Τα τριάκοντα αργύρια της τιμής «του αγρού του Κεραμέως προς ταφήν τοις ξένοις»
Το θέμα μάς απασχολεί νυχθημερόν, θα έλεγα, στα πλαίσια των ακαδημαϊκών δραστηριοτήτων μας, αλλά και ως ελληνορθόδοξους πολίτες, με τους συνεργάτες και συνερευνητές μας στο Πανεπιστήμιο αλλά και στο Ίδρυμα Εθνικού και Θρησκευτικού Προβληματισμού.
Είχαμε προβλέψει σε ανύποπτο χρόνο, σε μιαν «Ανοικτή Επιστολή» μας στους αρμοδίους, τον Φεβρουάριο 2005, ότι ο διεθνής παράγοντας παρακολουθεί, στα πλαίσια του μεσανατολικού προβλήματος, στενά την πορεία του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και καραδοκεί να αναμιχθεί στα εσωτερικά του πράγματα, με σκοπό τη διεθνοποίησή του. Επί ζημία, φυσικά των ελληνικών συμφερόντων μας εκεί και εδώ. Για αυτό υπεδείκνυα ταπεινά τη λύση των προβλημάτων του και την αντιμετώπιση των σφαλμάτων του με επίκεντρο τον Πατριαρχικό θεσμό, τον Συνοδικό θεσμό και την Αγιοταφική Αδελφότητα, συναινετικά και συμβιβαστικά, εσωτερικά, χωρίς ακρότητες. Ιδιαίτερα τονίζαμε σχεδόν κραυγάζοντες τηλεοπτικά ότι είναι μέγα σφάλμα -έγκλημα σχεδόν εθνικό- να θέτουμε εμείς από μόνοι μας -ενώ δεν μας εζητείτο- θέμα παραιτήσεως του Πατριάρχου με αφορμή δημοσιευόμενα στοιχεία για οικονομικά σκάνδαλα, πωλήσεις κυρίως κτιρίων ή γης, γιατί με ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν πολύ αμφίβολο αν θα εκλέγαμε νέο Πατριάρχη -και αν ακόμα παραιτείτο ο νυν Πατριάρχης- όπως πριν, χωρίς την παρέμβαση του επιτοπίου και ευρυτέρου διεθνούς παράγοντος (Ισραήλ – Παλαιστινιακή Αρχή – Ιορδανία – ΗΠΑ – κυκλώματα παγκοσμιοποίησης και ομογενοποίησης) με διαφόρους όρους, ώστε ο Πατριαρχικός θεσμός να τεθεί υπό επιτόπια και διεθνή προστασία και βούληση, αφού οι Έλληνες μόνοι τους είναι ανίκανοι και επικίνδυνοι να διαφυλάττουν τα Πανάγια προσκυνήματα. Εις ώτα, όμως, μη ακουόντων δυστυχώς τα ανωτέρω.
Και τί βλέπουμε σήμερα, μετά παρέλευση εξαμήνου σχεδόν; Αφού επιμείναμε στην πολιτική της παραιτήσεως και στην επιστράτευση τηλεοπτικών, δημοσιογραφικών, πολιτικών και εκκλησιαστικών μέσων, που δεν ετελεσφόρησαν. Οι επιτόπιες κυβερνήσεις που δρουν ανεξάρτητα από το εθνικό μας κέντρο, προς ίδιον εθνικό όφελος, «μας χορεύουν στο ταψί», κατά το κοινώς λεγόμενο.
Η αθώωση από τους Παλαιστίνιους
Συγκεκριμένα, η Παλαιστινιακή Αρχή ερεύνησε το σκάνδαλο των πωλήσεων (είναι κάτοχοι ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών του πορίσματος των 45 σελίδων παλαιστινίων εμπειρογνωμόνων, νομικών και οικονομολόγων, που υιοθέτησε η Παλαιστινιακή Αρχή – Βουλή και Κυβέρνηση) και αθωώνει πανηγυρικά τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ειρηναίο, ως μη αναμεμιγμένο στο θέμα προσωπικώς. Κατώτερα όργανα του Πατριαρχείου (παντοειδείς παπαδήμηδες και συνοδικοί αρχιερείς που τώρα είναι μέλη της αντικανονικής και παρανόμου τοποτηρητείας), αφού σκανάρισαν, με τα γνωστά σημερινά τέλεια computers, την πατριαρχική υπογραφή, επιδόθησαν σε βιομηχανία συμβολαίων, πωλήσεων κ.λπ. και τίς οίδε και τί άλλα σκαρφίστηκαν. Καθένας από αυτούς απέβλεπε είτε στο χρήμα είτε στο χρήμα και στα οφίκια με την απομάκρυνση του Πατριάρχου και την ενδεχομένως ανάρρησή τους στον Πατριαρχικό θρόνο από τους ίδιους και φυσικά ο διεθνής παράγων, εκμεταλλευόμενος και αναρριπίζοντας τα ανωτέρω, επιδιώκει την άσκηση επιρροής και εποπτείας για ευνόητους λόγους. Το σκανάρισμα της υπογραφής μπορεί να το υποστεί ο κάθε υπεύθυνος που ασκεί πολιτική ή εκκλησιαστική ή δικαστική ή οικονομική εξουσία. Και φυσικά οι Παλαιστίνιοι, διαισθανόμενοι να είναι ο Πατριάρχης και να καθίσταται εξιλαστήριο θύμα σκοπιμοτήτων ξένων προς αυτούς, στηρίζουν τον Πατριάρχη και δεν αναγνωρίζουν τον τοποτηρητή. Και διά του τρόπου αυτού οι Παλαιστίνιοι υποβοηθούν και την κανονική τάξη επιτόπου, αφού ακόμα και η Πανορθόδοξος Σύνοδος του Φαναρίου κλήθηκε, ως μη ώφειλε, να ικανοποιήσει πολιτικές σκοπιμότητες, ευτυχώς όμως κατά το ήμισυ και μόνο του συνόλου των εκπροσωπούμενων δεκατεσσάρων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, που συγκροτούν το επίσημο σύστημα διοικήσεως της υπ’ ουρανόν Ορθοδόξου Εκκλησίας με πρωτόθρονο τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ως Οικουμενικό Πατριάρχη.
Η μελέτη εις βάθος της εκθέσεως Φιλαδελφείας προς την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου μετά την αντικανονική εισπήδησή του στο κλίμα του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων ως γνωστόν ουδεμία καταλείπει αμφιβολία ως προς την ανωτέρω κρίση μας. Δεν θεωρούμε επωφελές να αναφέρουμε αποσπάσματα της εκθέσεως αυτής προς επιβεβαίωση της κρίσεώς μας.
Η στάση του Ισραήλ και της Ιορδανίας
Το κράτος του Ισραήλ από όλη αυτήν την ιστορία της εμπλοκής και διαπεριπλοκής παντοίων παραγόντων στο ζήτημα δεν βλέπει να αποκομίζει οφέλη, μάλλον δε και διασύρεται, για αυτό και στηρίζει τον Πατριάρχη εμπράκτως, αφού μετά τριετία μη αναγνωρίσεώς του μετά την εκλογή του από το ίδιο, πάλι με ελληνική τότε εμπλοκή, για να διαγραφεί ο Ειρηναίος και κάποιοι άλλοι από τον κατάλογο, τελικώς τον αναγνωρίζει. Συνεργάζεται μαζί του όπως και η Παλαιστινιακή Αρχή. Ακολουθούν και οι δυο εξουσίες προς ίδιον όφελος την αρχή του «στέργε των παρόντων». Διότι ένας ενδεχόμενος νέος Πατριάρχης θα είναι αστάθμητος παράγοντας για αυτούς. Αμφότερες οι αρχές, όπου η έδρα του Πατριαρχείου -και αυτό έχει εν προκειμένω σημασία- γνωρίζουν ότι ο Πατριάρχης είναι εκ φύσεως ακραιφνής υποστηρικτής του Ελληνορθοδόξου status quo του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου, αλλά συγχρόνως και εξισορροπιστής σωστός μεταξύ των δυο εξουσιών. Γιατί τώρα να μπουν σε νέες περιπέτειες; Ο ιορδανικός παράγοντας, παρόλη την αντιθετική και αλλοπρόσαλλη στάση, κατ’ ουσίαν ευθυγραμμίζεται προς την Παλαιστινιακή Αρχή, αφού ο Πατριάρχης κατά τους Παλαιστινίους είναι αθώος του αίματος των 30 αργυρίων, με τα οποία αγοράστηκε «ο αγρός του Κεραμέως προς ταφήν τοις ξένοις».
Η Ελλάδα-Κρόνος
Και έρχομαι στην Ελλάδα, την κατακαημένη αυτή χώρα μας, που τρώγει τα παιδιά της, όπως ο μυθικός Κρόνος. Οι παράγοντες της εξωτερικής μας εκκλησιαστικής πολιτικής και διπλωματίας ασφαλώς και δεν μπορούν να αισθάνονται ευτυχείς με την εξέλιξη του ζητήματος του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, που αντί να επιλύεται σύντομα περιπλέκεται σε αδιέξοδα. Αφού οι μεθοδεύσεις, παρόλα τα πολιτικά, εκκλησιαστικά, οικονομικά μέτρα, που επιστρατεύθηκαν, δεν απέδωσαν.
Ο Ειρηναίος όχι μόνο δεν παραιτήθηκε, όχι μόνο δεν απομακρύνθηκε αλλά επιτοπίως στην έδρα του θεωρείται και είναι κανονικός και νόμιμος Πατριάρχης που μεθοδικά συσπειρώνει πέριξ αυτού το ελληνορθόδοξο και κυρίως το αραβορθόδοξο ποίμνιο. Και το χειρότερο είναι πως από ελληνικής πλευράς εξακολουθούμε να εμμένουμε στην ατελέσφορη αυτή μεθόδευση.
Το λάθος συντελέστηκε. Επιβάλλεται αποκατάστασή του με νέα μεθόδευση. Που είναι μία. Απεμπλοκή από τα εσωτερικά, κανονικής, εκκλησιαστικής φύσεως ζητήματα, που λύνονται εν τέλει όχι με πολιτικούς, αλλά με κανονικούς εκκλησιαστικούς όρους, ανεξαρτήτως και πέρα από πολιτικές και εκκλησιαστικές σκοπιμότητες. Η πολιτική ενοχοποίησης και διαπόμπευσης του Πατριάρχου Ιεροσολύμων και ο εναγκαλισμός των αντιπάλων του, κατεξοχήν αυτών, πλην ενός ή δύο, ενόχων για πάμπολλα μέχρι σήμερα αμαρτήματα πάσης φύσεως, επισύρει σιγά σιγά τη συμπάθεια της κοινής γνώμης, που διερωτάται τι τέλος πάντων γίνεται εκεί κάτω και ποιος πταίει;
Εάν η κυβέρνηση διαθέτει ενοχοποιητικά στοιχεία εις βάρος του Πατριάρχου ή άλλων δικών του ή και αντιπάλων του, δεν έχει παρά να τα καταθέσει στον εισαγγελέα για να απαλλαγεί και η ιδία των ευθυνών της. Από όσα γνωρίζουμε, αυτό ζητάει και ο ίδιος ο Πατριάρχης να κάνει η κυβέρνηση. Πώς είναι δυνατόν μια ενδεχόμενη παραίτηση να αμνηστεύει τα εγκλήματα και να καθιστά τον Πατριάρχη πρώην και με τις ανάλογες τιμές; Θερμά, λοιπόν, παρακαλούμε για το εθνικό συμφέρον αλλά και για το κύρος και το γόητρο της κατ’ Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας στο σύνολό της και επί τόπου στο πρόσωπο του παλαιφάτου Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, που όλα μαζί διασύρονται επί μήνες τώρα άνευ θετικού αποτελέσματος, για μια διορθωτική κίνηση, για δεύτερες σκέψεις, που πάντα αποδεικνύονται καλύτερες από τις πρώτες.
Σε κανέναν δεν μπορούμε να επιρρίψουμε ευθύνες, γιατί οι αναλαβόντες πρωτοβουλίες σχετικές είναι καλοπροαίρετοι εθνικά και εκκλησιαστικά φορείς. Απέβλεπαν σε θετικό αποτέλεσμα και γρήγορο που όμως δεν ήρθε. Τώρα όμως, μετά τις νέες εξελίξεις, λόγω της στάσεως του Ισραήλ και της Παλαιστινιακής Αρχής, αθωωτικής και υποστηρικτικής του προσώπου και του θεσμού του Πατριάρχου είναι πολύ αντιφατικό και επιλήψιμο να επιμένουμε στην ενοχοποίηση ενός προσώπου -δίκην αποδιοπομπαίου τράγου- καίτοι Πατριάρχου, που οι κατά τόπους άμεσα υπεύθυνες εξουσίες διά πορίσματος και εμπράκτως τον αθωώνουν. Τί λόγος μας πέφτει εμάς πλέον να επιμένουμε;
Οι φατριαστές και η «έκπτωση»
Και ερχόμαστε στα εκκλησιαστικά κανονικά ζητήματα. Πολιτική, δημοσιογραφική και τηλεοπτική «αδεία» στην Ελλάδα, αλλά κυρίως και «αγνοία» των κανονικών πραγμάτων λέγεται και γράφεται ότι ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων είναι πρώην ή έκπτωτος. Μπορείτε να μου βρείτε, να μου προσκομίσετε απόφαση κοσμικού ή κυρίως εκκλησιαστικού δικαστηρίου που να ορίζεται κάτι τέτοιο; Διότι είναι άλλο πράγμα η διαγραφή από τα δίπτυχα. Η Πανορθόδοξος Σύνοδος του Φαναρίου Κωνσταντινουπόλεως εξάντλησε τον ρόλο της στην ικανοποίηση του ελλαδικού, του ΥΠΕΞ, αιτήματος για παραίτηση. Και είδαμε το αποτέλεσμα.
Τριχοτομήθηκε το Πανορθόδοξο σώμα. Μόνον οι μισοί εκπρόσωποι εκ του Συνόλου των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών «εν Συνόδω» διέγραψαν τον Πατριάρχη από τα δίπτυχα, επειδή εκείνος αρνήθηκε την παραίτηση στο πρόσωπό του, προσκομίσας στοιχεία ότι όχι μόνο δεν πώλησε κτήματα και δεν σφετερίστηκε χρήματα από τέτοιες πωλήσεις, αλλά ότι εξασφάλισε και άλλα, που ήσαν υπό καταπάτηση και απαλλοτρίωση.
Το ανακοινωθέν της Συνόδου του Φαναρίου σαφώς επί λέξει επισημαίνει ότι η Σύνοδος «ήχθη εις την απόφασιν να απευθύνει αδελφικήν έκκλησην προς τον Μακ. Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ. Ειρηναίον, όπως οικειοθελώς υποβάλλη την παραίτησιν αυτού. Τούτο εζήτησε η Σύνοδος, μη συνελθούσα ως δικαστήριον, ως θυσιαστικήν πράξιν προς ειρήνευσιν της Εκκλησίας». Γιατί όμως να υπέβαλλε την παραίτηση, αφού ησθάνετο και ήτο βέβαιος περί της αθωότητός του, που τώρα εκ των υστέρων επιβεβαιώνουν και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι και θιγόμενοι Παλαιστίνιοι από τις δήθεν «πωλήσεις» του Πατριάρχου προσωπικώς; Και προχώρησε η Σύνοδος, κατά το ανακοινωθέν, αφού δεν ενέδωσε στην πολιτική, διά της εκκλήσεως, της παραιτήσεως ο Πατριάρχης στην «διαγραφήν του ονόματος αυτού εκ των Ορθοδόξων Διπτύχων, δεχθείσα την απόφασιν της πλειοψηφίας της Ι. Σ. του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, περί αποκηρύξεως του Πατριάρχου αυτών». Και εδώ εντοπίζεται το κανονικό εκκλησιαστικό ζήτημα και πρόβλημα. Περί ποίας «συνόδου» ο λόγος και περί ποίας «πλειοψηφίας» ο λόγος; Αυτής της «συνόδου» που δεν είχε Πρώτον, διότι τον εγκατέλειψε αλλά όρισε τριμελή διοικούσα επιτροπή; Περί ποίας «πλειοψηφίας», η οποία αυτοσχηματίστηκε, αποσχισθείσα από τον Πατριάρχη Πρόεδρό της, φατριάσασα με την πολιτική υποστήριξη και μόνο εξαρχής από την Ελλάδα και την Ιορδανία, χωρίς να συντρέχουν καν και οι από τον ιορδανικό νόμο του 1958 αρθρο 27, δύο μόνο προβλεπόμενοι συγκεκριμένοι λόγοι «αιρετικής εκτροπής ή σωματικής ανεπαρκείας ή πνευματικής ασθενείας», όπως επί λέξει διατυπώνεται και στη γνωμάτευση του Καθηγητού Βλασίου Φειδά;
Η σχηματισθείσα, λοιπόν, πλειοψηφία των 2/3 δεν προέκυψε από ενδοσυνοδικές διεργασίες για να αποκαλείται «Ιερά Σύνοδος» αλλά είναι αποτέλεσμα «φατριαστικής ή σχισματικής αποσχίσεως ενός ή πλειόνων επισκόπων εκ της κανονικής κοινωνίας μετά του Πρώτου αυτών, προφάσει εγκλημάτων», που όμως αποκλείεται «άνευ προηγουμένης κατακρίσεως αυτού ενώπιον του αρμοδίου Συνοδικού Οργάνου και πρό της εκδόσεως υπ’ αυτού τελεσιδίκου καταδικαστικής αποφάσεως («προ εμφανείας Συνοδικής και τελείας αυτού κατακρίσεως»), όπως σοφώς και λίαν προσφυώς διαγορεύει η γνωμάτευση Φειδά.
Ούτε στον Μεσαίωνα…
Εμείς βγάλαμε πρώτα την απόφαση και στη συνέχεια θα κληθούμε να τη νομιμοποιήσουμε και κανονικοποιήσουμε με τα οικεία όργανα. Αυτά ούτε στον Μεσαίωνα δεν γίνονταν. Τουλάχιστον τότε ετηρείτο η τυπική διαδικασία, και μάλιστα πανηγυρικά, προειλημμένης αποφάσεως και μετά γινόταν η εκτέλεσή της ενώπιον μάλιστα του «λαού». Για αυτό από της Πανορθοδόξου Συνόδου και μετά, όλα τα ακολουθήσαντα και συμβαίνοντα στα Ιεροσόλυμα -εκλογή «τοποτηρητή», και συγκρότηση «δικαστηρίου» εκκλησιαστικού από την φατριαστικώς συσταθείσα εις Σύνοδο ανωτέρω περιγραφείσα πλειοψηφία με όλες τις αποφάσεις και των δυο οργάνων συνιστούν σειρά-αλυσίδα αντικανονικού πλέγματος.
Και βέβαια, άνευ αμφιβολίας, συνιστούν όργανα και αποφάσεις παρανόμων και εκνόμων, αφού ο υπό της φατριαστικώς προκυψάσης συνόδου εκλεγείς «τοποτηρητής» ως Πρόεδρος και της Συνόδου και του Δικαστηρίου του δεν αναγνωρίζεται από τις δυο αρμόδιες τοπικές κυβερνητικές αρχές του Ισραήλ και των Παλαιστινίων, στα όρια των οποίων εδράζονται το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και τα πέριξ αυτού βασικά Πανάγια Προσκυνήματα και τούτο, δηλαδή η άρνηση αναγνωρίσεώς του, κατόπιν δικού του αιτήματος διά της επισκέψεως προς τούτο στα αρμόδια ανώτατα κυβερνητικά όργανα. Ως εκ τούτων, τα υπό τον τοποτηρητή όργανα, Σύνοδος και Δικαστήριο, και ο ίδιος προσωπικά βρίσκονται εις απελπιστικό έννομο αδιέξοδο, που δημιούργησε ο ίδιος ζητώντας έννομη κατάσταση.
Ο μόνος κανονικώς εκλεγείς και νομίμως κατασταθείς και αναγνωρισθείς εξακολουθεί να είναι και να παραμένει ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ειρηναίος, καίτοι πρόσωπο στασιαζόμενο «κείμενον εις πτώσιν ή ανάστασιν», καθώς γνωρίζουν οι παροικούντες και ή μη παροικούντες την Ιερουσαλήμ.
Γι’ αυτό και για τους λόγους τούτους δικαιωματικά προχώρησε στην ανασύνθεση της Συνόδου του, απολύσας ευλόγως, από των Συνοδικών καθηκόντων τους φατριαστές αδερφούς του και έλαβε σχετικές αποφάσεις για εκλογές νέων επισκόπων -είναι δική του υπόθεση πότε θα κάνει τις χειροτονίες- και για την αναδιάρθρωση των Πατριαρχικών υπηρεσιών και στη λειτουργία της Συνόδου και ως δικαστηρίου, που πολύ μετριοπαθώς φερόμενος έθεσε σε αργία επ’ αόριστον και σε ακοινωνησία τους συγκροτήσαντες το εις βάρος του εκκλησιαστικό δικαστήριο των «παρανόμων».
Και βέβαια εξακολουθών και τώρα να τυγχάνει της πλήρους αναγνωρίσεως των δυο κυβερνήσεων, του Ισραήλ και των Παλαιστινίων, όπου η έδρα του, και τα πέριξ αυτής Πανάγια Προσκυνήματα, που εν ταυτώ λειτουργούν είτε το θέλουν είτε όχι και ως προστάτες της κανονικής περί τον Πατριάρχη λειτουργίας των θεσμών του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Απαιτείται νέα Πανορθόδοξος
Και τί δέον γενέσθαι από εκκλησιολογικής πλευράς στο όλο σώμα της Καθολικής Ορθοδόξου κατ’ Ανατολάς Εκκλησίας; Βλέπουμε ότι, ασχέτως των ανωτέρω πραγματικών κανονικών και εννόμων πέριξ του Πατριάρχου και αντικανονικών και παρανόμων πέριξ του «τοποτηρητού» καταστάσεων, επειδή το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων είναι αναπόσπαστο μέλος της κατ’ ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας, μέσα από το επίσημο σύστημα διοικήσεώς της διά των σήμερα δεκατεσσάρων τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών ως Πατριαρχείων ή Αυτοκεφάλων Εκκλησιών υπό τη Μητέρα Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ως συντονιστή αυτών διά της αρχής της προνομίας και του μαργαρίτου της πρωτοβούλου διακονίας (και όχι επικυριαρχίας ή αναμίξεως στα εσώτερα των άλλων κατά τόπους Εκκλησίων), κατέχον μάλιστα το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων την τέταρτη σειρά μεταξύ των πρεσβυγενών Πατριαρχείων της Ανατολής (Κωνσταντινούπολη, Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια, Ιεροσόλυμα), φρονούμε ταπεινά ότι θα χρειαστεί νέα Πανορθόδοξος Σύνοδος, όχι όμως με προαποφασισμένα και πολιτικές και εκκλησιαστικές σκοπιμότητες, αλλά στο πνεύμα τής εν Χριστώ ενότητας, καταλλαγής και συμφιλιώσεως και βέβαια και κανονικών δικαίων ποινών προς κάθε πρόσωπο και πλευρά, που, ενώ πταίει, δεν ζητεί συγγνώμη και μετάνοια ενώπιον του σώματος των Προκαθημένων.
Και όλα αυτά ισχύουν από του Πατριάρχου μέχρι του τελευταίου μοναχού στα Ιεροσόλυμα. Επειδή δε θα πρέπει να υπάρχει άμεση εποπτεία της καταστάσεως από τα μέλη της Πανορθοδόξου είτε προσωπικώς είτε δι’ επιτροπών, ο τόπος της συγκλήσεως θα πρέπει να είναι άνευ ετέρου τα ίδια τα Ιεροσόλυμα, εκεί όπου κείται προς θεραπείαν ο ασθενής.
Και αυτό οφείλει να γίνει με τη συγκατάθεση και των δυο πλευρών, που θα γνωρίζουν ότι τα στηρίγματά τους δεν θα είναι πλέον ο καίσαρας, δηλαδή οι πολιτικές εξουσίες, αλλά ο ίδιος ο Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός στο πρόσωπο της Πανορθοδόξου Συνόδου των δεκατεσσάρων Πατριαρχών ή Προέδρων των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, στην οποία θα πρέπει να εξασφαλιστεί να μετάσχουν όλοι.