Ανάπτυξη της Ευρωζώνης και όχι ευημερία των αριθμών…
Μας μίλησε για τις επιπτώσεις των τιμών του πετρελαίου στον πληθωρισμό. Μέχρι τώρα ο διοικητής της ΤτΕ αγνοούσε, φαντάζομαι ηθελημένα, τις επιπτώσεις από την αύξηση των τιμών του πετρελαίου. Και διατύπωνε πάντα τον ισχυρισμό ότι στην πληθωριστική διαδικασία κυρίως μετέχει η αύξηση των μισθών και ημερομισθίων. Τώρα που η κυβέρνηση Καραμανλή πείστηκε από τους «κινδύνους» που είχαν συντονισμένα επισημάνει ο κ. Γκαργκάνας, η ΕΚΤ με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του νεοφιλελεύθερου Μπαρόζο και ο ΟΟΣΑ με το γνωστό μας ΔΝΤ και κράτησε τις αμοιβές των εργαζομένων σε επίπεδα εξαθλίωσης, τώρα όλοι αυτοί οι αδρά αμειβόμενοι ιθύνοντες των διεθνών οργανισμών αναγκάστηκαν να ομολογήσουν τη δεσπόζουσα θέση των τιμών του πετρελαίου στην πληθωριστική διαδικασία μέσα στην ευρωζώνη.
Από όλους πλέον διαπιστώθηκε ότι παρά τη συγκράτηση των εργατικών αμοιβών σε πανευρωπαϊκή σχεδόν κλίμακα ο πληθωρισμός ανεβαίνει. Στην ευρωζώνη τον Ιούνιο ο πληθωρισμός εκτινάχτηκε στο 2,1% από 1,9% τον Μάιο. Και στην Ελλάδα τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Και διπλάσιο πληθωρισμό έχουμε και η άνοδος του γενικού επιπέδου τιμών (ακρίβεια) είναι πλέον εκτός ελέγχου. Έτσι ανακάλυψαν ως αιτία την άνοδο της τιμής του πετρελαίου. Για την κερδοσκοπία, στην οποία επιδίδονται οι δυνάμεις των ευρωπαϊκών αγορών, όλοι οι τάχα ειδικοί δεν βγάζουν μιλιά και αυτή η παράνομη και εξοντωτική για τους εργαζόμενους συμπεριφορά δεν θεωρούν ότι υπεισέρχεται στη διαδικασία του πληθωρισμού. Μόνον το ύψος των εργατικών αμοιβών θεωρούσαν πηγή του πληθωρισμού. Και τώρα ανακάλυψαν και τις τιμές του πετρελαίου. Όπως και αν έχουν τα πράγματα, ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη ξέφυγε από τον στόχο που είχε καθορίσει η ΕΚΤ (όριο 2%). Και αν συνεχιστεί η ανάκαμψη του δολαρίου, κάτι που θεωρείται σίγουρο και οι τιμές του πετρελαίου παραμείνουν στο… ύψος τους, η ΕΚΤ θα δει τον πληθωρισμό της ευρωζώνης να απογειώνεται και μαζί του να φουντώνει και η κερδοσκοπία (ευκαιρίας δοθείσης!). Και φυσικά οι εργαζόμενοι θα κληθούν να θυσιάσουν τις αποδοχές τους για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων και της χαμένης ανταγωνιστικότητας των προϊόντων της ευρωζώνης. Δυστυχώς, όλοι οι αρμόδιοι λύνουν τα όποια προβλήματα δημιουργούνται με θυσίες εκ μέρους των εργαζομένων λόγω εξασθένισης της θέσης τους. Και ο κ. Γκαργκάνας αυτήν τη λογική υπηρετεί, γιατί είναι η… λογική του οικονομικού κατεστημένου. Αυτά καθόσον αφορά τις εξελίξεις στον πληθωρισμό. Όμως ο διοικητής της ΤτΕ μίλησε και για τα επιτόκια της ΕΚΤ και τις πιέσεις που δέχεται η διοίκησή της για μείωση των ευρωεπιτοκίων. Και μας είπε ότι οι πολιτικοί ηγέτες ζητούν μείωση των επιτοκίων για να τονωθούν η ρευστότητα, οι επενδύσεις και εν τέλει η ανάπτυξη της ευρωζώνης. Πράγματι εδώ υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Η ευρωζώνη κινείται με βραδύτατους αναπτυξιακούς ρυθμούς και απειλείται σοβαρά με αναπτυξιακή στασιμότητα που τελικά ενδέχεται να οδηγήσει σε ύφεση. Στην τελευταία συνεδρίασή του (12 Ιουλίου) το ECOFIN θεώρησε υπεραισιόδοξη την προ μηνών πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ανάπτυξη 1,6% στην ευρωζώνη για το 2005 και έκρινε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα περιοριστεί στο 1,3%. Παρά ταύτα ο κ. Γκαργκάνας μάς είπε ότι «η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν πρέπει να υποκύψει στις εκκλήσεις του πολιτικού κόσμου για μείωση των επιτοκίων του ευρώ». Είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση ότι η ΕΚΤ δεν ενδιαφέρεται για τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας της ευρωζώνης. Το ενδιαφέρον της εστιάζεται στην ισοτιμία του ευρώ και στη συγκράτηση του πληθωρισμού. Το άστοχο του περιορισμού του ενδιαφέροντος της διοίκησης της ΕΚΤ είναι ότι τα τρία μεγέθη, δηλαδή ισοτιμία του νομίσματος – πληθωρισμός – ανάπτυξη, βρίσκονται σε τόσο στενή συνάφεια που δεν μπορούν να απομονωθούν και ευθέως επηρεάζονται από το ύψος των επιτοκίων. Επομένως είναι σφάλμα να νομίζει η ΕΚΤ ότι η αναπτυξιακή πορεία δεν επηρεάζει καθόλου τον πληθωρισμό και την ισοτιμία του νομίσματος. Οι ιθύνοντες της ΟΝΕ και της ΕΚΤ καλό είναι να προσέξουν περισσότερο την αλληλουχία των οικονομικών φαινομένων. Και κάτι άλλο: Η ανάπτυξη βρίσκεται στο κέντρο του ενδιαφέροντος των λαών της ευρωζώνης. Χωρίς ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης πώς θα μπορέσει το ευρώ να αποκτήσει διεθνή αναγνώριση και να αποτελέσει σταθερό νόμισμα για να καθιερωθεί στις διεθνείς συναλλαγές και να επιβληθεί ως αποθεματικό χρήμα, παράλληλα με το δολάριο; Αυτή η επιδίωξη της ΕΚΤ τότε μόνο θα μπορέσει να προχωρήσει, όταν η οικονομία της ευρωζώνης γίνει εύρωστη, με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, μέσα σε σταθερό και ικανοποιητικής απόδοσης μακροοικονομικό περιβάλλον. Για τους λόγους αυτούς θεωρούμε ότι η πολιτική της ΕΚΤ, με το μονομερές ενδιαφέρον για τον πληθωρισμό, πάσχει. Και θα δικαιωθεί μόνον εάν συνεχιστεί η άνοδος της ισοτιμίας του δολαρίου έναντι του ευρώ, γεγονός που θα δημιουργήσει ένα σοβαρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα υπέρ της ευρωζώνης στον τομέα των εξαγωγών, παράλληλα όμως θα προκαλέσει και αύξηση του πληθωρισμού. Έτσι κινείται ο νόμος της αλληλουχίας των οικονομικών φαινομένων. Από όλα αυτά γίνεται σαφές ότι ήρθε η ώρα η ΟΝΕ (και η ΕΚΤ φυσικά) να προσπεράσει τις όποιες διαφωνίες μεταξύ πολιτικών και τραπεζιτών και να στηρίξει την ανάπτυξη της ευρωζώνης με όλα τα διαθέσιμα εργαλεία και όχι μόνο με τα επιτόκια. Η ανάπτυξη είναι που κατέχει δεσπόζουσα θέση. Και όλα τα άλλα πρέπει να την υπηρετούν με συνέπεια και αποτελεσματικότητα. Για την ανάπτυξη της ευρωζώνης δεν αρκεί φυσικά η πρόσφατη ανάκαμψη του δολαρίου, όπως θέλησε να μας την παρουσιάσει ο κ. Γκαργκάνας.
Τελειώνοντας την ανάλυσή του, ο διοικητής της ΤτΕ είπε μια μεγάλη αλήθεια, που πρέπει ιδιαίτερα να προσεχθεί από όλους τους πολιτικούς, αλλά και τους άλλους παράγοντες της οικονομικής ζωής. Μας είπε, λοιπόν, ότι «η νομισματική πολιτική πρέπει να αποτρέπει τη δημιουργία συνθηκών που ευνοούν τις οικονομικές φούσκες». Εξαιρετικά εύστοχη αυτή η παρατήρηση του κ. Γκαργκάνα.
Και εμείς από την πλευρά μας θα θέλαμε να την επεκτείνουμε. Όχι μόνον η νομισματική πολιτική, αλλά το σύνολο της οικονομικής πολιτικής και η συμπεριφορά του τραπεζικού συστήματος θα πρέπει να αποτρέπουν συνθήκες που ευνοούν τις οικονομικές φούσκες. Ο διοικητής της ΤτΕ το περιόρισε στον νομισματικό τομέα και ειδικά στη μεγάλη ρευστότητα που πραγματικά μπορεί, με τη συνδρομή και άλλων παραγόντων, να ευνοήσει τις οικονομικές φούσκες. Και τούτο για να στηρίξει την άρνηση της ΕΚΤ για μείωση των επιτοκίων. Και ασφαλώς η μείωση των επιτοκίων θα προκαλέσει αύξηση της ρευστότητας στην ευρωζώνη. Όμως η ΕΚΤ ως κεντρική τράπεζα έχει τη δυνατότητα να θέσει υπό έλεγχο τη ρευστότητα σε όλες τις οικονομίες που μετέχουν στην ΟΝΕ και ανεξάρτητα από το οποιοδήποτε ύψος των ευρωεπιτοκίων. Και πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι ασφαλώς η ρευστότητα αποτελεί το «λίπασμα» για να ανθήσει η φούσκα. Τη φούσκα, όμως, την προκαλούν οι καιροσκόποι-κερδοσκόποι, το κράτος και σε ορισμένες περιπτώσεις και το τραπεζικό σύστημα. Όταν το κράτος ή το τραπεζικό σύστημα επιθυμεί ή ευνοεί τη δημιουργία φούσκας, που να εξυπηρετεί τις ευρύτερες επιδιώξεις του, δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες και προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων και την υπερβάλλουσα ρευστότητα. Θυμηθείτε τη χρηματιστηριακή φούσκα του 1999-2000 που το τραπεζικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένης και της ΤτΕ, έδινε αφειδώς δάνεια και στήριζε τη φούσκα που εξυπηρετούσε μια καιροσκοπική πολιτική τής τότε κυβέρνησης. Είναι, νομίζουμε, λάθος να ρίχνουμε όλα τα βάρη για τις φούσκες αποκλειστικά και μόνον στη ρευστότητα. Οι ρίζες βρίσκονται πολύ βαθιά. Γι’ αυτό χρειάζεται καταρχήν πολιτική βούληση της εκάστοτε κυβέρνησης να μην επιτρέπει τη δημιουργία συνθηκών που να οδηγούν σε οικονομικές φούσκες, οι οποίες ασφαλώς είναι τόσο βλαβερές για την οικονομία. Δεν μπορεί μόνη της η ΕΚΤ και με όπλο τον περιορισμό της ρευστότητας και τη νομισματική πολιτική γενικότερα να ματαιώσει την εμφάνιση της οικονομικής φούσκας.
Αυτά ως σχολιασμός των επιλογών της ΕΚΤ. Αυτές οι επιλογές δείχνουν μια τυφλή αφοσίωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που αποτελεί έναν από τους πυλώνες της ΟΝΕ, στην προσπάθεια ευημερίας των αριθμών και παραβλέπουν την εξυπηρέτηση των αναγκών της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Η όλη δομή της οικονομικής δραστηριότητας του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα πρέπει να έχει μοναδικό στόχο την εξυπηρέτηση των αναγκών της ολότητας. Η ΟΝΕ χτίζει την κοινωνία της ευημερίας των αριθμών και αδιαφορεί για τον άνθρωπο. Γρήγορα ξέχασαν εκεί στην ΕΕ και στην ΟΝΕ τα «χαστούκια» από το «όχι» των Γάλλων και των Ολλανδών που κυρίως ήταν «χαστούκια» στη νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΟΝΕ. Και αυτά ως απόηχος όσων είπε ο διοικητής της ΤτΕ Ν. Γκαργκάνας.