Σε «σταυροδρόμι» ο ΟΗΕ

Η Σύνοδος του Σεπτεμβρίου, που διοργανώνεται 60 χρόνια μετά την Ιδρυτική Σύνοδο στο Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ στις 26 Ιουνίου του 1945, με τη συμμετοχή 51 κρατών, θα κληθεί να αποφασίσει για μια σειρά μεταρρυθμίσεων στα όργανα και στον ρόλο του διεθνούς οργανισμού, με ζητούμενο την προσαρμογή της δομής και των στόχων του στις ανάγκες και στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.

Η πιο εμφανής αλλαγή που έχει προταθεί από ειδική επιτροπή αφορά τη σύνθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Μέχρι σήμερα το Συμβούλιο Ασφαλείας αποτελούνταν από δεκαπέντε μέλη, από τα οποία τα πέντε ήταν μόνιμα και διέθεταν δικαίωμα βέτο (Βρετανία, Κίνα, Γαλλία, Ρωσία και ΗΠΑ) και τα άλλα δέκα εκλέγονταν για δύο χρόνια. Ο συσχετισμός δυνάμεων όμως που εκφράζει η συγκεκριμένη σύνθεση είναι εμφανές ότι δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική ισορροπία οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής δύναμης που υπάρχει σήμερα.

Η απουσία της Γερμανίας και της Ιαπωνίας, για παράδειγμα, όπως επίσης και περιφερειακών υπερδυνάμεων που διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξελίξεις των ηπείρων τους αντανακλά τις σχέσεις νικητών και νικημένων του κόσμου που ανέτειλε από τις στάχτες του Βʼ Παγκοσμίου Πολέμου, και επ’ ουδενί της σημερινής εποχής.

Για να ξεπερασθεί αυτή η εμφανής αναντιστοιχία προκρίνονται δύο εναλλακτικές λύσεις. Σύμφωνα με την πρώτη, προβλέπεται να προστεθούν έξι νέα μόνιμα μέλη (που δεν θα έχουν όμως δικαίωμα βέτο) από την Ασία, την Αφρική, τη Νότια Αμερική και την Ευρώπη, με βασικότερους υποψηφίους τη Βραζιλία, τη Γερμανία, την Ινδία, την Ιαπωνία, την Αίγυπτο και τη Νιγηρία ή τη Νότια Αφρική, όπως επίσης και τρία νέα μη μόνιμα μέλη, με διετή θητεία. Η δεύτερη εναλλακτική λύση προβλέπει τη δημιουργία μιας νέας, ενδιάμεσης κατηγορίας ημι-μόνιμων μελών, πενταετούς θητείας. Πρόταση που, όπως είναι προφανές, συναντάει τη σφοδρή αντίθεση εκείνων των χωρών που θεωρούν σίγουρη την ένταξή τους στο κλαμπ των μόνιμων μελών.

Η σύγκρουση όμως που έχει αρχίσει να συντελείται στους διαδρόμους του ΟΗΕ και στα διπλωματικά γραφεία της Ευρώπης και των ΗΠΑ δεν αφορά τις θέσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, αλλά τον πολιτικό προσανατολισμό του διεθνούς οργανισμού. Τα στρατόπεδα που έχουν ήδη διαμορφωθεί είναι δύο.

Το πρώτο στρατόπεδο προέρχεται από τις ΗΠΑ, τη βαθιά Αμερική των νεοσυντηρητικών. Έκφραση αυτής της Αμερικής ήταν οι συνεχείς παραινέσεις προς τον Κόφι Ανάν να παραιτηθεί, με αφορμή το σκάνδαλο που ξέσπασε όταν πετρελαϊκή εταιρεία που συμμετείχε στο πρόγραμμα του ΟΗΕ για το Ιράκ «Τρόφιμα για Πετρέλαιο» αποκαλύφθηκε ότι είχε στις μισθοδοτικές καταστάσεις της τον γιο του γενικού γραμματέα του Οργανισμού επί πέντε συνεχή χρόνια, χωρίς φυσικά αυτός να απασχολείται στην εν λόγω επιχείρηση.

Έκφραση αυτής της βαθιάς Αμερικής, επίσης, είναι η συστηματική προπαγάνδα επίσημων οργανώσεων, που αγωνίζονται να διωχθεί από τις ΗΠΑ η έδρα του ΟΗΕ («Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», 29 Νοέμβρη 2004), επειδή επί της ουσίας αρνήθηκε να συναινέσει στην επέμβαση των Αμερικανών στο Ιράκ, φτάνοντας στο σημείο ο Κόφι Ανάν να χαρακτηρίσει την εισβολή «παράνομη». Μια στάση που, ακόμη και αν ήταν αποτέλεσμα της πίεσης που άσκησε η Ευρώπη, διευκόλυνε το αντιπολεμικό κίνημα και ράγισε τη βιτρίνα των ΗΠΑ, μια και φάνηκε ότι οι ΗΠΑ απλώς επικαλούνταν τα όπλα μαζικής καταστροφής για να προχωρήσουν τα κατακτητικά τους σχέδια. Η κυβέρνηση του Μπους, όχι μόνο λόγω της θέσης που πήρε ο ΟΗΕ στο θέμα του Ιράκ, αλλά και επειδή τον θεωρεί εμπόδιο στη μονοκρατορία της, προσπαθεί να περιορίσει την ακτίνα δράσης του, ώστε η Ουάσινγκτον να μην έχει ανάγκη να τον συμβουλεύεται και να μπορεί να δρα όλο και πιο συχνά μονομερώς. Ή συγκροτώντας «Συμμαχίες Προθύμων», ανάλογα με το θέμα κάθε φορά. Βαθύτερο κίνητρο αυτής της τάσης απομονωτισμού είναι η επιμονή της να δρα αδιαφορώντας ή ακόμη και σε αντίθεση με το διεθνές δίκαιο.

Στο πλαίσιο αυτών των κατευθύνσεων, που κύριο μέλημα έχουν την εξυπηρέτηση των αμερικανικών στόχων, δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα δύο εκθέσεις, που εκφράζουν λίγο πολύ δύο συγκλίνουσες τακτικές για την επίτευξη αυτού του στόχου. Η μία προέρχεται από μια διακομματική επιτροπή, της οποίας όμως ηγούνταν οι δύο «ιέρακες» των νεοσυντηρητικών Νιουτ Γκίνγκριτς και Τζορτζ Μίτσελ, και η άλλη έκθεση για τη μεταρρύθμιση των Ηνωμένων Εθνών συντάχθηκε από τον Χένρι Χάιντ και ήδη υιοθετήθηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Το δεύτερο ρεύμα, που κινείται σε ανταγωνιστική κατεύθυνση με τους τρέχοντες αμερικανικούς σχεδιασμούς, θα μπορούσε να πει κανείς ότι εμφορείται από ένα κείμενο αρχών που είχαν υπογράψει στις 31 Ιανουαρίου 15 αρχηγοί κρατών, μεταξύ των οποίων και ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος, και ενσωματώνει τις τάσεις για έναν πολυ-πολικό κόσμο. Στο κείμενο αυτό τονιζόταν πως «το τέλος του ψυχρού πολέμου έχει εγείρει ελπίδες για έναν πιο ασφαλή, πιο ισότιμο και πιο ανθρώπινο κόσμο». Σε αυτήν την κατεύθυνση, «όλα τα κράτη-μέλη προσδοκούν από τα Ηνωμένα Έθνη να διαδραματίσουν έναν αποφασιστικό ρόλο σε αυτό το κρίσιμο στάδιο», τόνιζε τότε η διακήρυξη.

Στο ίδιο πλαίσιο αρχών έγραφε μόλις πρόσφατα ο Κόφι Ανάν στη «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» (24-26 Ιουνίου), καταθέτοντας τη δική του άποψη για την κατεύθυνση που πρέπει να έχουν οι αναγκαίες αναπροσαρμογές: «Υπάρχουν σήμερα αναμφισβήτητα περισσότερα κοινά παγκόσμια προβλήματα και απειλές ή σε καμία περίπτωση λιγότερα από την εποχή που ιδρύονταν τα Ηνωμένα Έθνη.

Ανάμεσα στα πιο ανησυχητικά είναι η εξάπλωση των τρομοκρατικών ομάδων και των όπλων μαζικής καταστροφής και ο κίνδυνος ότι αυτά θα πέσουν στα χέρια των τρομοκρατικών ομάδων. […] Αλλά οι απειλές που φαίνονται περισσότερο άμεσες για πολλούς ανθρώπους που ζουν σε φτωχές χώρες είναι της φτώχειας, των ασθενειών, της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, της κακής διακυβέρνησης, των εμφύλιων πολέμων, και σε ορισμένες περιπτώσεις -με το Νταρφούρ να έρχεται μοιραία στο μυαλό- της χρήσης βιασμών, λεηλασίας και μαζικών δολοφονιών για να οδηγηθούν ολόκληροι πληθυσμοί μακριά από τα σπίτια τους. Η πρόοδος μπορεί να επέλθει μόνο αν διαχειριστούμε όλες αυτές τις απειλές ταυτόχρονα. […] Τα διαφορετικά είδη απειλών συνδέονται στενά. Η εγκατάλειψη και η κακή διακυβέρνηση του Αφγανιστάν επέτρεψαν στους τρομοκράτες να βρουν καταφύγιο. Το χάος στην Αϊτή οδήγησε σε προσπάθειες μαζικής μετανάστευσης στη Φλόριδα. Και τα ανεπαρκή συστήματα υγείας των φτωχών χωρών μπορούν να κάνουν εύκολο για μια αρρώστια, όπως η νόσος των πουλερικών, να επεκταθεί ανεμπόδιστα ή ακόμη και να επεκταθεί επιλεκτικά από τη μια ήπειρο στην άλλη. Η ανάπτυξη έτσι και η ασφάλεια συνδέονται -και τα δύο με τη σειρά τους συνδέονται με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον νόμο».

Αυτό το πλαίσιο κάλλιστα μπορεί να συνενώσει τις δυνάμεις που ανταγωνίζονται τις ΗΠΑ, από την Ευρώπη και την Ασία μέχρι την Αφρική και τη Νότια Αμερική, μια και επιχειρεί να τιθασεύσει έστω και οριακά την αχαλίνωτη τρομοϋστερία της Ουάσινγκτον.

Οι προτάσεις του Κόφι Ανάν που περιλαμβάνονται σε μια έκθεση με τίτλο «Προς Μεγαλύτερη Ελευθερία» προφανώς δεν σηματοδοτούν κάποια ρήξη με το αμαρτωλό παρελθόν του ΟΗΕ, όταν λειτουργούσε σαν το μακρύ χέρι της Ουάσινγκτον, καταστρατηγώντας τα δικαιώματα των λαών, το διεθνές δίκαιο και παλαιότερες αποφάσεις του! Χαρακτηριστικότερα και πιο πρόσφατα παραδείγματα (για να μη φτάσουμε στην εποχή που άναβε το πράσινο φως για τον πόλεμο της Κορέας) αυτής της πλευράς του ΟΗΕ είναι η έγκριση που είχε δώσει στις ΗΠΑ το 1990 να ξεκινήσουν τον πρώτο πόλεμο κατά του Ιράκ, το εμπάργκο που επέβαλε στη συνέχεια, οδηγώντας στην πείνα και στην εξαθλίωση 26 εκατομμύρια ανθρώπους, η έγκριση που έδωσε για να βομβαρδιστεί η Γιουγκοσλαβία και να διαμελιστεί στη συνέχεια η χώρα σε προτεκτοράτα, η συγκατάνευση για να γίνει η επέμβαση στο Αφγανιστάν μετά την 11η Σεπτεμβρίου, τα στραβά μάτια που κάνει προς το υποδειγματικότερο «κράτος-τρομοκράτη» και «κράτος-παρία» της Μέσης Ανατολής, το Ισραήλ, το απαράδεκτο και διχοτομικό σχέδιο επίλυσης του Κυπριακού, το οποίο τελικά απέρριψε ο κυπριακός λαός, και πολλά άλλα.

Όλα αυτά όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, δεν είναι αρκετά για τη νέα αυτοκρατορία, που, αφού εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο το κύρος του διεθνούς οργανισμού, τώρα επιζητεί τον ακρωτηριασμό του και την περιθωριοποίησή του, ώστε ανεμπόδιστα να επιβάλλει την κυριαρχία της.


Σχολιάστε εδώ