Διπλωματική επίθεση φιλίας της Άγκυρας εν όψει της Συνόδου Κορυφής

Συγκεκριμένα, ο κ. Όλι Ρεν είπε, με ασαφή και διφορούμενο τρόπο, ότι εάν η Τουρκία δεν υπογράψει, πριν από τον Οκτώβριο, το Πρωτόκολλο Τελωνειακής Συνδέσεως και δεν άρει τους αποκλεισμούς των κυπριακών πλοίων και αεροπλάνων από τους τουρκικούς λιμένες και τον τουρκικό εναέριο χώρο, τότε δεν θα αρχίσουν διαπραγματεύσεις στα κεφάλαια εκείνα που συνδέονται με το Πρωτόκολλο!

Δηλαδή, με απλά λόγια, ο κ. Όλι Ρεν εισηγείται, με έμμεσο τρόπο, η μη υπογραφή του Πρωτοκόλλου από την Άγκυρα να μην αποτελέσει αιτία για τη μη έναρξη των διαπραγματεύσεων, όπως συμφωνήθηκε κατά τη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου, αλλά απλώς να εξαιρεθούν στην πρώτη αυτή φάση από τη διαπραγμάτευση τα σχετικά κεφάλαια που συνδέονται με τις επικοινωνίες και τις μεταφορές! Εάν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι τα υπό διαπραγμάτευση κεφάλαια είναι 24 και ότι η διαπραγμάτευση θα διαρκέσει τουλάχιστον ως το 2014, η παραπομπή για αργότερα ορισμένων κεφαλαίων δεν έχει για την Άγκυρα οποιοδήποτε πρακτικό κόστος. Αντιθέτως, τη διευκολύνει να παραπέμψει τις υποχρεώσεις που ανέλαβε σε βάθος χρόνου και ουσιαστικά στις ελληνικές καλένδες.

2 Ασφαλώς, ο κ. Όλι Ρεν δεν αποφασίζει. Το θέμα θα τεθεί και θα αποφασισθεί στη Σύνοδο Κορυφής, που θα παραδώσει τη σκυτάλη της προεδρίας στη Μ. Βρετανία σε λίγες μέρες. Ο κ. Όλι Ρεν όμως δεν το είπε τυχαία. Οι δηλώσεις του είναι προϊόν ενός έντονου παρασκηνίου, υποστηριζόμενου από τις ΗΠΑ και τη Μ. Βρετανία. Το παρασκήνιο αυτό προσπαθεί να παρεμποδίσει οποιαδήποτε εξέλιξη ενισχύει και κατοχυρώνει τη σημερινή διεθνή θέση της Κύπρου και να αφήσει, αντιθέτως, ανοικτό το πεδίο για την προώθηση του Κανονισμού για το «απευθείας εμπόριο» και άλλων μέτρων αναβαθμίσεως του ψευδοκράτους των κατεχομένων, στο πλαίσιο των προνοιών του Σχεδίου Ανάν για τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος. Προσπαθεί επίσης με την ίδια πολιτική να διευκολύνει την Άγκυρα, παραμερίζοντας τον σκόπελο της επεκτάσεως στην Κύπρο του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Συνδέσεως, που συνιστά εκ των πραγμάτων ένα πρώτο βήμα διπλωματικής αναγνωρίσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας.

3 Οι δηλώσεις Όλι Ρεν είναι η τελευταία εκδοχή μιας σειράς ελιγμών για την αποφυγή από την Άγκυρα των πολιτικών συνεπειών μιας ρητής δεσμεύσεως που ανέλαβε στη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου ως ελάχιστο υποκατάστατο της κανονικής διπλωματικής αναγνωρίσεως που επιβαλλόταν από το σημερινό καθεστώς της Κύπρου ως χώρας – μέλους της ΕΕ.
Η ελληνική πλευρά, Αθήνα και Λευκωσία, υπεχώρησε τότε, υπό το κράτος πιέσεων, από αυτό που ήταν αυτονόητο. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της ΕΕ με οποιαδήποτε χώρα έχουν χαρακτήρα διακυβερνητικών διαπραγματεύσεων μεταξύ αυτής και των 25 χωρών – μελών. Είναι επομένως αδιανόητο μια υποψήφια χώρα που ζητά να ενταχθεί σε μια Ένωση να μην αναγνωρίζει διπλωματικά ένα από τα μέλη της.

Η ελληνική πλευρά δέχθηκε ως συμβιβαστική λύση την υπογραφή μόνο του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Συνδέσεως. Η Άγκυρα όμως έκανε γρήγορα σαφές ότι δεν σκόπευε να συμμορφωθεί ουσιαστικά έστω και με τον ελάχιστο αυτό όρο. Γνωστοποίησε στην ΕΕ ότι θα συνοδεύσει την υπογραφή του Πρωτοκόλλου με γραπτή δήλωση, με την οποία θα κάνει σαφές ότι δεν αναγνωρίζει διπλωματικά την Κυπριακή Δημοκρατία. Προσπάθησε επίσης να διαχωρίσει την υπογραφή από την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου. Έθεσε, κυρίως, από την αρχή θέμα ανταλλαγμάτων. Ζήτησε, συγκεκριμένα, να εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση ο Κανονισμός για το «απευθείας εμπόριο» και να αρθεί ο λεγόμενος «οικονομικός αποκλεισμός των Τουρκοκυπρίων» ως αντάλλαγμα για την υπογραφή του Πρωτοκόλλου!

Στο πνεύμα αυτό και ενώ η κλεψύδρα του χρόνου εξαντλείται, η κωλυσιεργία της Άγκυρας συνεχίζεται. Δεν έχει ακόμη υπογράψει το Πρωτόκολλο και η ενδεχόμενη επικύρωσή του από την τουρκική Εθνοσυνέλευση παραπέμπεται εκ των πραγμάτων τουλάχιστον για το φθινόπωρο, εφόσον οι εργασίες της τουρκικής Εθνοσυνελεύσεως διακόπτονται για τις θερινές διακοπές.

4 Βεβαίως, δεν αποτελεί έκπληξη η τουρκική πολιτική και συμπεριφορά. Η Άγκυρα επιδιώκει τους γνωστούς στόχους της με τις γνωστές της μεθόδους. Είναι όμως αξιοσημείωτο ότι κάθε φορά που τα πράγματα φτάνουν σε ένα ιδιαίτερα κρίσιμο σημείο στην Ευρώπη, κλιμακώνεται η επίθεση φιλίας προς την Ελλάδα και η δοξολογία της ελληνοτουρκικής φιλίας και συνεννόησης. Προφανής στόχος είναι ο εγκλωβισμός της ελληνικής πλευράς σε αυτό το κλίμα και η εξώθησή της σε νέα παραχώρηση έναντι της Τουρκίας. Προβάλλεται πάντοτε επιτηδείως το γνωστό ιδεολόγημα ότι δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να διακυβευτεί η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, που συμφέρει, δήθεν, την Ελλάδα.

Είδαμε έτσι πρόσφατα τη Συνάντηση Κορυφής στον Έβρο, τις δηλώσεις φιλίας στη διαπασών και την εξαγγελία επισκέψεως του έλληνα πρωθυπουργού στην Άγκυρα τον Σεπτέμβριο, η οποία όμως δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί.

5 Παρεμπιπτόντως, το θέμα του αγωγού φυσικού αερίου, που θα ενώσει την περιοχή της Κασπίας και την Τουρκία με την Ευρώπη, μέσω Ελλάδος, είναι πράγματι ένα στρατηγικής σημασίας έργο. Γιατί όμως η Ελλάδα να αγοράζει φυσικό αέριο από την Τουρκία; Το θέμα αυτό πέρασε, δυστυχώς, ως ασήμαντη λεπτομέρεια. Η Τουρκία δεν είναι χώρα παραγωγός φυσικού αερίου. Έχει όμως υπογράψει συμφωνίες με τη Ρωσία και το Ιράν για την εισαγωγή μεγάλων ποσοτήτων φυσικού αερίου, που δεν προορίζονται μόνο για τις ανάγκες της. Προχώρησε, μάλιστα, στο έργο της κατασκευής υποθαλάσσιου αγωγού στη Μαύρη Θάλασσα για την εισαγωγή μεγάλων ποσοτήτων ρωσικού φυσικού αερίου με μακροπρόθεσμη συμφωνία. Στόχος της Τουρκίας είναι να αναδειχθεί, με τη βοήθεια του αγωγού προς την Ευρώπη, σε μεσάζοντα και έμπορο φυσικού αερίου, εκμεταλλευόμενη κατά πρώτο λόγο τις πολιτικές δυσκολίες που έχει το Ιράν στις οικονομικές του σχέσεις με τη Δύση. Η Ελλάδα σπεύδει να προσφερθεί ως πρώτος πελάτης της Τουρκίας, όταν έχει στα σύνορά της τον αγωγό ρωσικού φυσικού αερίου και όταν έχει κάθε συμφέρον να αγοράζει απευθείας από το Ιράν το φυσικό αέριο που χρειάζεται, χωρίς οποιονδήποτε αναγκαστικό διαμεσολαβητή.

6 Το θέμα όμως, δυστυχώς, δεν είναι μόνο εκεί. Η Άγκυρα έχει πλήρη συναίσθηση των μεγάλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα η ενταξιακή της προοπτική και η έναρξη των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων τον Οκτώβριο.

Επιχειρεί λοιπόν να ωθήσει πάλι την ελληνική πλευρά σε νέα υποχώρηση. Επανέρχεται συγκεκριμένα στο γνωστό επιχείρημα ότι οι Ευρωπαίοι, που δεν θέλουν την Τουρκία, θα χρησιμοποιήσουν ως πρόσχημα το Κυπριακό για να εμποδίσουν την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεών της και ότι η ελληνική πλευρά δεν πρέπει να προσφερθεί να παίξει αυτό το παιχνίδι. Αντί, δηλαδή, να εκπληρώσει την υποχρέωση που ανέλαβε για να αφαιρέσει το υποτιθέμενο πρόσχημα από τους Ευρωπαίους, προσπαθεί να αντιστρέψει τη συγκυρία, που ευνοεί αντικειμενικά την ελληνική πλευρά, και να την κάνει όπλο εναντίον της. Στο πνεύμα λοιπόν αυτό, με την παρασκηνιακή επικουρία του αμερικανο-βρετανικού παράγοντα, καλεί την Ελλάδα και συνολικά την ελληνική πλευρά (Αθήνα και Λευκωσία), στο όνομα της ελληνοτουρκικής φιλίας, να μη θέσει σε κίνδυνο την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας, ακόμη και αν δεν υπογραφεί από την Άγκυρα το Πρωτόκολλο Τελωνειακής Συνδέσεως. Αυτό, δηλαδή, που συμφωνήθηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου ως ο ελάχιστος όρος για να μη ασκήσει η Κύπρος βέτο στην παροχή ημερομηνίας στην Άγκυρα για την έναρξη ενταξιακών συνομιλιών.

Με άλλα λόγια, να δεχθεί η ελληνική πλευρά την παραπομπή στις καλένδες του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Συνδέσεως, σε ό,τι αφορά την Κύπρο, μέχρι την προώθηση είτε του κανονισμού για το «απευθείας εμπόριο» και τη διεθνή αναβάθμιση του ψευδοκράτους είτε την εξεύρεση λύσεως του Κυπριακού στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάν.

7 Από την άποψη αυτή, είναι φυσικό να προκαλεί ανησυχία η προθυμία και ο ζήλος με τον οποίο ανταποκρίνεται η ελληνική πλευρά στις τουρκικές επιθέσεις φιλίας, που έχουν τόσο προφανείς και διαφανείς στόχους.

Τι νόημα, π.χ., θα έχει η ενδεχόμενη επίσκεψη του έλληνα πρωθυπουργού στην Άγκυρα τον Σεπτέμβριο αν δεν έχει λήξει εν τω μεταξύ ικανοποιητικά το θέμα του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Συνδέσεως; Σε μια τέτοια περίπτωση με βάση τη συμφωνία της Συνόδου Κορυφής του Δεκεμβρίου, θα τεθεί εκ των πραγμάτων θέμα ενάρξεως των τουρκικών ενταξιακών συνομιλιών όχι μόνο από την Κύπρο αλλά και από άλλες χώρες. Ενώ, λοιπόν, θα πανηγυρίζεται στην Άγκυρα η πρώτη επίσκεψη έλληνα πρωθυπουργού, ύστερα από 30 χρόνια, πώς θα αντιδράσει ο έλληνας πρωθυπουργός; Θα θελήσει να «χαλάσει το κλίμα και να προκαλέσει ένταση»; Θα διακινδυνεύσει την υποστήριξη της πολιτικής που διακηρύσσει ως στρατηγική προτεραιότητα; Η Άγκυρα ελπίζει, αν δεν προεξοφλεί, ότι ο έλληνας πρωθυπουργός, εάν πραγματοποιήσει την επίσκεψή του στην Άγκυρα πριν από την κρίσιμη ημερομηνία του Οκτωβρίου, θα βρεθεί σε δύσκολη θέση και θα υποχρεωθεί να υπερακοντίσει για άλλη μια φορά υπέρ της τουρκικής ενταξιακής προοπτικής, ακόμη και αν δεν έχει μέχρι τότε λήξει ικανοποιητικά το θέμα του Πρωτοκόλλου. Η παρουσία του, μάλιστα, στην Άγκυρα και η υπερκόντισή του υπέρ της τουρκικής ενταξιακής προοπτικής θα ενισχύσουν πολύ σημαντικά την Άγκυρα και θα θέσουν σε θέση οφ σάιντ άλλες ευρωπαϊκές χώρες που θα απαιτούσαν την εφαρμογή των συμπεφωνημένων της Συνόδου Κορυφής του Δεκεμβρίου και την επέκταση χωρίς όρους και εξαιρέσεις της τελωνειακής συνδέσεως σε όλες τις χώρες – μέλη.

8 Είναι λοιπόν προφανές ότι η Ελληνική πλευρά δεν πρέπει να σπεύσει να εγκλωβισθεί σε μια νέα επίθεση φιλίας, το πραγματικό περιεχόμενο της οποίας φαίνεται, μεταξύ άλλων, καθημερινά στις ολοένα και πιο προκλητικές παραβιάσεις και διεκδικήσεις στο Αιγαίο, παρά την ελληνική υποστήριξη της τουρκικής ευρωπαϊκής πορείας.

Η επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Άγκυρα είναι πολύ σημαντική υπόθεση και δεν πρέπει να φαλκιδευθεί σε τακτικούς διπλωματικούς ελιγμούς της Άγκυρας.

9 Στο ίδιο πνεύμα και για τους ίδιους σκοπούς, εκτυλίσσεται μια παρόμοια εκστρατεία στο εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου, μέσω του ψευδοκράτους Ταλάτ. Κύριοι αποδέκτες είναι οι πολιτικές δυνάμεις του «ναι» στο Σχέδιο Ανάν και η ηγεσία του ΑΚΕΛ, που θέλγεται πάντα ιδεολογικά από την ιδέα της φιλίας με τους Τουρκοκυπρίους, όσο και αν αυτό αποδεικνύεται πρακτικά ανέφικτο και ατελέσφορο, εφόσον η ηγεσία των Τουρκοκυπρίων ελέγχεται στενά και manu militari από την Άγκυρα.

Η μονομερής και άκριτη, μάλιστα, εμμονή προς αυτήν την κατεύθυνση υποκρύπτει τον ορατό κίνδυνο της σιωπηρής παραγραφής της κατοχής για να μη θίγονται οι τουρκοκύπριοι και να μη δυσκολεύεται η προσέγγιση μαζί τους. Είναι χαρακτηριστική σχετικά η υπολογισμένη και επιτήδεια αναφορά του Κόφι Ανάν στην τελευταία έκθεσή του για το Κυπριακό ότι οι Ελληνοκύπριοι δεν πρέπει να εγείρουν, με νομικές προσφυγές, το θέμα των κατεχομένων περιουσιών τους που καταληστεύονται για να μη «διαταράσσονται οι ανθρώπινες σχέσεις με τους Τουρκοκυπρίους»!

10 Η ελληνική θέση τόσο στο Κυπριακό όσο και στα ελληνοτουρκικά είναι σήμερα πολύ ισχυρότερη. Οι προσπάθειες των αμερικανο-βρετανικού παράγοντα να επιβάλει τον Κανονισμό για το «απευθείας εμπόριο», προοίμιο για την ντε φάκτο επιβολή του Σχεδίου Ανάν, έπεσαν μέχρι τώρα στο κενό. Η Κύπρος έχει σήμερα στο θέμα αυτό πολύ περισσότερους συμμάχους από πριν.

Το ίδιο ισχύει για το Συμβούλιο Ασφαλείας, στο οποίο προεδρεύει τον μήνα αυτό η Ελλάδα. Η πρόσφατη συνέντευξη του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών κ. Λαβρόφ και η επίσκεψη στη Μόσχα του έλληνα υπουργού Εξωτερικών κ. Μολυβιάτη επιβεβαίωσαν τη σταθερή ρωσική υποστήριξη της Κύπρου στο Συμβούλιο Ασφαλείας.

Η Ελλάδα πρέπει επομένως να παραμείνει σταθερή στις θέσεις της. Να μη διαπράξει για άλλη μια φορά το λάθος της συμφωνίας της Νέας Υόρκης και να μην επιτρέψει νέα διολίσθηση στις θέσεις της, όπως έπραξε στη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου. Με τα δεδομένα αυτά μπορεί να είναι αισιόδοξη και να είναι βέβαιη ότι με τη στάση αυτή θα στείλει το σωστό μήνυμα στην Άγκυρα και αλλού.

* Ο Περικλής Νεάρχου διετέλεσε σύμβουλος επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής του Ανδρέα Παπανδρέου.


Σχολιάστε εδώ