Κυβέρνηση: Παραχωρήσεις στην Αριστερά με τον νέο εκλογικό νόμο για την Τ.Α.
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες μας, κατ’ αρχήν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη η κυβερνητική επιλογή, ότι οι εκλογές του Οκτώβρη του 2006 θα γίνουν με το νέο εκλογικό σύστημα. Ο Κώστας Καραμανλής ουσιαστικά το ξεκαθάρισε αυτό, τόσο στην πρόσφατη συνεδρίαση του Π.Σ. όσο και στην Κ.Ε. της ΝΔ. Θεωρεί πως το κλίμα είναι ευνοϊκό, δεν υπάρχουν σοβαρές αντιδράσεις και μάλιστα οι προωθούμενες αλλαγές γίνονται αποδεκτές. Όπως μάλιστα μας τόνισε συνεργάτης του, ο πρωθυπουργός είναι ιδιαίτερα ικανοποιημένος απ’ τις συνεδριάσεις αυτές, καθώς και απ’ το γεγονός ότι η Ντ. Μπακογιάννη διατήρησε μεν τις διαφορετικές της απόψεις για το ζήτημα αυτό, αλλά έδειξε ότι δεν προτίθεται να το αξιοποιήσει εσωκομματικά και να το κάνει θέμα εσωκομματικής αντιπολίτευσης. Με τα παραπάνω δεδομένα, όπως προκύπτει από συζητήσεις του Κ. Καραμανλή με συνεργάτες του, κομματικούς και κυβερνητικούς, το σχέδιο νόμου στην τελική του μορφή θα περιέχει «ανοίγματα» κυρίως προς την Αριστερά, με εμφανή στόχο να αποτραπούν συνεργασίες με το ΠΑΣΟΚ και να δοθεί η εικόνα ότι το νέο εκλογικό σύστημα είναι δικαιότερο και αναλογικότερο απ’ το υπάρχον.
Έτσι, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες μας, θα περιέχει τις εξής ρυθμίσεις:
• Κατ’ αρχήν φαίνεται, πως το ποσοστό εκλογής δημάρχου ή νομάρχη απ’ την πρώτη Κυριακή θα είναι τελικά το 43%.
• Παραμένει ανοιχτό το ζήτημα, αν για την εκλογή απ’ την πρώτη Κυριακή θα συνυπολογίζεται και η διαφορά μεταξύ του πρώτου και δεύτερου συνδυασμού. Υπάρχει μια σκέψη, να μπει ως δικλίδα εκλογής απ’ την πρώτη Κυριακή η ύπαρξη διαφοράς 2-3 μονάδων.
• Η εκλογή των δημοτικών και νομαρχιακών συμβούλων θα γίνεται με παραταξιακά ψηφοδέλτια. Δεν συζητείται καν η πρόταση περί «ενιαίου ψηφοδελτίου».
• Θα μειωθεί το αναγκαίο ποσοστό εκπροσώπησης ενός συνδυασμού στο δημοτικό συμβούλιο από 7%-8% που είναι σήμερα (ανάλογα και με τον αριθμό δημοτικών συμβούλων που έχει ο κάθε δήμος) στο 5%. Έτσι θα δίνεται η δυνατότητα σε παραπάνω συνδυασμούς να εκπροσωπούνται.
• Υπάρχει μάλιστα και πιο «προωθημένη» πρόταση, να μειωθεί ακόμα περισσότερο το ποσοστό, σε 3% ή 3,5%.
• Η πλειοψηφούσα παράταξη του δημάρχου που θα εκλέγεται θα εκλέγει μικρότερο αριθμό δημοτικών ή νομαρχιακών συμβούλων, αντί των 3/5 ή του 60% που εκλέγει με το υπάρχον εκλογικό σύστημα. Οι υπόλοιποι σύμβουλοι θα εκλέγονται αναλογικά.
Έτσι θεωρείται πως το σύστημα γίνεται δικαιότερο και αναλογικότερο για τους συνδυασμούς της αντιπολίτευσης, αφού θα «μοιράζονται» μεγαλύτερο αριθμό συμβούλων. Υπήρξε και η σκέψη ο αριθμός αυτός να ήταν το 50%+1. Αλλά προέκυψαν αντιδράσεις από… φαβορί να κερδίσουν δήμους ή νομαρχίες, με το επιχείρημα ότι η οριακή πλειοψηφία του ενός μόνο συμβούλου θα καταστήσει τον δήμαρχο ή τον νομάρχη όμηρο εκβιασμών συμβούλων.
• Άλλες αλλαγές, οι οποίες επίσης θα θεσμοθετηθούν, περιλαμβάνουν:
– Την κατάργηση της ποσόστωσης του 33% για τις γυναίκες υποψήφιες δημοτικές συμβούλους. Αυτή η ποσόστωση στην πραγματικότητα δημιούργησε σοβαρά προβλήματα, ιδιαίτερα στους μικρούς, καποδιστριακούς δήμους και στην πράξη νοθεύτηκε με την επιλογή γυναικών… συγγενών υποψηφίων, άσχετων κ.λπ., μόνο για να καλυφτεί το 33%.
– Την υπαγωγή των δημοτικών επιχειρήσεων και ιδρυμάτων στο Ελεγκτικό Συνέδριο, σε ό,τι αφορά τον έλεγχο των δαπανών τους.
Δεν θα υπάρξουν προβλήματα…
Χωρίς ιδιαίτερες εντάσεις και «αίματα» πιστεύει η κυβέρνηση ότι θα περάσει το νέο εκλογικό σύστημα για τις δημοτικές – νομαρχιακές εκλογές. Και στηρίζει αυτή της την αισιοδοξία:
• Αφενός στην αποδοχή της εκλογής των δημάρχων και νομαρχών απ’ την πρώτη Κυριακή, εφόσον συγκεντρώσουν ποσοστό 42%-43%, απ’ τη μεγάλη πλειονότητα της κοινής γνώμης, όπως αποτυπώθηκε στην πρόσφατη δημοσκόπηση της «Καπα Research» για «ΤΟ ΒΗΜΑ». Το ποσοστό των όσων συμφωνούν με τις αλλαγές είναι υπερδιπλάσιο εκείνων που διαφωνούν. Βέβαια, απ’ την ίδια έρευνα προκύπτει ότι η πλειονότητα των ερωτηθέντων θέλει το νέο εκλογικό σύστημα να ισχύσει απ’ τις μεθεπόμενες εκλογές της Τ.Α., ωστόσο η διαφορά εδώ είναι μικρή.
• Αφετέρου στα μη ισχυρά και όχι σοβαρά -επί της ουσίας- αντιπολιτευτικά επιχειρήματα του ΠΑΣΟΚ για το επίμαχο ζήτημα, τα οποία ελάχιστα πείθουν. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως ακόμα και στελέχη της Χαρ. Τρικούπη επισημαίνουν ότι θα ήταν λάθος και δείχνει ηττοπάθεια το να καταστεί αυτό το θέμα κεντρικό στην αντιπολιτευτική στρατηγική του ΠΑΣΟΚ.
Είναι αξιοσημείωτο, επίσης, ότι η Αριστερά, που από θέση αρχής αντιτίθεται στο νέο εκλογικό σύστημα, δεν δείχνει σε καμιά περίπτωση διατεθειμένη να ακολουθήσει το ΠΑΣΟΚ σε αντιπολίτευση υψηλών τόνων, ούτε -πολύ περισσότερο- να συγκροτήσει μέτωπο με τη Χαρ. Τρικούπη για το θέμα αυτό. Έτσι στελέχη του ΠΑΣΟΚ έχουν εισηγηθεί στον Γ. Παπανδρέου να εγκαταλείψει την ιδέα των ανοιγμάτων στην Αριστερά, καθώς δεν πρόκειται να αποδώσει. Και αυτή η ιδιόμορφη πολιτική απομόνωση θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να περάσει πιο άνετα και δίχως σοβαρή αμφισβήτηση τις επιλογές της.
Αλλά το σοβαρότερο πρόβλημα για τη Χαρ. Τρικούπη είναι ότι, με τα σημερινά τουλάχιστον δεδομένα, η Αριστερά συνεχίζει να απαντά «όχι» στο δημοτικό φλερτ του ΠΑΣΟΚ. Και αν κάτι δεν αλλάξει δραματικά απ’ την πλευρά του ΣΥΝ, τότε οι προθέσεις για εκλογικά μέτωπα και συνεργασίες θα παραμείνουν απλές προθέσεις. Και αναφερόμαστε ειδικά στον ΣΥΝ, επειδή το ΚΚΕ έχει ξεκαθαρίσει την πολιτική του: Όχι συνεργασίες με ΠΑΣΟΚ – ΣΥΝ, ναι σε συνεργασίες με άλλες αριστερές δυνάμεις (ΔΗΚΚΙ) και προσωπικότητες. Και αλλαγή αυτής της πολιτικής θα πρέπει να αποκλειστεί, τουλάχιστον για τις εκλογές του Οκτώβρη του 2006. Βέβαια στη Χαρ. Τρικούπη συνεχίζουν να υπάρχουν και οι φωνές, που τάσσονται υπέρ της πολιτικής «στενού μαρκαρίσματος» της Αριστεράς, τόσο για λόγους ουσίας όσο και -επικοινωνιακών- εντυπώσεων. Έχουν μάλιστα, όπως έχουμε αποκαλύψει, γίνει και προτάσεις για… γενναίες παραχωρήσεις στην Αριστερά, όπως η «παραχώρηση» του δήμου Πειραιά στο ΣΥΝ με ταυτόχρονη πρόταση για υποψηφιότητα του Παν. Λαφαζάνη! Φαίνεται, ωστόσο, πως πέραν των υπόλοιπων σοβαρών πολιτικών προβλημάτων, που δρουν περίπου απαγορευτικά στην απόπειρα προσέγγισης προσέγγιση ΠΑΣΟΚ – Αριστεράς, υπάρχει και ένα άλλο, το οποίο δεν ξεπερνιέται:
• Η αρνητική θέση της Αριστεράς έναντι του Γιώργου Παπανδρέου, ο οποίος δεν είναι καθόλου δημοφιλής στον ευρύτερο χώρο και γενικά «δεν περπατά».
Τούτο έχει τη σημασία του, ιδιαίτερα για τον ΣΥΝ, που οπωσδήποτε θεωρείται περισσότερο «ευάλωτος» στις επιθέσεις ενότητας σε σύγκριση με το ΚΚΕ.