Η παγκοσμιοποίηση, η λαθρομετανάστευση και η Ελλάδα

2 Ο ίδιος ο σημερινός πρωθυπουργός είχε καταγγείλει στο παρελθόν την προηγούμενη κυβέρνηση ότι με την ανοχή που είχε επιδείξει είχε καταντήσει την Ελλάδα ξέφραγο αμπέλι και είχε αφήσει να εξελιχθεί το θέμα των λαθρομεταναστών σε νέο θέμα αυθαιρέτων. Να νομιμοποιείται δηλαδή κάθε τόσο μια νέα γενιά αυθαιρέτων ή νέου κύματος λαθρομεταναστών και να δηλώνεται ότι αυτή θα είναι δήθεν η τελευταία και ότι θα ληφθούν στο εξής αυστηρότατα μέτρα.

3 Η κατάσταση έχει ήδη εκφύγει από κάθε λογικό όριο, που θα δικαιολογούσαν οι πραγματικές ανάγκες της χώρας σε εργατικά χέρια για την υποστήριξη της οικονομίας της μέσα σ’ ένα καθορισμένο πλαίσιο παραμονής και εργασίας.

4 Η ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση, με τις διαστάσεις και τη δυναμική που αντιπροσωπεύει, θέτει θέματα δημογραφικής αλλαγής στον εθνικό ιστό της χώρας και εθνικής και κοινωνικής συνοχής. Η Ελλάδα, χώρα χωρίς αποικιακό παρελθόν, χωρίς σημαντική βιομηχανία, με 20% του πληθυσμού της κάτω από το όριο της φτώχειας, με ανεργία σήμερα 11% και με ευαίσθητα προβλήματα εθνικής ασφάλειας, έγινε μέσα σε μία δεκαετία πρωταθλήτρια σε μετανάστες και λαθρομετανάστες σ’ ολόκληρη την Ευρώπη.

Όπως συμβαίνει και με άλλα ζωτικά θέματα το πρόβλημα της μετανάστευσης και της λαθρομετανάστευσης αντιμετωπίσθηκε με παθητικότητα, αδράνεια, ανοχή της παρανομίας και του δουλεμπορίου και χωρίς σαφή πολιτική και στρατηγική.

5 Αυτό όμως που είναι πιο ανησυχητικό και που διαφαίνεται στον πολιτικό και ιδεολογικό λόγο όχι μόνο της κυβερνήσεως αλλά και άλλων πολιτικών δυνάμεων, είναι η έλλειψη κατανοήσεως του βάθους του προβλήματος και των επιπτώσεων που μπορεί να έχει μέσα στο νέο διεθνές περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης και της νέας τάξης, ιδιαίτερα στον ευαίσθητο χώρο των Βαλκανίων. Το θέμα της λαθρομετανάστευσης, ανεξάρτητα από τους φτωχούς και δυστυχισμένους ανθρώπους που ψάχνουν για μια μοίρα στον ήλιο, έχει πολύ σημαντικές γεωπολιτικές διαστάσεις.

6 Το νέο κύμα μαζικής μετανάστευσης και λαθρομετανάστευσης στην Ευρώπη, που περιέλαβε και την Ελλάδα, χρονολογείται από την περίοδο μετά το 1989, την κατάρρευση δηλαδή του ανατολικού συνασπισμού, την προβολή της αμερικανικής ηγεμονίας και τη σταδιακή διολίσθηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις πολιτικές της παγκοσμιοποίησης.
Η «απελευθέρωση» των αγορών σε διεθνές επίπεδο, που επαγγέλλεται και προωθεί η παγκοσμιοποίηση, περιλαμβάνει, προφανώς, και την αγορά εργασίας και μια πιο ελεύθερη διακίνηση του εργατικού δυναμικού, πάνω από τα εθνικά σύνορα. Είναι η γνωστή πολιτική των «soft frontiers», των μαλακών, διαπερατών δηλαδή συνόρων. Η εξέλιξη αυτή θεωρείται ως αναγκαία, στη λογική της παγκοσμιοποίησης, για τη διαμόρφωση νέων όρων ανταγωνισμού, με αναφορά πλέον όχι την εθνική, αλλά την παγκόσμια αγορά. Στην ίδια λογική η εξέλιξη αυτή θεωρείται επίσης αναγκαία για την υπέρβαση του εθνικού κράτους και την προβολή μιας νέας μεταεθνικής «πολυπολιτισμικής» ταυτότητας.

7 Η ανοχή λοιπόν της λαθρομετανάστευσης έχει κραταιές πλάτες. Είναι η πολιτική της παγκοσμιοποίησης, που προβάλλεται ως υπερεθνικός οικουμενισμός και ως «πολυπολιτιστική κοινωνία». Με τη βοήθεια των τεράστιων μέσων που διαθέτει παρουσιάζει την εξέλιξη αυτή ως δήθεν αναπόφευκτη επιταγή του μέλλοντος και ως δήθεν συνώνυμη του ανθρωπισμού και της αλληλεγγύης με τον Τρίτο Κόσμο. Παρουσιάζει ταυτόχρονα το εθνικό κράτος ως παρωχημένη μορφή οργάνωσης και διαβάλλει την προσήλωση στην εθνική ταυτότητα και τον καλώς νοούμενο πατριωτισμό ως δήθεν εθνικισμό, αν όχι ρατσισμό και ξενοφοβία, ασκώντας κυριολεκτικά προληπτική ιδεολογική τρομοκρατία.

8 Είναι όμως πολύ ενδεικτικό το γεγονός ότι μέχρι το 1989, ένα από τα μεγάλα διεθνή θέματα, που κυριαρχούσε στην ημερήσια διάταξη των διεθνών οργανισμών, ήταν ο περίφημος διάλογος Βορρά-Νότου.
Η οργάνωση δηλαδή των σχέσεων μεταξύ του ανεπτυγμένου Βορρά και του αναπτυσσόμενου Νότου, μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών χωρών, για την προώθηση μιας νέας διεθνούς οικονομικής τάξεως και την ανάπτυξη του Τρίτου Κόσμου.

Κανείς δεν μιλά σήμερα για διάλογο Βορρά-Νότου. Ο ρόλος αυτός ανελήφθη σιωπηρά από την παγκοσμιοποίηση, με πρωταγωνιστές τις μεγάλες πολυεθνικές και το διεθνές χρηματιστηριακό κεφάλαιο. Ως θεωρία προβάλλεται η θέση ότι η λύση στο πρόβλημα της αναπτύξεως του Τρίτου Κόσμου θα προέλθει από την παγκοσμιοποίηση των αγορών και όχι από προγράμματα μαζικής βοήθειας του Βορρά προς τον Νότο.
Η πολιτική αυτή παραμερίζει εκ των πραγμάτων τον ρόλο των εθνικών κρατών και προωθεί σε πρώτη θέση τη δυναμική και τη λογική των υπερεθνικών αγορών, με πρωταγωνιστές, βεβαίως, τις μεγάλες πολυεθνικές. Τι σημαίνει όμως πολιτικά η εξέλιξη αυτή; Ποιος ελέγχει πολιτικά τις μεγάλες πολυεθνικές; Τι γίνεται με τον πολιτικό έλεγχο των κρατών, την εθνική και λαϊκή κυριαρχία και τα δημοκρατικά δικαιώματα; Τι επιπτώσεις έχει ειδικότερα για τους ευρωπαϊκούς λαούς και για τη χώρα μας η πολιτική της παγκοσμιοποίησης; Είναι γνωστό ότι σ’ ένα μέτρο η τελευταία, κακώς, ταυτίζεται με την ιδέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Θέτει ειδικότερα με την πολιτική των ανοιχτών συνόρων, νέους άνισους
όρους διεθνούς ανταγωνισμού, εφόσον στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας αγοράς υπάρχουν αβυσσαλέες διαφορές μεταξύ των χωρών του κόσμου τόσο στο κόστος παραγωγής όσο και στο βιοτικό επίπεδο.

9 Οι προβληματισμοί αυτοί δεν είναι καθόλου άσχετοι με το θέμα της μετανάστευσης και της λαθρομετανάστευσης. Είναι οργανικό στοιχείο της σημερινής δυσάρεστης καταστάσεως που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες αιφνιδιάσθηκαν από τα καταλυτικά γεγονότα του 1989. Διολίσθησαν σιωπηρά στην πολιτική της παγκοσμιοποίησης, ευθυγραμμιζόμενες με την πολιτική των ΗΠΑ, που κατέστησαν την παγκοσμιοποίηση οικονομικό, πολιτικό και ιδεολογικό όχημα της επιδιωκόμενης απ’ αυτούς ηγεμονίας στον μεταψυχροπολεμικό κόσμο. Πολύ χειρότερα ακόμη οι ευρωπαϊκές ηγεσίες δέχθηκαν να ταυτισθεί η ιδέα της ενωμένης Ευρώπης με την παγκοσμιοποίηση και να χρησιμοποιηθεί η ΕΕ ως ιδεολογικό και πολιτικό άλλοθι και όπλο για την προώθησή της στις διάφορες χώρες-μέλη.

10 Η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες-μέλη, στις οποίες η παγκοσμιοποίηση προωθήθηκε κατ’ εξοχήν με ένδυμα ευρωπαϊκό, ως δήθεν επιβεβλημένη από την ΕΕ.
Στο πλαίσιο αυτό ήταν κυριολεκτικά εκπληκτικό η πολιτική ηγεσία μιας χώρας με εθνική συνοχή της τάξεως του 95%, που πληρώθηκε μάλιστα με εθνικές καταστροφές και συμφορές, να απευθύνεται στον ελληνικό λαό και να διακηρύσσει ότι η Ελλάδα πρέπει να γίνει «πολυπολιτισμική». Ή να σπεύδει, αργότερα, να διαπιστώσει με ικανοποίηση ότι η Ελλάδα είναι «πολυπολιτισμική» χώρα, υπονοώντας κατ’ επέκτασιν την ανάγκη να υπάρξει ανάλογη προσαρμογή στη νέα «πολυπολιτισμική» τάξη των διαφόρων εκφάνσεων του ελληνικού εθνικού κράτους.

11 Αλήθεια, ποιος ρώτησε τον ελληνικό λαό αν θέλει να γίνει «πολυπολιτισμικός» ή αν θέλει βαλκανοποίηση της Ελλάδας και κατάλυση της εθνικής συνοχής και του εθνικού χαρακτήρα της; Ποιος αξιολόγησε και έκρινε ότι η εθνική και η κοινωνική συνοχή της χώρας και η εθνική και η πολιτιστική της ταυτότητα είναι αμελητέες αξίες και ότι μπορούν να πεταχθούν στο καλάθι της ιστορίας στον βωμό της παγκοσμιοποίησης;

Εάν η επαγγελλόμενη «πολυπολιτισμική» κοινωνία αφορούσε άλλους ευρωπαίους πολίτες που θα έρχονταν να εγκατασταθούν στη χώρα μας, στα πλαίσια των συμφωνημένων όρων της ευρωπαϊκής ενοποίησης, κανείς δεν θα είχε αντίρρηση. Η ελεύθερη διακίνηση μεταξύ των χωρών-μελών συμφωνήθηκε ως μια από τις βασικές αρχές της Ένωσης. Όπως βλέπει όμως κανείς δεν ήρθαν στην Ελλάδα οι Άγλλοι, οι Γάλλοι, οι Πορτογάλοι, οι Γερμανοί ή οι Πολωνοί. Ήρθαν σαν γνήσιο τσουνάμι της παγκοσμιοποίησης λαθρομετανάστες από κάθε γωνιά του πλανήτη, με τη βοήθεια μάλιστα αδίστακτων δουλεμπορικών δικτύων.

12 Η αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού δεν μπορεί να γίνει μέσα σε όρους σύγχυσης και αποπροσανατολισμού, που υποτιμούν τον πραγματικό χαρακτήρα, τις διαστάσεις και τη δυναμική του. Κανείς δεν έχει αντίρρηση, η Ελλάδα να εισαγάγει το εργατικό δυναμικό που έχει ανάγκη μέσα σ’ ένα σαφώς οριοθετημένο και νόμιμο πλαίσιο, που θα διασφαλίζει μεταξύ άλλων τα δικαιώματα, τους όρους εργασίας και την αξιοπρέπεια των ξένων εργαζομένων.

Η άκριτη όμως ανοχή και νομιμοποίηση κάθε είδους λαθρομεταναστών απ’ όλο τον κόσμο στέλνει λάθος μήνυμα. Αντί να αντιμετωπίζει το πρόβλημα το επιτείνει και το γιγαντώνει. Θέτει επιπλέον κρισιμότατα θέματα εθνικής και κοινωνικής συνοχής της χώρας. Τις σκέψεις αυτές καλό είναι να τις έχουν υπόψιν αυτοί που θα παρουσιάσουν στη Βουλή το νέο νομοσχέδιο για τη μετανάστευση και αυτοί που θα κληθούν να το συζητήσουν και να το εγκρίνουν.


Σχολιάστε εδώ