Υπάρχει ιεράρχηση στις κυβερνητικές επιλογές;

Και ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών τη Δευτέρα 13/6 είπε ότι το ασφαλιστικό των τραπεζών είναι στις κύριες προτεραιότητες της κυβέρνησης. Έτσι λοιπόν πράγματι η κυβέρνηση δείχνει καθαρά ότι έχει κάνει κάποια ιεράρχηση των προβλημάτων που απασχολούν την οικονομία μας και έχουν επίπτωση σε μεγάλα τμήματα του ελληνικού λαού. Με ποια όμως κριτήρια έγινε η ιεράρχηση των προβλημάτων; Την απάντηση θα μας δώσουν οι μέχρι σήμερα κυβερνητικές επιλογές. Η πράξη μετράει και όχι τα ρητορικά σχήματα ή τα επικοινωνιακά τεχνάσματα.

Ας ξεκινήσουμε με την προτεραιότητα για την επίλυση του ασφαλιστικού των τραπεζών, που είναι σήμερα στην επικαιρότητα. Η κάθε τράπεζα είχε διαφορετική επιβάρυνση για την ασφάλιση του προσωπικού της (εργοδοτικές εισφορές) λόγω της ύπαρξης πολλών ασφαλιστικών ταμείων στο τραπεζικό σύστημα. Η κυβέρνηση ιεράρχησε το πρόβλημα αυτό ως κατεπείγον για επίλυση, καθώς δημιουργεί συνθήκες άνισου ανταγωνισμού μεταξύ των τραπεζών. Και γκρίνιαζαν πολλές τράπεζες που ήθελαν ακόμα υψηλότερη κερδοφορία με τη συγχώνευση των ασφαλιστικών ταμείων και τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών. Μέσα στο τραπεζικό μας σύστημα αυτό ήταν το μείζον πρόβλημα; Εάν κάποιος από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης είχε την έμπνευση να διαβάσει την πρόσφατη έκθεση του Διεθνές Νομισματικού Ταμείου για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, που έγινε ύστερα από επιτόπια έρευνα, θα έβλεπε ότι η υψηλότατη κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών οφείλεται στο μεγάλο άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων. Ο ρόλος των τραπεζών έχει γίνει καθαρά αντιαναπτυξιακός και με την πολιτική τους έκαναν την ελληνική κοινωνία (επιχειρηματίες και νοικοκυριά) να κολυμπάει στα χρέη. Καλά, εκεί στην κυβέρνηση κανείς δεν βλέπει πού μας οδηγεί η συμπεριφορά των τραπεζών; Προσωπικά βλέπουμε ότι η κυβέρνηση «διυλίζει τον κώνωπα και καταπίνει την κάμηλον».

Είχε προηγηθεί και η ιστορία εξυγίανσης του ΟΤΕ με επιβάρυνση και του δημόσιου προϋπολογισμού, για να απαλλαγεί ο άλλοτε δημόσιος αυτός οργανισμός από υπεράριθμους υπαλλήλους του. Και αν δεν υπήρχε ο κίνδυνος η Κομισιόν να θεωρήσει παράνομη κρατική επιχορήγηση την επιδότηση του κράτους για την κάλυψη μέρους της δαπάνης αποζημίωσης για την εθελουσία έξοδο, ποιος ξέρει πόσα θα πλήρωνε ο κρατικός προϋπολογισμός. Όταν η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχουν χρήματα για να επιστρέψει στους συνταξιούχους το ΛΑΦΚΑ, που παράνομα εισέπραττε το κράτος, και καθόρισε τμηματική επιστροφή για την προσεχή τριετία, πώς θα έβρισκε χρήματα να χρηματοδοτήσει τις τράπεζες για το Ασφαλιστικό και τον ΟΤΕ για την εξυγίανση;

Οι δύο αυτές κυβερνητικές επιλογές δείχνουν ότι τα κριτήρια προτεραιότητας δεν έχουν να κάνουν με την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου, αλλά στοχεύουν προς άλλη κατεύθυνση. Βοηθάει η κυβέρνηση την επίλυση των προβλημάτων του ΟΤΕ και των τραπεζών για να πιάσει καλές τιμές η εκποίησή τους από το κράτος. Αυτό φαίνεται να είναι το κριτήριο. Καθαρά εμπορικό και καθόλου κοινωνικό. Και ένα μέρος από το προϊόν της εκποίησης των μετοχών του ΟΤΕ και των τραπεζών που θα εισπράξει το Δημόσιο δεν αποκλείεται να διατεθεί για τη χρηματοδότηση των μέτρων «κινητροδότησης» των νέων επενδύσεων. Πώς διαφορετικά θα μπορέσει να χρηματοδοτηθεί η προτεραιότητα προσέλκυσης νέων επενδύσεων; Αν αναλύσει κανείς σε βάθος και τις δύο αυτές κυβερνητικές επιλογές, θα καταλήξει σε συμπεράσματα καθόλου ελπιδοφόρα για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής,

Οι επιλογές της κυβέρνησης, ίσως λόγω «βίαιης προσαρμογής», δεν φαίνεται να έχουν την επιδοκιμασία της μεγάλης κοινωνικής πλειονότητας. Η κυβέρνηση επέλεξε τη συνέχιση της λιτότητας των εργαζομένων και την πολιτική εξαθλίωσης των συνταξιούχων. Με την αιτιολογία της έλλειψης χρημάτων. Το πρόβλημα της ένδειας του κρατικού κορβανά είναι υπαρκτό και αναμφισβήτητο. Έτσι αποφεύχθηκαν οι αναταράξεις από την εισοδηματική πολιτική. Όμως οι μετέπειτα επιλογές της κυβέρνησης δεν μας έπεισαν ότι η πολιτική λιτότητας κάλυπτε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας. Με την ανοχή του κράτους είδαμε ότι πάρα πολλοί μπόρεσαν να ξεφύγουν από τις δαγκάνες της λιτότητας. Για τη βελτίωση της θέσης των συνταξιούχων χρήματα δεν υπάρχουν. Όμως θα βρίσκονταν χρήματα για να δοθούν «βοηθήματα» στους μη επιτυχόντες τέως βουλευτές για την… επαγγελματική τους αποκατάσταση.

Για τους μισθωτούς και τη βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης δεν υπάρχουν λεφτά, για επιλεκτική όμως αύξηση αποδοχών και επιδομάτων σε ορισμένους κλάδους λεφτά βρέθηκαν. Ένα είναι το συμπέρασμα: οι κυβερνητικές επιλογές λύνουν τα «προβλήματα» ορισμένων αχόρταγων, ενώ κωφεύουν στα πιεστικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η εργαζόμενη κοινωνική πλειονότητα. Τα κριτήρια ιεράρχησης των κυβερνητικών επιλογών είναι εντελώς ακατανόητα από κοινωνική άποψη. Όσο είναι καιρός, ας κάνει η κυβέρνηση άλλου είδους ιεράρχηση των στόχων της.

Από τα λίγα παραδείγματα που αναφέραμε παραπάνω, παρμένα από την επικαιρότητα των ημερών, προσωπικά σχηματίσαμε την εντύπωση ότι η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να ιεραρχήσει τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και της οικονομίας μας. Ίσως ιεραρχεί με τα δικά της κριτήρια, που φαίνεται να μην ευθυγραμμίζονται με την κοινωνική ευαισθησία που πρέπει να διακρίνει τις όποιες κυβερνητικές επιλογές. Και εκεί στην κυβέρνηση πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι οι κοινωνίες αποτελούνται από ανθρώπους και όχι από αριθμούς. Η εξυπηρέτηση ή η βελτίωση των αριθμών πρέπει να κάμπτεται μπροστά στην εξυπηρέτηση των ανθρώπων. Πρώτα είναι ο άνθρωπος. Και οι κοινωνικοί ρυθμοί και η οικονομία τότε μόνο καταξιώνονται όταν αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση και στην ικανοποίηση των ανθρωπίνων αναγκών. Κάθε άλλη προτεραιότητα αποτελεί ανεύθυνη κυβερνητική πολιτική, κατά την προσωπική μας άποψη. Μιλώντας στη Βουλή ο πρωθυπουργός κάλεσε τα συνδικάτα να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Σύμφωνοι. Όμως πρέπει πρώτα η κυβέρνηση να αναλαβαίνει τις δικές της ευθύνες έναντι της κοινωνίας και μετά να ζητάει από τους άλλους να αναλάβουν τις δικές τους. Όταν η κυβέρνηση πορεύεται χωρίς ή με εσφαλμένες προτεραιότητες και ασκεί πολιτική αποδοκιμαζόμενη από την κοινωνική πλειονότητα, τότε ασκεί πρόχειρη, βιαστική και ανεύθυνη πολιτική. Πώς λοιπόν απαιτεί υπευθυνότητα από τους άλλους;

Είπε και κάτι άλλο ο πρωθυπουργός στη Βουλή. Η κυβέρνηση επιχειρεί ρήξη με τις ανισότητες! Ωραίο ως ρητορικό σχήμα για επικοινωνιακή κατανάλωση. Όχι όμως ότι εκφράζει και τη φιλοσοφία των μέχρι τώρα κυβερνητικών επιλογών. Αλήθεια, απ’ όλες τις ανισότητες που υπάρχουν στην Ελλάδα, ο πρωθυπουργός εντόπισε ως την περισσότερο επείγουσα την ανισότητα στις εργοδοτικές εισφορές των τραπεζών; Ή ήταν άμεσης προτεραιότητας η ενίσχυση της κερδοφορίας του ΟΤΕ και έσπευσε να λύσει το πρόβλημα με την εθελουσία έξοδο 6.000 υπαλλήλων του οργανισμού; Δεν υπολόγισε το κόστος αυτής της ενέργειας (ανεξάρτητα από το ποιος θα το πληρώσει) και τις επιπτώσεις στην ανεργία; Όλοι αυτοί οι 6.000 νέοι συνταξιούχοι, σχετικά νέοι στην ηλικία, θα ανταγωνιστούν τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας τεχνικούς, που θα στερούνται και εμπειρίας. Μετά γκρινιάζουμε για την υψηλή ανεργία των νέων. Μπορεί να μας πει ο πρωθυπουργός ποια είναι πιο επείγοντα για επίλυση προβλήματα: του ΙΚΑ ή των τραπεζών; Από τη «ρύθμιση» του ασφαλιστικού των τραπεζών θα επιβαρυνθεί το ΙΚΑ, όπως παραδέχτηκε και ο διοικητής του. Άρα η κυβέρνηση δημιουργεί ανισότητα και όχι ρήξη με την ανισότητα.

Εάν πράγματι ο πρωθυπουργός επιθυμεί να χτυπήσει τις ανισότητες υπάρχει λαμπρό πεδίο δράσης. Να χτυπήσει τις εισοδηματικές ανισότητες. Πώς ανέχεται η κυβέρνηση τις υπέρογκες αμοιβές ορισμένων διοικητών, προέδρων, συμβούλων τραπεζών, ΔΕΚΟ, Οργανισμών, αλλά και ορισμένων διορισμένων σε προνομιούχες θέσεις του Δημοσίου; Πώς ανέχεται η κυβέρνηση όλη η αύξηση του ΑΕΠ να μεταφράζεται σε υπέρογκα κέρδη των τραπεζών και των μεγάλων ξένων και ντόπιων επιχειρήσεων; Πώς ανέχεται η κυβέρνηση την άνιση φορολογική επιβάρυνση; Συνταξιούχοι, μισθωτοί και μικροί επιτηδευματίες καταδυναστεύονται από το φορολογικό μας σύστημα και αποτελούν τα υποζύγια του κρατικού προϋπολογισμού, ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις βρίσκονται κάτω από την προστατευτική ομπρέλα των λογιστικών τους βιβλίων. Πώς ανέχεται η κυβέρνηση την ανισότητα της καθημερινότητας του πολίτη, όταν αυτοί με τα «φακελάκια» πετυχαίνουν άμεση εξυπηρέτηση, ενώ οι άλλοι υφίστανται αφάνταστη ταλαιπωρία για να λύσουν το πρόβλημά τους; Υπάρχουν μύριες όσες ανισότητες μέσα στην ελληνική κοινωνία που δεν είδαμε να υπάρχει κάποιο σημάδι κυβερνητικής πρόθεσης για τη μείωσή τους. Αντίθετα, μοιάζει να σύρεται η κυβερνητική συμπεριφορά στη δημιουργία προβλημάτων εκ του μη όντος. Γι’ αυτό και στις τελευταίες εμφανίσεις του στη Βουλή, ο Κώστας Καραμανλής εμφανίστηκε χωρίς ουσιώδη επιχειρήματα και έχασε τη «δεσπόζουσα» θέση που είχε κερδίσει τα τελευταία χρόνια ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και ως πρωθυπουργός. Φάνηκε αμυνόμενος με ρητορικά σχήματα και όχι με πειστικά επιχειρήματα. Είναι δύσκολο να υπερασπίζεσαι κάτι, κόντρα στη λογική και στην αναγκαιότητα. Δεν έπεισε ότι οι επιλογές του ήταν οι σωστές. Δεν έπεισε ότι υπάρχει ιεράρχηση στις κυβερνητικές επιλογές. Δεν έπεισε για τις προτεραιότητές του. Αντίθετα, δημιούργησε την αίσθηση ότι βιάζεται να επιλύσει προβλήματα για την ανακούφιση (ή την εξυπηρέτηση;) των ισχυρών συμφερόντων. Αυτές οι εντυπώσεις, έστω και αν δημιουργήθηκαν άδικα, θα τον καταδιώκουν για καιρό.


Σχολιάστε εδώ