Διεθνές Οικονομικό Βαρόμετρο
Η φάμπρικα των ιδιωτικοποιήσεων καλά κρατεί. Δεν είναι μόνο η Ελλάδα που προσφέρει «φιλέτα» κρατικής περιουσίας στους αδηφάγους επενδυτές. Η τάση για παντελή αποχή του κράτους από την επιχειρηματική δραστηριότητα επικρατεί παντού. Στη Γαλλία, η κυβέρνηση Βιλπέν τον επόμενο μήνα θα αρχίσει τη διαδικασία μερικής ιδιωτικοποίησης της γιγαντιαίας κρατικής επιχείρησης ηλεκτρισμού EDF, σε μια προσπάθεια αύξησης των δημοσίων εσόδων για τον περιορισμό των ελλειμμάτων. Η διαδικασία η ίδια, όπως και η αιτιολογία. Και στη συνέχεια ο πρωθυπουργός Ντε Βιλπέν ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει τάχιστα στην πώληση μετοχών που κατέχει το Δημόσιο σε τρεις εταιρείες διαχείρισης αυτοκινητοδρόμων. Εδώ ο κ. Αλογοσκούφης πήρε το «μπλε φως» για νέα πώληση μετοχών του ΟΤΕ που έχουν διασωθεί και βρίσκονται ακόμη στην ιδιοκτησία του κράτους. Η υψηλή κερδοφορία των ιδιωτικών επιχειρήσεων και η συσσώρευση κερδών πρέπει να βρει διέξοδο με επωφελείς τοποθετήσεις. Και βρέθηκε η λύση των ιδιωτικοποιήσεων των κερδοφόρων ΔΕΚΟ. Τώρα οι σοφοί εγκέφαλοι απανταχού της Γης ανακάλυψαν ότι η ύπαρξη ΔΕΚΟ αποτελεί… διαρθρωτική αδυναμία. Και οι πάντα πρόθυμοι πολιτικοί μας σπεύδουν να τη… διορθώσουν. Ντροπή τους! Όλοι οι κυβερνώντες (και οι αντιπολιτευόμενοι) πολιτικοί θεωρούν τις ιδιωτικοποιήσεις μονόδρομο για τη συγκράτηση των ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους. Βρήκαν τον αυτόματο πιλότο που θα οδηγήσει τα δημόσια οικονομικά «σε τόπο χλοερό»!
Θα ήθελα να απαντήσω σε αυτούς τους «ειδικούς» που συνεχώς μιλάνε για «μονόδρομο» και «διαρθρωτικές αδυναμίες» και θεωρούν τις ιδιωτικοποιήσεις φάρμακο διά «πάσαν δημοσιονομικήν νόσον και…». Το δημόσιο χρέος (εσωτερικό και εξωτερικό) της χώρας μας το 1981 ήταν 852 δισ. δραχμές που αντιστοιχούσε στο 34,5% του ΑΕΠ. Παίρνω ως αφετηρία το 1981, γιατί τότε μπήκε η Ελλάδα στον χορό της παγκοσμιοποίησης με την ένταξή μας στην τότε ΕΔΚ και σήμερα ΕΕ. Το 2001 το δημόσιο χρέος μας έφτασε στα 42.515 δισ. δραχμές, δηλαδή στο 103,9% του ΑΕΠ. Και σήμερα έχει εκτοξευτεί στα 213,5 δισ. ευρώ. Το 1981 πληρώσαμε για τόκους 65,3 δισ. δραχμές και το 2001 οι πληρωθέντες τόκοι έφτασαν στα 3.400 δισ. (Σημείωση: Τα στοιχεία για τα έτη 1981 και 2001 έχουν ληφθεί από το τόσο χρήσιμο και αξιόλογο βιβλίο του εξαιρετικού φίλου μου και συνεργάτη της εφημερίδας μας Δημήτρη Στεργίου, με τίτλο: «Η μεγάλη φούσκα της οικονομίας 1981-2001»). Δηλαδή τα τελευταία 25 χρόνια το δημόσιο χρέος από 34,5% έφτασε στο 130%. Βασική αιτία -όχι βέβαια και η μοναδική- του άλματος σε ύψος του ελληνικού δημόσιου χρέους υπήρξε η απογύμνωση του κράτους από τα νομοθετημένα έσοδά του. Κι αυτό συνέβη σε όλες φυσικά τις χώρες που μπήκαν στον χορό της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Υπήρξε ένα προσχεδιασμένο σενάριο καταλήστεψης του δημοσίου πλούτου (δημοσίων εσόδων και δημόσιας περιουσίας) που προσφέρθηκε με φανταχτερή, τάχα φιλολαϊκή, συσκευασία. Η πολιτική εξουσία θα υποδουλωνόταν στην οικονομική δύναμη μόνο αν κατέρρεαν τα δημόσια οικονομικά. Και αυτό το πέτυχαν οι αρχιτέκτονες της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.
Σε όλες τις χώρες τα δημόσια οικονομικά έχουν καταρρεύσει. Τα κράτη παρέδωσαν αντί πινακίου φακής όλους τους τομείς στο ιδιωτικό κεφάλαιο και είναι και υπερχρεωμένα. Με πρώτη υπερχρεωμένη και ελλειμματική χώρα τις ΗΠΑ. Περιόρισαν όλα τα κράτη της παγκοσμιοποίησης τους μισθούς, τις κοινωνικές δαπάνες και τις δαπάνες για εκτέλεση έργων υποδομής. Αν τα κράτη εισέπρατταν δασμούς και εισαγωγικές επιβαρύνσεις και δεν πιέζονταν για συνεχείς μειώσεις της φορολογίας των επιχειρηματικών κερδών, τα δημόσια οικονομικά όλων των κρατών θα ήσαν ανθηρά. Τώρα και οι καταναλωτές δεν έχουν επωφεληθεί από την κατάργηση ή τη μείωση των εισαγωγικών επιβαρύνσεων και τα κράτη έφτασαν στην υπερχρέωση. Αντίθετα, όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν υπερκέρδη. Και ειδικά αυτές που κρατάνε στα χέρια τους τις διεθνείς συναλλαγές. Και τα κράτη, για να τα βγάλουν πέρα, πουλάνε τη δημόσια περιουσία και αυξάνουν την έμμεση φορολογία που τελικά επιβαρύνει το καταναλωτικό κοινό. Δεν είναι μονόδρομος οι ιδιωτικοποιήσεις. Υπάρχουν και άλλοι δρόμοι, όπως η ριζική μεταρρύθμιση του συστήματος κατανομής των δημοσίων βαρών.