με την ουσία ή συναντιέται αναγκαστικά με αυτήν: Για τις ΗΠΑ δεν είναι αρκετό (ίσως ούτε και επιθυμητό) να προκαλέσουν τον παγκόσμιο οίκτο (δύσκολο με όσα άλλα κάνουν, αλλά μπορεί να συμβεί) όσο κι αν κάτι τέτοιο θα τους έδινε ένα «καθημερινό» και ανθρώπινο πρόσωπο. Αυτό πιθανώς να είχε δυσάρεστες συνέπειες στην περαιτέρω πορεία τους, αφού θα οδηγούσε στο ράγισμα της εικόνας του παγκόσμιου χωροφύλακα, του σκληρού που επιβάλλει παντού τον νόμο έτσι όπως εκείνος τον αντιλαμβάνεται.

Η αδυναμία των ΗΠΑ να επέμβουν αποτελεσματικά στο νότιο κομμάτι της χώρας δίνει το δικαίωμα σε όλους να συμπεράνουν ότι η υπερδύναμη έδωσε πολύ μεγάλο βάρος (για λόγους που η ίδια γνωρίζει) και προτεραιότητα στην εξωτερική κατασταλτική της υπόσταση παρά στην εσωτερική προστατευτική (όταν χρειαστεί) προς τους πολίτες λειτουργία της. Το συμπέρασμα «εδώ δεν μπορείς να σώσεις τους ανθρώπους σου, πας να σώσεις, απρόσκλητη μάλιστα, το Ιράκ και όποιον άλλον;», εκφράζεται αβίαστα και ηχηρά προς τις ΗΠΑ δίνοντας το πράσινο φως στον καθένα να αμφισβητήσει το βάθος και την ουσία της κοινωνικής πρόνοιας και προστασίας για τον ντόπιο πληθυσμό. Πολύ πιθανόν ο πληθυσμός αυτός να εκπαιδεύεται από τις κυβερνήσεις στη βάση λατρείας της χώρας του και των ιδανικών της προβάλλοντας συγχρόνως την εικόνα του πόσο άσχημα περνούν ανά τον κόσμο όλοι οι άλλοι. Όταν αυτό το «άσχημα» επισκέπτεται τις ΗΠΑ και τους πολίτες της, τίθεται εν αμφιβόλω ολόκληρο το οικοδόμημα. Με άγνωστες συνέπειες.


Σχολιάστε εδώ