Χωρίς συγκροτημένη πολιτική το ΠΑΣΟΚ

Στην περίπτωση των εργασιακών σχέσεων και του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων το ΠΑΣΟΚ παρουσιάστηκε χωρίς βασική θέση, ασύνδετο, αμήχανο και εκνευριστικό. Φάνηκε απλώς ότι θέλει να αντιταχθεί στις αποφάσεις της κυβέρνησης και να ταυτιστεί με ό,τι υπάρχει σήμερα, υιοθετώντας τις θέσεις συνδικάτων και συνδικαλιστών. Έδωσε έτσι την εντύπωση ότι δεν έχει θέσεις να αντιπαρατάξει σε αυτές της ΝΔ, συρόμενο πίσω από τις γνώσεις των καθ’ ύλην αρμοδίων συνδικαλιστών. Μόνο που αυτό κάθε άλλο παρά δίνει στον κόσμο αίσθηση σιγουριάς και ισχύος για ένα κόμμα που θέλει να (ξανα)κυβερνήσει. Πολύ περισσότερο όταν η συνδικαλιστική ηγεσία είναι υψηλόβαθμα μέλη του ΠΑΣΟΚ και δεν διακρίνεται πάντα για την αξιοπιστία της.

Με αυτήν την τακτική το τέως κυβερνών κόμμα έδωσε χώρο στους εκ μετεγγραφής συνεργάτες του Σ. Μάνο και Α. Ανδριανόπουλο να προβάλλουν θέσεις που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με το ΠΑΣΟΚ, ενώ κινούνται σαφώς δεξιότερα (με την έννοια του πλήρους φιλελευθερισμού) και από αυτές της Νέας Δημοκρατίας. Από το ΠΑΣΟΚ των περασμένων ημερών μπορεί κανείς να θυμάται τον Στέφανο Μάνο να επικαλείται το έτος Άντερσεν (παραπέμποντας τις πρακτικές του ΠΑΣΟΚ στον μεγάλο συγγραφέα παραμυθιών) που εορτάζουμε (και στις σχετικές εκδηλώσεις εκπροσωπεί την ελληνική Βουλή) και την κυρία Άννα Διαμαντοπούλου να του απαντά με άλλον παραμυθά της αρχαιότητας, τον Αίσωπο και συγκεκριμένο τον μύθο του κόρακα και της αλεπούς. Όλα αυτά, βέβαια, μπορεί να περιέχουν δόσεις χιούμορ (ιδιότυπο και αυτό, μια και δεν είναι το καλύτερο χάρισμα ούτε του κυρίου Μάνου ούτε της κυρίας Διαμαντοπούλου), αλλά δεν είναι αρκετά να εξηγήσουν τι συμβαίνει με το εργασιακό, το οκτάωρο, τις υπερωρίες, τις αμοιβές, το ωράριο και τα μικρά μαγαζιά.

Έτσι για μιαν ακόμα φορά, ενάμιση χρόνο μετά τις εκλογές του Μαρτίου 2004, το ΠΑΣΟΚ παρουσιάζεται με έλλειμμα συγκροτημένης πολιτικής και πειστικού λόγου. Αν η κυβέρνηση της ΝΔ κάνει λάθη και εκτεθεί (όπως στις περιπτώσεις του «βασικού μετόχου» και της ονομαστικοποίησης των μετοχών στις ιδιοκτησίες των ΜΜΕ), έχει καλώς και το ΠΑΣΟΚ, μια και θα ωφεληθεί εξ αντανακλάσεως. Αν δεν κάνει λάθη, τότε θα χάσει στο πεδίο της εικόνας, μια και δεν έχει προβάλει δικές του θέσεις και εναλλακτικές λύσεις για ανοιχτά ζητήματα.

Ασφαλώς η τακτική αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί επί μακρόν ή, αν συνεχιστεί, το ΠΑΣΟΚ απλώς θα περιμένει μια νέα ήττα, που θα έρθει ως φυσιολογική εξέλιξη μιας μειονεκτικής, παλιομοδίτικης και ανούσιας αντιπολιτευτικής στάσης και αντίληψης. Το μεγάλο πρόβλημα για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εντοπίζεται σε δύο σημεία.

Το ένα είναι αυτό που ήδη αναφέρθηκε, η έλλειψη δηλαδή συγκροτημένης εναλλακτικής και πειστικής πρότασης.

Το άλλο είναι η εκφορά του λόγου από συγκεκριμένα πρόσωπα. Φαίνεται ότι δεν καταλαβαίνουν στη Χαριλάου Τρικούπη ότι δεν είναι το ευφυέστερο πράγμα του κόσμου να εμφανίζονται στις τηλεοράσεις, μιλώντας για οτιδήποτε, στελέχη που έκαναν ακριβώς το ίδιο πράγμα επί έντεκα (κυβερνητικά) χρόνια. Για τους περισσότερους έχει έρθει το τέλος εποχής και οι συνεχείς εμφανίσεις τους (ό,τι και αν λένε) παραπέμπουν απλώς στο μακρύ παρελθόν τους και στις ευθύνες που αυτό κουβαλάει.

Στη δημόσια ζωή καθένας έχει την εποχή του, δεν μπορεί να είναι παντός καιρού και συνεχούς διάρκειας, όσο και αν το θέλει ο ίδιος. Η εκφορά του λόγου (ακόμα και του αρτιότερου λόγου) από τους ίδιους ανθρώπους δεν δίνει εικόνα νέας προσπάθειας, αλλά επίμονης συνέχειας που όμως έχει καταδικαστεί ως προοπτική πολύ πρόσφατα από το εκλογικό σώμα.

Όπως και στη Νέα Δημοκρατία, έτσι και στο ΠΑΣΟΚ το σημαντικό στοιχείο είναι ο αρχηγός του. Η αλλαγή ηγεσίας και το πέρασμα από τον Κ. Σημίτη στον Γιώργο Παπανδρέου σηματοδότησε ελπίδες επιστροφής σε ένα κανονικό ΠΑΣΟΚ, με κοινωνικές ευαισθησίες, λιγότερο τεχνοκρατικό και με κυρίαρχα τα στοιχεία της κοινωνικής αλληλεγγύης και της δικαιοσύνης.

Αυτά, αν και δεν διαψεύστηκαν, εξακολουθούν να μην είναι ορατά ως σημεία αναφοράς της πολιτικής του νέου (μετακυβερνητικού) ΠΑΣΟΚ. Σε αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζεται η ευθύνη του Γ. Παπανδρέου, μια και δεν μπορεί κανείς άλλος να αναλάβει δέσμευση ταυτότητας και πορείας του κόμματος εκτός από τον πρόεδρό του.

Η όποια δέσμευση είναι μοιραίο ότι περιέχει και ρήξεις με πολιτικές και νοοτροπίες που προσδιόρισαν το κυβερνητικό παρελθόν. Και επειδή αυτές εκφράζονται από πρόσωπα, είναι αναγκαίο οι ρήξεις να αναφερθούν και σε πρόσωπα, όσο δυσάρεστο και αν είναι αυτό.


Σχολιάστε εδώ