Αθήνα και Λευκωσία σχοινοβατούν – Βαδίζουμε προς μιαν άλλη νέα Υόρκη;

Πράγματι η Τουρκία υπόγραψε το περίφημο Πρωτόκολλο, δήλωσε, όμως, ρητά ότι αυτό δεν σημαίνει αναγνώριση της Κύπρου, ενώ και στην πράξη δεν το εφαρμόζει, μια και δεν αποδέχεται τα κυπριακά πλοία και τ’ αεροπλάνα (για την «Ήλιος» καλώς πράττει!) να προσεγγίζουν τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της! Η βρετανική προεδρία τους διευκόλυνε όσο μπορούσε σ’ αυτήν την εξέλιξη και όλα θα ήσαν «μέλι-γάλα» αν δεν είχαν μεσολαβήσει αυτά τα «καταραμένα» δημοψηφίσματα που απέρριπταν το Ευρωσύνταγμα και εξώθησαν τη Γαλλία (και όχι μόνο) να δηλώνει διά του πρωθυπουργού της ότι θεωρεί παράλογο να ξεκινήσουν ενταξιακές διαπραγματεύσεις από τη στιγμή που η Τουρκία υποστηρίζει ευθέως ότι δεν αναγνωρίζει την Κύπρο, μέλος της ΕΕ, με την οποία θα συνδιαπραγματευτεί τη μελλοντική ένταξή της.

Η στάση της Γαλλίας αντί να χαροποιήσει την Αθήνα, αλλά και τη Λευκωσία, φαίνεται ότι τους ήρθε «ταμπλάς». Η μακάρια εφησύχαση ταράχτηκε και τη θέση της έλαβαν ακραίοι πονοκέφαλοι. Λες, λοιπόν, η Γαλλία και κάποιοι άλλοι κουτόφραγκοι να μας βάλουν σε απρόβλεπτους μπελάδες και να αναγκασθούμε να διεκδικήσουμε την αναγνώριση της Κύπρου;

Το σενάριο μπορεί να μοιάζει εκ πρώτης όψεως υπερβολικό, αλλά νομίζω ότι περιγράφει αρκετά ρεαλιστικά την αμηχανία και τον εκνευρισμό σε Ελλάδα και Κύπρο μετά και τη γαλλική μεταστροφή.

Οι κ. Καραμανλής και Παπαδόπουλος δεν άνοιξαν τα χαρτιά τους μετά την πρόσφατη συνάντησή τους στην Αθήνα, που έγινε ακριβώς για να μελετήσουν τη νέα κατάσταση και να καθορίσουν τη στάση τους εν όψει της άτυπης συνάντησης των υπουργών Εξωτερικών της Ένωσης στις 1-2 Σεπτέμβρη, η οποία έχει ως θέμα τη διεύρυνση και θα εξετάσει την επίμαχη τουρκική δήλωση μαζί με τις συνέπειες που μπορεί να έχει για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας.

Μυστική διπλωματία; Έξυπνη τακτική; Διαφωνίες ή, καλύτερα, μη σύμπτωση απόψεων; Καιροσκοπισμός; Απορία ψάλτου, βηξ; Βλέποντας και κάνοντας; Μπορεί όλα αυτά μαζί, ίσως και άλλα που δεν μπορούμε ως αυτήν την ώρα να γνωρίζουμε.

Το βέβαιον είναι ότι Αθήνα και Λευκωσία με διαφορετικές, ίσως, ταχύτητες η καθεμία, θέλουν πάση θυσία ν΄αποφύγουν το «πικρό ποτήρι» να γίνουν ενοχλητικοί στην Άγκυρα, παρότι η τελευταία κινείται προκλητικότατα και εκτός κάθε έννοιας του κοινοτικού κεκτημένου. Με δύο λόγια, Ελλάδα και Κύπρος δεν θέλουν, σε καμία περίπτωση, να σταθούν οι ίδιες εμπόδιο στην ακώλυτη έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας. Ανησυχούν, επιπλέον, μήπως και τρίτοι βγάλουν το «φίδι από την τρύπα» και τους υποχρεώσουν, αλίμονο, να τους συμπαρασταθούν!

Μια «ανακουφιστική», ίσως, για όλους διέξοδος θα ήταν κάποια τοποθέτηση των 25 που θα απέρριπτε τη δήλωση της Τουρκίας και περίπου θα έλεγε ότι η δήλωση αυτή δεν έχει καμιά νομική βάση για την ΕΕ. Ένας παρόμοιος «συμβιβασμός» μπορεί να επέτρεπε στην Ελλάδα και την Κύπρο να ξαναπανηγυρίσουν (το έχουμε δει πολλές φορές το σκηνικό!) και στην Τουρκία να προχωρήσει απρόσκοπτα στην ευρωπαϊκή περιπέτεια της, αλλά δεν θα έλυνε κανένα πρόβλημα.

Αντίθετα, μάλλον θα προκαλούσε πολύ περισσότερα. Ο λόγος είναι απλός, Αν η Τουρκία ξεκινήσει τις ενταξιακές της διαπραγματεύσεις ενώ είναι σε ισχύ η δήλωσή της για μη αναγνώριση και μη εφαρμογή στην πράξη του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Συνεργασίας έναντι της Κύπρου, τότε «ντε φάκτο» αναγνωρίζονται τα τετελεσμένα της διχοτόμησης και της στρατιωτικής κατοχής τμήματος της Μεγαλονήσου, μια και στην πράξη δεν θεωρούνται ανυπέρβλητο πρόβλημα. Η αποκήρυξη, πολιτική και νομική, της τουρκικής δήλωσης από την ΕΕ, χωρίς την απόσυρσή της από την Άγκυρα, θα έχει μικρή σημασία, αφού δεν θα παρακωλύει, παρ’ όλα αυτά, την ενταξιακή της διαπραγματευτική προσπάθεια.

Η πρόσφατη συμφωνία της Νέας Υόρκης, που οδήγησε στην επιδιαιτησία Ανάν, δεν φαίνεται να δίδαξε αρκετούς και ο κίνδυνος να επαναληφθεί, σε άλλη χειρότερη και ίσως ανεπίστρεπτη μορφή, είναι ορατός.

Ο αντίλογος σε όλα αυτά είναι βέβαια πολύ γνωστός. Κι ο αντίλογος αυτός, ενώ δεν παραγνωρίζει τα πολιτικά, νομικά παράδοξα και την προκλητικότητα στη στάση της Τουρκίας, στηρίζεται κυρίως στον φόβο και στην ελπίδα. Στον φόβο των περιπετειών που μπορεί να προκαλέσει μια Τουρκία εκτός ευρωπαϊκής προοπτικής και στην ελπίδα της επένδυσης σ’ αυτήν τη διαδικασία. Ο φόβος, όμως, συχνά υποδηλώνει αδυναμία και ακόμα συχνότερα είναι κακός σύμβουλος, ενώ οι ελπίδες, όταν δεν βασίζονται σε γεγονότα, μπορεί να αποδειχθούν για άλλη μια φορά ψευδαισθήσεις.

Η εξιδανίκευση της ΕΕ μπορεί να είναι βολική για χίλιες δύο άλλες κατεστημένες σκοπιμότητες, αλλά είναι άκρως παρακινδυνευμένη όταν γίνεται για θέματα εθνικής επιβίωσης.

ΥΓ.: Δεν αναφέρθηκα καθόλου στα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που συνεπιφέρει η διεύρυνση της ΕΕ όταν γίνεται με νεοφιλελεύθερους όρους, αφού επιτείνει το κοινωνικό «ντάμπινγκ» εντός μιας ενιαίας ανεξέλεγκτης ευρωπαϊκής αγοράς, στην οποία βασιλεύει ο άκρατος και ακραίος ανταγωνισμός. Και δεν αναφέρθηκα σ΄ αυτό το θέμα, που έχει βαρύτατες συνέπειες και για τους λαούς των υπό ένταξη χωρών, όχι γιατί είναι μικρότερης σημασίας, αλλά γιατί δεν βρίσκεται, δυστυχώς, καθόλου στην ημερήσια διάταξη των σχετικών συζητήσεων στις μακαρίως καθεύδουσες κοινοτικές συνόδους.


Σχολιάστε εδώ