Η μεγάλη μάχη με τις εφημερίδες για την τιμή της δημοσιογραφίας
Το «Π» σήμερα δημοσιεύει τις προτάσεις που κατέθεσαν, σύμφωνα με πληροφορίες, οι ιδιοκτήτες των DVD club και, μεταξύ άλλων, αποκαλύπτουν τον μηχανισμό εύκολης πρόσβασης των εφημερίδων στις εταιρείες διανομής, χωρίς δε να καταβάλλουν το ΦΠΑ που επιβάλλει η νομοθεσία! Οι εφημερίδες ισχυρίστηκαν, μεταξύ άλλων, πως οι ταινίες που διανέμουν και διαφημίζουν έντονα από την τηλεόραση είναι… χαμηλού ενδιαφέροντος! Να υποθέσουμε ότι δεν εννοούσαν την εμπορική επιτυχία «Αμελί» που έδωσε το «Βήμα»…
Οι εταιρείες των DVD Club υποστηρίζουν πως οι εφημερίδες παραβιάζουν τη διάταξη του «άρθρου 17 του α.ν. 1092/1938, με βάση την οποία απαγορεύεται στις ημερήσιες εφημερίδες η διάθεση οποιασδήποτε παροχής, ακόμα και συναφούς με το κύριο αντικείμενο και τον βασικό τους προορισμό, αποκτώντας έτσι απέναντί μας αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Η διάταξη αυτή, η οποία δεν προκύπτει σαφώς ότι έχει καταργηθεί με τον ν. 2243/1994, αλλά παρέμεινε μάλλον κανόνας χωρίς κύρωση», αναφέρουν.
Οι εταιρείες υποστηρίζουν πως οι εφημερίδες κινούνται στον ίδιο εμπορικό χώρο, διανέμοντας DVD, με αθέμιτο τρόπο: «Δεδομένου του ισχυρισμού των μαρτύρων των αντιδίκων ότι η διάθεση των πρόσθετων αυτών παροχών, δηλ. των ψηφιακών δίσκων με τις ενσωματωμένες κινηματογραφικές ταινίες γίνεται σε τιμές άνω του κόστους παραγωγής των συγκεκριμένων προϊόντων για τις καθʼ ων (ο μάρτυρας της πρώτης των καθʼ ων κατέθεσε ότι κάθε ψηφιακός δίσκος κοστίζει στην επιχείρησή τους περί τα 0,55 – 0,56 ευρώ, ενώ η τιμή διάθεσής του είναι 1,00 ευρώ, ενώ ο μάρτυρας της δεύτερης των καθʼ ων κατέθεσε ότι η διάθεσή τους δεν γίνεται ακριβώς στο κόστος, αλλά υπάρχει ένα μικρό περιθώριο κέρδους), καταδεικνύεται πλήρως ότι οι καθʼ ων με τον τρόπο αυτό δραστηριοποιούνται ουσιαστικά εμπορικά στον ίδιο χώρο που δραστηριοποιούνται και οι επιχειρήσεις μας» (…)
Βάζουν θέμα ΦΠΑ, αλλά και προβολής των DVD έναντι των εντύπων: «…οι εκδοτικοί οίκοι εφημερίδων, λόγω του ιδιαίτερου ρόλου που υπηρετούν, που αφορά στην πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική ενημέρωση των πολιτών, δεν επιτρέπεται να εκμεταλλεύονται την ιδιαίτερη μεταχείριση που τους επιφυλάσσει η Πολιτεία, για να τους διευκολύνει στο έργο που επιτελούν, προκειμένου να επιδοθούν σε άλλου είδους εμπορικές δραστηριότητες». (…) «Εκμεταλλεύονται τόσο τις φορολογικές διευκολύνσεις που τους παρέχει το κράτος (μειωμένο Φ.Π.Α., απαλλαγή της υποχρέωσης έκδοσης αποδείξεων κ.λπ.), όσο και το σύστημα διανομής των εφημερίδων, οι οποίες διατίθενται μέσα σε μια νύχτα σε όλα τα σημεία της ελληνικής επικράτειας, προκειμένου να προωθήσουν τα συγκεκριμένα προϊόντα. (…) Και, μάλιστα, όπως το Δικαστήριό σας θα έχει διαπιστώσει με ίδια αντίληψη, στις διαφημίσεις αυτές δεν προβάλλονται τα θέματα των εφημερίδων, αλλά οι ταινίες που θα κυκλοφορήσουν οι εφημερίδες με τα επόμενα φύλλα τους».
Θέτουν θέμα επιβίωσης, θυμίζοντας τη ζημιά των δισκοπωλείων από τη διανομή CD από τις εφημερίδες: «Οι καταναλωτές τότε σταμάτησαν να αγοράζουν δίσκους και CD από τα δισκοπωλεία και περιορίστηκαν να εμπλουτίζουν τη δισκοθήκη τους με τα CD που διέθεταν οι εφημερίδες, με συνέπεια από τις 6.000 περίπου επιχειρήσεις να παραμείνουν σε λειτουργία μόλις 185». (…) «Οι πίνακες αυτοί καταδεικνύουν ότι τα ποσοστά μείωσης στις ενοικιάσεις αυτές (σ.σ. τριημέρου και βδομάδας), που αφορούν σε ταινίες όμοιας κατηγορίας με αυτές που διαθέτουν οι καθών και οι υπόλοιπες εφημερίδες φτάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και το 50% σε σχέση με τις αντίστοιχες ενοικιάσεις του προηγούμενου έτους, που δεν υπήρχε το φαινόμενο DVD – εφημερίδα. Επίσης, καταδεικνύουν το παντελώς αβάσιμο των ισχυρισμών των καθών ότι οι ταινίες που διαθέτουν είναι χαμηλού ενδιαφέροντος. (…) Και πρέπει, βέβαια, να σημειώσουμε ότι οι καθών κυκλοφόρησαν και ταινίες, οι οποίες είναι και σχετικά καινούριες, όπως την ταινία ʽʽAMELLIʼʼ, η οποία πρωτοπαίχτηκε στους κινηματογράφους πριν από περίπου τρία χρόνια».
Τέλος, βάζουν και ζήτημα πνευματικών δικαιωμάτων: «Αδιευκρίνιστο παρέμεινε το ύψος των πνευματικών δικαιωμάτων που καταβάλλεται για την αγορά των ταινιών, το κόστος ένθεσης των DVD’s στην εφημερίδα, το κόστος διανομής του κύριου προϊόντος μαζί με την πρόσθετη παροχή, καθώς, επίσης, και το κόστος της διαφήμισης. Η προσπάθεια των καθών να αποκρύψουν τα μεγέθη αυτά δεν είναι τυχαία. Οφείλεται, προφανώς, στο γεγονός ότι η ανάλυση όλων αυτών των μεγεθών θα καταδείκνυε ότι η τιμή πώλησης των συγκεκριμένων προϊόντων από τις εφημερίδες στην αξία του 1,00 ευρώ γίνεται τελικά κάτω του κόστους».