Μεταναστευτική πολιτική και κοινός νους
2 Πράγματι, το νομοσχέδιο προβλέπει αυστηρές ποινές για τη διακίνηση και μεταφορά λαθρομεταναστών και εκφράζει πολιτική βούληση και αποφασιστικότητα για τον αποτελεσματικό έλεγχο των συνόρων της χώρας. Βεβαίως, στο σημείο αυτό δικαιούται κανείς να έχει τους ενδοιασμούς και τις αμφιβολίες του, εάν λάβει υπ’ όψιν τις προηγούμενες νομοθετικές πρωτοβουλίες του 1991, του 1997 και του 2001. Παραδόξως, κατά την περίοδο αυτή η λαθρομετανάστευση όχι μόνο δεν ανακόπηκε αλλά, αντιθέτως, πήρε τις τεράστιες διαστάσεις που έχει σήμερα.
3 Το νέο νομοσχέδιο, παρά τις καλές του προθέσεις να βάλει τάξη και να διαμορφώσει μια ολοκληρωμένη μεταναστευτική πολιτική, είναι βέβαιο ότι, εάν δεν αποσαφηνισθούν ορισμένα βασικά σημεία του και δεν παρθούν μέτρα, θα οδηγήσει όχι σε περιστολή και έλεγχο της μετανάστευσης, αλλά, αντιθέτως, σε επικίνδυνο για την εθνική υπόσταση της χώρας πολλαπλασιασμό της.
4 Αυτό μπορεί να γίνει, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι θα επιτύχουν τα αυστηρά μέτρα και θα ανακοπεί στα σύνορα για τα επόμενα χρόνια η εισροή νέων λαθρομεταναστών. Το ενδεχόμενο αυτό συνδέεται με την εφαρμογή της περίφημης οδηγίας της ΕΕ 109/2003 για την οικογενειακή επανένωση. Η οδηγία αυτή προωθήθηκε από την ελληνική προεδρία και έγινε τελικά δεκτή, παρά τις έντονες αντιρρήσεις χωρών όπως η Δανία, η Ολλανδία και η Αυστρία. Κατά την ίδια περίοδο, με πρωτοβουλία πάλι της ελληνικής προεδρίας, έγινε επίσης δεκτή η οδηγία, με την οποία μειώθηκε από 10 ή 7 σε 5 χρόνια ο απαραίτητος χρόνος συνεχούς διαμονής για την αναγνώριση στον μετανάστη του καθεστώτος τού επί μακρόν διαμένοντος, που του εξασφαλίζει την πράσινη κάρτα.
5 Η οδηγία 109/2003 για την οικογενειακή επανένωση προβλέπει το δικαίωμα του μετανάστη να φέρει και την οικογένειά του, όταν πάρει την πράσινη κάρτα, μετά τη συμπλήρωση δηλαδή πέντε χρόνων συνεχούς διαμονής.
Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει συγκεκριμένα τη σύζυγο και τα ανήλικα τέκνα (μέχρι 18 ετών).
Το νομοσχέδιο που έχει κατατεθεί ενσωματώνει μεταξύ άλλων στο εθνικό δίκαιο την παραπάνω κοινοτική οδηγία.
6 Στο σημείο αυτό τίθενται, σε σχέση με το νομοσχέδιο, δύο καίρια ερωτήματα. Πρώτον, τι στόχο θέτει το νομοσχέδιο με τη νομιμοποίηση των λαθρομεταναστών; Παρέχει σ’ αυτούς το δικαίωμα νόμιμης παραμονής και εργασίας για περιορισμένο χρονικό διάστημα ή αφήνει ανοικτή την προοπτική για όλους να έρθει το πλήρωμα του χρόνου των απαιτουμένων πέντε ετών συνεχούς παραμονής για τη μετατροπή τους σε επί μακρόν διαμένοντες μετανάστες και στην πράξη σε μονίμους κατοίκους της χώρας;
Δεύτερον, σε μια τέτοια περίπτωση, έχουν εξετασθεί και έχουν υπολογισθεί οι συνέπειες από την εφαρμογή, μετά την πενταετία, της οδηγίας 109/2003 για την οικογενειακή επανένωση;
7 Ο αριθμός των μεταναστών υπολογίζεται σήμερα επισήμως σε ενάμισι περίπου εκατομμύριο, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 15% περίπου του πληθυσμού της χώρας. Στον αριθμό αυτό δεν περιλαμβάνονται οι λαθρομετανάστες που δεν έχουν συμπληρώσει δώδεκα μήνες παραμονής και οι οποίοι υπολογίζονται σε άλλες 500.000 περίπου.
Η εφαρμογή της οδηγίας για οικογενειακή επανένωση, ακόμη και αν εξαιρέσουμε τις 500.000, που αφορούν κυρίως αλβανούς μετανάστες, που έχουν ήδη φέρει την οικογένειά τους, και αν δεν λάβουμε επίσης υπ’ όψιν τις 500.000 λαθρομεταναστών που δεν έχουν συμπληρώσει δώδεκα μήνες παραμονής, σημαίνει άλλα 3 ή 4 εκατομμύρια νομίμων μεταναστών, κατ’ εφαρμογήν της κοινοτικής οδηγίας. Συγκεκριμένα εάν υποθέσουμε για το 1 εκατ. λαθρομετανάστες τη σύζυγο και δύο τουλάχιστον τέκνα, στην προοπτική μιάς πενταετίας ή δεκαετίας, αυτό σημαίνει άλλα 3 εκατομμύρια και συνολικά 4,5 εκατομμύρια. Εάν προσθέσουμε σ’ αυτούς και τις 500.000 που δεν έχουν συμπληρώσει δώδεκα μήνες παραμονής και περιλάβουμε και αυτούς στις πρόνοιες της κοινοτικής οδηγίας για οικογενειακή επανένωση, τότε θα έχουμε άλλο 1,5 εκατ. νόμιμους μετανάστες και συνολικά 6,5 εκατ. μετανάστες στο μάκρος της τρέχουσας πενταετίας ή δεκαετίας.
8 Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μάντης ή μεγάλος μαθηματικός για να προβλέψει και να υπολογίσει το τι θα γινόταν στη συνέχεια, σε μια τέτοια περίπτωση, λαμβάνοντας υπ’ όψιν το γεγονός ότι ο συντελεστής γεννήσεως των μεταναστών είναι δυόμισι φορές περίπου μεγαλύτερος από εκείνον του ελληνικού πληθυσμού.
Προφανώς, σε μια τέτοια περίπτωση, η Ελλάδα θα μετατρεπόταν σύντομα, κατά πλειοψηφίαν, σε τριτοκοσμική αφροασιατική χώρα μεταναστών, υπό τον μανδύα μάλιστα της Ευρώπης!
9 Με τα δεδομένα αυτά, όποιος συζητά σοβαρά την εγκατάσταση στην Ελλάδα, κατά την προσεχή πενταετία ή δεκαετία, 6,5 εκατ. αλλοδαπών, πρέπει, όπως έλεγαν οι αρχαίοι, να του αφαίρεσε τον νου ο Ζευς ή η Παλλάς Αθήνη.
Η οικογενειακή επανένωση, όπως και η αυτόματη ανανέωση των αδειών παραμονής και εργασίας, είναι μέτρα λογικά, ανθρωπιστικά και δίκαια υπό συνθήκες νόμιμης και ελεγχόμενης μετανάστευσης. Στην περίπτωση αυτή, είναι εξ αρχής σαφείς οι όροι και οι προϋποθέσεις. Για τις περιπτώσεις μεταναστών επί μακρόν διαμένοντες προϋπολογίζεται ο συνολικός αριθμός των μεταναστών όπως θα διαμορφωθεί με την οικογενειακή επανένωση. Οποιαδήποτε, άλλωστε, σοβαρή μεταναστευτική πολιτική περιλαμβάνει, τυπικά ή ατύπως, στρατηγικό ανώτατο όριο ασφαλείας, το οποίο καθορίζεται συνήθως γύρω στο 10% περίπου του πληθυσμού.
Το ποσοστό αυτό δεν δημιουργεί προβλήματα στη χώρα. Μεγιστοποιεί το όφελος για την οικονομία, την κοινωνία και την κοινωνική ασφάλιση. Συμβάλλει στην αναπλήρωση του δημογραφικού ελλείμματος και διασφαλίζει την απρόσκοπτη και αρμονική ένταξη των μεταναστών στην κοινωνία της χώρας.
10 Το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα, ως αποτέλεσμα μιας απίστευτης πολιτικής για χώρα που βρίσκεται σε αυτή τη γεωγραφική θέση και έχει τόσα προβλήματα, μπροστά σε ένα τετελεσμένο γεγονός τέτοιων διαστάσεων, δεν είναι λόγος για την κυβέρνηση να κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα, υπό την επίφαση ότι θα τα διορθώσει!
Η αδιάκριτη νομιμοποίηση των πάντων και η προδιαγραφή για τους πάντες προοπτικής για μόνιμη εγκατάσταση στη χώρα θα ανοίξει τον δρόμο για τη νόμιμη και κατ’ επιταγήν της Ευρωπαϊκής Ένωσης είσοδο στη Ελλάδα άλλων 4 ή 5 εκατ. μεταναστών, μέσα στην τρέχουσα πενταετία ή δεκαετία. Αυτό ισοδυναμεί με εθνικό αφανισμό της χώρας και δεν επιτρέπονται σε αυτό ψευδαισθήσεις, κάλπικα ιδεολογήματα ή ψευδαπάτες.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν υποχρεώνει καμιά χώρα μέλος να δεχθεί μετανάστες ή να νομιμοποιήσει λαθρομετανάστες. Από τη στιγμή όμως που αυτή το κάνει, η ΕΕ έχει συντρέχουσα αρμοδιότητα.
11 Σημειώνεται, παρεμπιπτόντως, ότι το σχέδιο του Ευρωσυντάγματος ενισχύει αποφασιστικά τις αρμοδιότητες της ΕΕ στη μεταναστευτική πολιτική. Ο φόβος της απώλειας του εθνικού ελέγχου στη μεταναστευτική πολιτική ήταν ένας από τους κύριους λόγους του «όχι» στο Ευρωσύνταγμα στη Γαλλία και κυρίως στην Ολλανδία. Σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες, με εξαίρεση την Ισπανία, λαμβάνονται αυστηρότατα μέτρα για τον έλεγχο και τον περιορισμό της μετανάστευσης, παρά τις αντίθετες συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που συστήνει, στην «πράσινη βίβλο» για τη μετανάστευση, «τη διατήρηση σταθερών μεταναστευτικών εισροών στην Ευρώπη». Η Δανία, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Σουηδία έχουν πάρει αυστηρότατα μέτρα. Η Αγγλία έμεινε εκτός της Συνθήκης Σένγκεν, με κύριο λόγο τη διατήρηση του εθνικού ελέγχου των μεταναστευτικών ροών από την Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Προσφάτως εξήγγειλε μέτρα ποιοτικής και επιλεκτικής μεταναστεύσεως, με στόχο την προσέλκυση επιστημόνων και γενικά προσώπων υψηλής καταρτίσεως.
Ο νέος γάλλος υπουργός Εσωτερικών και κατά πάσα πιθανότητα διάδοχος του Προέδρου Σιράκ στις εκλογές του 2007, Σαρκοζί, έστειλε πολύ έντονο μήνυμα από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε υπουργός. Ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει άμεσα κατά 50% τις απελάσεις παρανόμων μεταναστών.
12 Προβάλλεται, σε συνδυασμό με τη μετανάστευση, το ιδεολόγημα της πολυπολιτισμικότητας και της πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Είναι εκπληκτικό ότι πολιτικές ηγεσίες πρόβαλαν και προβάλλουν άκριτα το ιδεολόγημα αυτό σε μια κοινωνία και μια χώρα που είχε μέχρι πρόσφατα 95%, τουλάχιστον, εθνική συνοχή.
Η συνοχή αυτή τής επέτρεπε να μην αποτελεί μέρος του προβλήματος, που τόσο έντονα ξέσπασε στα Βαλκάνια, με επίκεντρο την πολυπολιτισμική μέχρι τότε Γιουγκοσλαβία και ιδιαίτερα τη Βοσνία και το Κόσοβο. Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα στα Βαλκάνια που δεν είχε μειονότητες στο έδαφός της, με εξαίρεση τη μικρή μουσουλανική μειονότητα στη Θράκη.
Πώς μετατρέπεται μια χώρα με 95% εθνική συνοχή σε πολυπολιτισμική χώρα; Προφανώς, με την εισαγωγή και δημιουργία άλλων εθνικοθρησκευτικών ομάδων με τη μετανάστευση ή με την ελεύθερη διακίνηση ευρωπαίων πολιτών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς στην περίπτωση της Ελλάδος, δεν συνέβη το δεύτερο. Ο κύριος όγκος των μεταναστών προέρχεται από χώρες εκτός Ευρώπης. Η προβαλλόμενη πολυπολιτισμικότητα δεν έχει επομένως σχέση με την αυτονόητη πολυπολιτισμικότητα που προσδιορίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση ως συμπολιτεία διαφορετικών κρατών και εθνών. Αντιθέτως, έχει σχέση με την παγκοσμιοποίηση και η σύγχυσή της με την Ευρώπη είναι σκόπιμη και παραπλανητική. Το ίδιο σκόπιμη και παραπλανητική είναι η σύγχυσή της με τον οικουμενισμό και τον καλώς νοούμενο διεθνισμό και τη διεθνή αλληλεγγύη των λαών.
13 Η Ελλάδα ήταν πάντα οικουμενική στο πνεύμα της και ανοικτή στις σχέσεις της με όλους τους λαούς. Ο οικουμενισμός όμως δεν ταυτίζεται με την παγκοσμιοποίηση, που αντιπροσωπεύει την επιδίωξη διεθνούς ηγεμονίας, μέσα από την κυριαρχία και επιβολή μιας παγκόσμιας νεοφιλελεύθερης, υπερεθνικής αγοράς. Είναι φυσικό στο πλαίσιο αυτό να επιδιώκεται η κατάλυση του εθνικού κράτους και των εθνικών ταυτοτήτων που αποκρυσταλλώνουν τη συλλογική θέληση και αντιπροσωπεύουν το βάθρο του πολιτικού δημοκρατικού ελέγχου. Θα ήταν τραγικό η Ελλάδα, με ό,τι αντιπροσωπεύει για την Ιστορία και την ανθρωπότητα, να γίνει ένα από τα πρώτα και τέλεια θύματα της παγκοσμιοποίησης. Θα ήταν ταυτόχρονα εσχάτη πλάνη για τον ελληνικό λαό να εξαπατηθεί με ωραία λόγια περί ανθρωπισμού, οικουμενισμού και «πολυπολιτισμικότητας» και να αγοράσει πολιτικά την καταστροφή της εθνικής του ταυτότητας και την πλήρη αλλοτρίωση και τριτοκοσμική μετάλλαξη της πατρίδας του ως δήθεν προοδευτικό κατόρθωμα! Η Ελλάδα δεν πρέπει επίσης να υπολαμβάνεται για Αμερική, Καναδάς ή Αυστραλία, νέες χώρες που δημιουργήθηκαν με διεθνή μετανάστευση και εποικισμό.
14 Ο ελληνικός λαός, βεβαίως, δεν έχει ερωτηθεί και στην πολύ μεγάλη πλειονότητα του δεν υποψιάζεται ότι μπορεί το πρόβλημα της μετανάστευσης να έχει τέτοιες προεκτάσεις και διαστάσεις. Αυτό όμως δεν απαλλάσσει τις πολιτικές ηγεσίες από τις ευθύνες τους. Αντιθέτως, τις καθιστά ακόμη μεγαλύτερες.
Η συζήτηση του νομοσχεδίου στη Βουλή πρέπει να δώσει την ευκαιρία για ένα ουσιαστικό διάλογο και προβληματισμό για όλες τις παραμέτρους του θέματος. Για τη χάραξη μιας πραγματικά εθνικής στρατηγικής. Να συζητηθεί ιδιαίτερα η άκριτη νομιμοποίηση και παραχώρηση στους πάντες προοπτικής μονίμου παραμονής και η εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας για την επανένωση των οικογενειών, που σημαίνει πολλά ακόμη εκατομμύρια νομίμων μεταναστών. Η ανεπιφύλακτη ενσωμάτωση της οδηγίας αυτής στο νομοσχέδιο δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα στην Ελλάδα, που έχει στο έδαφος της ένα τεράστιο αριθμό λαθρομεταναστών. Η όσο το δυνατό πιο ανθρωπιστική αντιμετώπιση του θέματος δεν μπορεί να φτάσει σε όρια που είναι αδιανόητα για οποιαδήποτε χώρα.