«ΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ» ΣΤΟ ΜΕΓΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΟΥΡΑΝΕ ΟΠΟΥ ΒΡΟΥΝ ΚΑΙ ΑΠΕ ΜΑΔΟΥΝ ΤΟΝ ΚΡΙΝΟΝ
Οσμές ευωδιάζουνε
τήν πάσα γύρω πλάση,
πολλές από τά κάτουρα
κι ολίγες απ’ τά δάση.
Τά δάση πού απέμειναν
διά νά ενθυμίζουν
μικρά ως κήποι κρεμαστοί
τά χρόνια πού σαπίζουν.
Καί λέει ο κάθε Έλληνας:
«Θυμάσαι, αυτός ο θάμνος
ήτανε δέντρο κάποτε,
μά ο Διόνυσος ο λάγνος…
…τό έκαψε ο κερατάς
μέ τού έρωτα τίς φλόγες,
τρίβοντας ο αμαρτωλός
τών κοριτσιών τίς ρώγες».
Θά τό ακούσετε συχνά
τό άλλοθι ετούτο…
όπου θυμώνεις καί βοάς:
«Καί σύ βρέ τέκνο Βρούτο;».
Η κλητική προσφώνηση
λέγεται «τέκνον Βρούτε»,
αλλά εσείς μήν κάμπτεσθε
μέ ό,τι κι άν ακούτε.
Κι οκλάζει ο Έλλην συνεχώς
-σαφώς κι η Ελληνίδα-
όταν στά πάρκιν κατουρούν,
ώ δυστυχής πατρίδα.
Κι αφού οκλάσουν ίστανται
καί δένουν τά βρακιά τους
σάν σκύλοι πού σημάδεψαν
τή γή κι είναι δικιά τους.
Κι ο Γάλλος καί ο Γερμανός
ενίστανται καί ουρλιάζουν
μπροστά στό ουρητήριο
πλήν οι Ρωμιοί τούς «κράζουν».
Τούς «κράζουν» ως τούς βάρβαρους
οι πρόγονοι οι Αρχαίοι
εμείς οι αχρείοι στό μηδέν
καί στά πολλά τυχαίοι.
Όταν ξαπλώσεις άπνοος
μετά τέτοιο ταξίδι,
νά ‘σου τά μπάρ στή γειτονιά
πού σού τό βγάζουν ξύδι
Κι άν θά καλέσεις δυστυχής
κάποιον πολιτσμάνο
θά έρθει τήν επαύριον
ομοίος, φτυστός μέ χάνο.
Θά σέ κοιτάζει αξύριστος
σφοδρώς ενοχλημένος
καί θά ‘σαι σφόδρα τυχερός
άν δέν βρεθείς δαρμένος.
Τό ίδιο καί οι δήμαρχοι
-λάτρεις τής αλητείας-
δίνοντες στά συμφέροντα
ναούς τε καί πλατείας.
Καπνίζουν τά ναρκωτικά
-πλοιον ποινών φουγάρα-
καί χάνονται τά νιάτα μας
στήν εθνοσαχλαμάρα.
Τι ΥΜΝΟΝ άλλον νά σάς πω
Γρέκυλοι κατιόντες,
στό άρπαξε πάντα εδώ
καί στό καλό απόντες.
Sic transit
Gloria Moundi
ο μεθερμηνευόμενος:
Έτσι τού κόσμου αυτού χάνεται η δόξα.