Πραξικόπημα και τουρκική εισβολή στην Κύπρο
Το πραξικόπημα και η εισβολή ενορχηστρώθηκαν παρασκηνιακά από το ίδιο ξένο κέντρο
2 Δεν υπάρχει σήμερα καμιά αμφιβολία για το τι ακριβώς έγινε. Έχει χυθεί άπλετο ιστορικό φως παρά το ότι για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας παρέμεινε κλειστός ο φάκελος της Κύπρου. Δεν επετράπη με τον τρόπο αυτό στην εθνική Νέμεσι να επιτελέσει το έργο της, όπως θα άρμοζε, για την επιβαλλόμενη κάθαρση και εθνικό φρονηματισμό.
Ασκήθηκαν πιέσεις και προβλήθηκαν σκοπιμότητες για να μην ολοκληρωθεί η έρευνα που είχε επισήμως αρχίσει για την προδοσία της Κύπρου.
Υποστηρίχθηκε ότι θα ήταν επικίνδυνο και αντιπαραγωγικό να παραμείνει επί πολύ χαίνουσα η πληγή και κυρίως να εκτεθεί και να τεκμηριωθεί με κάθε λεπτομέρεια ο ολέθριος ρόλος των ΗΠΑ και των συνεργατών τους στο πραξικόπημα και στην τουρκική εισβολή, με αρχιτέκτονα τον πολύ Κίσινγκερ.
3 Η διατάραξη των ελληνοαμερικανικών σχέσεων δεν θα ωφελούσε, σύμφωνα με τη λογική αυτή, εφόσον επιδιωκόταν η βοήθεια των ΗΠΑ για τη λύση του Κυπριακού και εφόσον το αμερικανικό Κογκρέσο είχε ήδη δράσει αποφασιστικά και είχε επιβάλει εμπάργκο όπλων εις βάρος της Τουρκίας για την εισβολή της στην Κύπρο.
Υπερίσχυσε, λοιπόν, η λογική του ρητού «ο τρώσας και ιάσεται». Αυτός δηλαδή που επέφερε την πληγή αυτός θα μπορούσε και να τη θεραπεύσει. Η προσδοκία αυτή, βεβαίως, δεν δικαιώθηκε, γιατί ανεξάρτητα από την αντίδραση του Κογκρέσου η κυβερνητική πολιτική των ΗΠΑ, κυριαρχούμενη από το πνεύμα Κίσινγκερ, παρέμεινε σταθερά προσανατολισμένη στους διχοτομικούς στόχους που είχε θέσει η αμερικανική στρατηγική με το πραξικόπημα και την εισβολή.
4 Με την ίδια ευκαιρία έμεινε επίσης επισήμως αδιερεύνητη και ακαταλόγιστη και, βεβαίως, ατιμώρητη η προδοσία όλων εκείνων που πρωτοστάτησαν ή συνέπραξαν ενεργά στο πραξικόπημα και στη συνέχεια καθήλωσαν και υπονόμευσαν την αντίσταση στην τουρκική εισβολή.
5 Διαφεύγει συχνά από πολλούς το γεγονός ότι η προδοσία της Κύπρου έχει δύο πτυχές. Η πρώτη αφορά την ανάληψη του πραξικοπήματος, ενώ ήταν προφανές ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα επακολουθούσε με βεβαιότητα τουρκική εισβολή. Η δεύτερη αφορά την υπονόμευση και παρεμπόδιση της άμυνας κατά της τουρκικής εισβολής κατά τις πρώτες κρίσιμες ώρες.
Η παράδοξη και αδιανόητη αυτή κατάσταση εξηγείται από το γεγονός ότι το ίδιο ξένο κέντρο μ’ επικεφαλής τον Κίσινγκερ ενορχήστρωσε και κατηύθυνε επιχειρησιακά το πραξικόπημα και την εισβολή, ως δύο διαδοχικές φάσεις μιας ενιαίας ουσιαστικά επιχειρήσεως, που είχε ως αντικειμενικό στρατηγικό στόχο τη δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων για μια διχοτομική λύση του Κυπριακού.
Η ηγεσία της χούντας, ειδικότερα οι προεξάρχοντες, ταξίαρχος Ιωαννίδης και ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων Μπονάνος, κοροϊδεύθηκαν κατά τον πλέον χονδροειδή τρόπο αρχικά με διαβεβαιώσεις ότι δεν επρόκειτο να γίνει τουρκική εισβολή και στη συνέχεια ότι αυτή θα είχε δήθεν περιορισμένους στόχους, που θα εντάσσονταν στη λογική της ενώσεως με «εδαφικά ανταλλάγματα» προς την Τουρκία, στη βάση του θρυλούμενου σχεδίου Άτσεσον του 1964 και παρομοίων άλλων σχεδίων.
Ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η τουρκική εισβολή, ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων σύστηνε «αυτοσυγκράτηση»
6 Έτσι ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων Γρηγόριος Μπονάνος, απαντώντας στις δραματικές εκκλήσεις από την Κύπρο σύστηνε «αυτοσυγκράτηση» τη στιγμή που η τουρκική αεροπορία βομβάρδιζε τα πάντα, το πρώτο αποβατικό κύμα έβγαινε στην Κερύνεια και οι τούρκοι αλεξιπτωτιστές προσγειώνονταν ανενόχλητοι. Είναι δεδομένο και αναμφισβήτητο ότι κατά τις πρώτες κρίσιμες 3 με 4 ώρες της τουρκικής εισβολής δεν δόθηκε επίσημη διαταγή για αντίσταση. Οι πρώτοι τούρκοι στρατιώτες αποβιβάσθηκαν στην Κερύνεια αμαχητί.
Καθυστερημένα, ασυντόνιστα και χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία, τα τάγματα της περιοχής, που είχαν περιέργως διαταχθεί να αναδιπλωθούν προς τα πίσω, έδωσαν ένα απεγνωσμένο και ηρωικό αγώνα. Ακόμη και υπό τέτοιες συνθήκες ο αρχηγός του πρώτου αποβατικού κύματος σκοτώθηκε και η τουρκική επιχείρηση κινδύνευσε να καταλήξει σε φιάσκο.
Οι μοίρες καταδρομών με απαράμιλλο θάρρος και αγώνα κατέλαβαν τις δύο από τις τρεις στρατηγικότερες κορυφές του Πενταδακτύλου.
Η ηρωική ΕΛΔΥΚ, με μια θυελλώδη επίθεση κατά της ελεγχόμενης από την τουρκική πλευρά στρατηγικής περιοχής μεταξύ Λευκωσίας και Κερύνειας, έφερε την τουρκική εισβολή στο χείλος της καταστροφής.
Αντιλαμβάνεται κανείς τι θα γινόταν αν κηρυσσόταν εγκαίρως συναγερμός, πραγματοποιούνταν μερική, τουλάχιστον, επιστράτευση, επανδρώνονταν τα οχυρά και πολυβολεία στην ακτογραμμή της Κερύνειας και ενεργοποιούνταν, σύμφωνα με τα σχέδια, οι μοίρες ορεινού πυροβολικού που ήταν εγκατεστημένες στη δεσπόζουσα οροσειρά του Πενταδακτύλου, πάνω από την Κερύνεια.
Το πραξικόπημα χρησιμοποιήθηκε από τον Κίσινγκερ και ως όπλο για να εξασφαλισθεί διεθνής ανοχή στην τουρκική εισβολή
7 Το σχέδιο Κίσινγκερ είχε ως στόχο τη δημιουργία των προϋποθέσεων για την πραγματοποίηση της τουρκικής εισβολής και την εξασφάλιση διεθνούς ανοχής, ιδιαίτερα από την άλλη υπερδύναμη που ήταν τότε η Σοβιετική Ένωση.
Δεν αρκούσε η αμερικανική υποστήριξη για την πραγματοποίηση της τουρκικής εισβολής χρειαζόταν και η ανοχή, τουλάχιστον, της άλλης υπερδυνάμεως. Η Σοβιετική Ένωση ήταν παραδοσιακά σαφώς αντίθετη και ήταν αδύνατο να παρακαμφθεί όσο βρισκόταν στην εξουσία ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Με την ανατροπή του Μακαρίου και τη σκόπιμη τοποθέτηση στην εξουσία του Νίκου Σαμσών, με τη γνωστή διεθνή εικόνα, προβλήθηκε η ελληνική πλευρά ως ο πράκτορας των νατοϊκών σχεδίων στην Κύπρο και διευκολύνθηκε ο ψευδοσοσιαλιστής τούρκος πρωθυπουργός Ετσεβίτ να βγει από «αριστερά» στο Κυπριακό.
Υπό τις συνθήκες αυτές η τουρκική εισβολή βρήκε ανοχή και από την άλλη υπερδύναμη, η οποία δεν έβλεπε, επιπλέον, με κακό μάτι την προοπτική μιας μεγάλης κρίσεως και ενδεχομένως ένοπλης συρράξεως μεταξύ δύο χωρών μελών της ΝΑ πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Το ενδεχόμενο όμως αυτό και η αποσόβησή του αποτελούσαν κεντρικό μέρος του σχεδίου Κίσινγκερ. Θα έπρεπε, σύμφωνα με αυτό, να γίνει η τουρκική εισβολή για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις μιας διχοτομικής λύσεως, εφόσον ακόμη και ένα χουντικό καθεστώς στην Κύπρο δεν θα μπορούσε να δώσει την Κερύνεια και τη βόρεια Κύπρο στους Τούρκους αμαχητί.
Έπρεπε η βόρεια Κύπρος να «χαθεί» σ’ έναν ελεγχόμενο πόλεμο, ο οποίος όμως δεν θα έφτανε σε ανοιχτή ρήξη μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδος, με καταλυτικές συνέπειες για τη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
8 Με τον έλεγχο της ιεραρχίας της χούντας υπονομεύθηκε και αποπροσανατολίσθηκε η άμυνα της Κύπρου και παρεμποδίστηκε η επέμβαση της ελληνικής αεροπορίας και του ελληνικού ναυτικού, πρώτον για να μην οδηγηθεί σε αποτυχία και ήττα η τουρκική εισβολή και δεύτερον για ν’ αποσοβηθεί ο ελληνοτουρκικός πόλεμος.
Σημειώνεται σχετικά ότι τόσο η ελληνική αεροπορία όσο και το ελληνικό ναυτικό είχαν σημαντική ποιοτική υπεροχή σε όπλα νέας γενιάς. Συγκεκριμένα, η αεροπορία είχε ήδη παραλάβει μια μοίρα αεροσκαφών Φάντομ, τα οποία δεν είχε η τουρκική πλευρά. Το όπλο αυτό εξασφάλιζε στην ελληνική πλευρά σημαντικό τακτικό πλεονέκτημα, παρά το ότι στο μέτωπο της Κύπρου η ελληνική αεροπορία βρισκόταν καταφανώς σε μειονεκτική θέση, λόγω γεωγραφικής αποστάσεως. Η επέμβασή της όμως δεν θα είχε χαρακτήρα τακτικής υποστηρίξεως επιχειρήσεων εδάφους, αλλά παρεμβάσεως κατά την κρίσιμη ώρα της τουρκικής εισβολής, σε συνδυασμό με τη δράση των υποβρυχίων.
Το ελληνικό ναυτικό είχε επίσης παραλάβει τα νέα γερμανικά υποβρύχια, που του εξασφάλιζαν πολύ σημαντικό πλεονέκτημα. Η επέμβαση των ελληνικών υποβρυχίων θα ήταν καταλυτική για τον τουρκικό αποβατικό στόλο και τις επικοινωνίες μεταξύ του τουρκικού προγεφυρώματος και της Τουρκίας.
Τα δεδομένα αυτά εξηγούν τους δισταγμούς τους οποίους επέδειξε η τουρκική στρατιωτική ηγεσία και τους οποίους έκαμψε ο τούρκος πρωθυπουργός μετά από διαβεβαιώσεις ότι υπήρχε αμέριστη αμερικανική υποστήριξη, η οποία περιελάμβανε και άτυπη μυστική συμφωνία για «ειρηνική» αποβίβαση των τουρκικών δυνάμεων στην Κύπρο! Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός των διαμαρτυριών του τούρκου πρωθυπουργού προς τον Κίσινγκερ, με αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα, όταν διάφορες μονάδες των ελληνικών δυνάμεων, χωρίς να αναμένουν εντολές και διαταγές από τη χούντα, ανέλαβαν ως αυτονόητο καθήκον την άμυνα του πατρίου εδάφους και άρχισαν να βάλλουν κατά των εισβολέων.
Η μεγάλη εισβολή έγινε μετά την εκεχειρία
9 Μετά την κατάρρευση της χούντας και την παράδοση της εξουσίας, υπό τις γνωστές συνθήκες, στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, διατηρήθηκε η ίδια στρατιωτική ηγεσία. Δικαιολογήθηκε ως αναγκαία για τον έλεγχο της καταστάσεως που εμφανιζόταν απειλητική λόγω της ομάδας Ιωαννίδη. Διατηρήθηκε με τον τρόπο αυτό και η ίδια πολιτική της μη επεμβάσεως στην Κύπρο.
Η Άγκυρα, κερδίζοντας καιροσκοπικά χρόνο με τις διαπραγματεύσεις στη Γενεύη, προετοίμασε ανενόχλητη τον «Αττίλα ΙΙ», τη δεύτερη δηλαδή φάση της τουρκικής εισβολής. Με προκάλυμμα την εκεχειρία απεβίβασε ανεμπόδιστα στο προγεφύρωμα που είχε δημιουργήσει ένα ολόκληρο σώμα στρατού και 300 άρματα. Όσες δυνάμεις δηλαδή θεωρούσε αναγκαίες για την πραγματοποίηση της επιχειρήσεως που σχεδίαζε και τη διχοτόμηση της Κύπρου. Η τότε ελληνική κυβέρνηση, αντί να απαιτήσει τον σεβασμό της εκεχειρίας, απειλώντας σε διαφορετική περίπτωση με επέμβαση της ελληνικής αεροπορίας και του ελληνικού ναυτικού, ανέχθηκε τη μεταφορά των τουρκικών δυνάμεων, που ανέτρεψαν κάθε έννοια συσχετισμού ισχύος στο έδαφος και δημιούργησαν μια εντελώς νέα κατάσταση.
Ήταν επόμενο, υπό τις συνθήκες αυτές, όταν εκδηλώθηκε ο «Αττίλας ΙΙ» η Ελλάδα να δηλώσει αδυναμία και να μείνει απαθής, παραπέμποντας σε αγώνες στο διπλωματικό επίπεδο!
Τα τετελεσμένα αποτελούν και σήμερα τη βάση των προτεινόμενων λύσεων τύπου Ανάν
10 Είναι σημαντικό να παρατηρηθεί ότι τα τετελεσμένα αποτελούν τη βάση και των σημερινών εξελίξεων και σχεδίων για «λύσεις» τύπου Ανάν. Το τελευταίο αντιπροσωπεύει ουσιαστικά μια προσπάθεια ολοκληρώσεως στο διπλωματικό επίπεδο των σχεδίων που δρομολογήθηκαν τότε με τα τετελεσμένα της τουρκικής εισβολής.
Η συλλογιστική ότι δήθεν η ελληνική πλευρά έχασε τον πόλεμο στην Κύπρο και πρέπει τώρα να πληρώσει με την αποδοχή του Σχεδίου Ανάν το τίμημα της ήττας είναι αβάσιμη και παραπλανητική. Η ελληνική πλευρά δεν άρχισε κανένα πόλεμο κατά των Τούρκων στην Κύπρο. Το πραξικόπημα της χούντας στρεφόταν σαφώς κατά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και δεν εστράφη σε καμία περίπτωση κατά Τουρκοκυπρίων. Οι συγκρούσεις με Τουρκοκυπρίους άρχισαν μετά την τουρκική εισβολή, όταν ανελήφθη η εκκαθάριση σ’ όλη την Κύπρο των τουρκικών θυλάκων.
11 Εάν η επέτειος τέτοιων αποφράδων ημερών, όπως η 15η και η 20ή Ιουλίου 1974, έχουν κάποιο νόημα περισυλλογής και φρονηματισμού για το σήμερα, αυτό είναι η παρακολούθηση του νήματος που ξετυλίγεται από τότε και η κατανόηση αυτού που γίνεται σήμερα. Η αντίσταση όλων αυτών, που ενώ έβλεπαν ότι ήταν προδομένοι αγωνίσθηκαν μέχρις εσχάτων, όπως κατ’ εξοχήν οι ήρωες της ΕΛΔΥΚ, έχει τη λάμψη ενός τραγικού μεγαλείου. Δείχνει τις αρετές αυτού του λαού και ταυτόχρονα τα ασυγχώρητα λάθη, τις θλιβερές ηγεσίες και τις προδοσίες που διεπράχθησαν και που τον οδήγησαν επανειλημμένα σε ανάξιες ήττες και εθνικές καταστροφές.
Είναι σημαντικό λοιπόν να διδαχθούμε σήμερα ότι η διπλωματική ολοκλήρωση των τετελεσμένων του «Αττίλα» με σχέδια τύπου Ανάν δεν αποτελεί «λύση» του Κυπριακού. Θα συνιστούσε υποδούλωση και εγκλωβισμό του κυπριακού Ελληνισμού στην τουρκική γεωπολιτική, με προδιαγεγραμμένο το μέλλον του. Η συνειδητοποίηση αυτή θα ήταν το καλύτερο δίδαγμα από τη θλιβερή επέτειο και πηγή φρονηματισμού, καρτερίας και αγώνα.
Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση διανοίγει σήμερα νέες προοπτικές. Αντιπροσωπεύει μια ιστορική ευκαιρία για την Κύπρο, η οποία πρέπει να αξιοποιηθεί ανυποχώρητα για μια λύση βασισμένη στις ευρωπαϊκές αρχές και στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη. Η Ελλάδα και η Κύπρος δεν έχασαν κανέναν πόλεμο, με στρατιωτικούς όρους στην Κύπρο. Έχασαν εκεί τον πόλεμο της ανεξάρτητης εθνικής πολιτικής, της εθνικής στρατηγικής, της θέλησης και της αποφασιστικότητας. Αυτό είναι το δίδαγμα των επετείων και αυτό πρέπει να είναι γνώμονας για τη σημερινή πολιτική και εθνική μας στρατηγική.