Στον αέρα ο μονόδρομος της ελληνικής εξωτερικής για την Τουρκία μετά τα “όχι” σε Γαλλία – Ολλανδία

Αν εδώ συνυπολογιστεί και η ισχυρή πιθανότητα να κερδίσουν τις εκλογές στη Γερμανία οι Χριστιανοδημοκράτες, τότε τα πράγματα για την Τουρκία και την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση δυσκολεύουν εξαιρετικά, και έγκυροι αναλυτές υποστηρίζουν ότι πλέον παγώνει οριστικά το ενδεχόμενο αυτό.
Από το 1997 η πολιτική της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας στηρίχθηκε αποκλειστικά και μόνο στον «μονόδρομο» της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας.

Η Ελλάδα, όπως χαρακτηριστικά έχει ειπωθεί, ήταν και είναι «το άλογο που σέρνει το κάρο της Τουρκίας στην Ευρώπη». Σταθερή πολιτική και προτεραιότητα, τόσο των κυβερνήσεων του Κ. Σημίτη, όσο και της σημερινής κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή, είναι ότι η Τουρκία πρέπει να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τότε θα ομαλοποιηθούν πλήρως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και θα κλείσουν τα όποια προβλήματα υπάρχουν με την Τουρκία.

Η πολιτική αυτή ήταν μονόδρομος την τελευταία δεκαετία και κωδικοποιήθηκε με το κείμενο του Ελσίνκι.
Το αυτί της Τουρκίας όμως δεν ίδρωνε. Η ελληνική πλευρά εξακολουθούσε να ποντάρει σε αυτή τη στρατηγική και μετά τον «φίλο Τζεμ» έδωσε ρέστα με τον «ευρωπαϊστή Ερντογάν».
Στις 17 Δεκεμβρίου του 2004, στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και αφού λίγους μήνες πριν είχε εγκαταλείψει το τελευταίο της όπλο με το οποίο θα πίεζε την Τουρκία να εκπληρώσει κάποιους στοιχειώδεις όρους, είπε «ναι» στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την ΕΕ, χωρίς ουσιαστικούς όρους και προϋποθέσεις, κορυφώνοντας έτσι την πολιτική της.

Τον περασμένο Δεκέμβριο, ούτε συγκεκριμένο πλαίσιο για τη συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας ετέθη ούτε καν όρος να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία πριν από την έναρξη ενταξιακών συνομιλίων στις 3 Οκτωβρίου 2005.

Η Τουρκία όλο αυτό το διάστημα, με τις διαρκείς προκλήσεις της -στα Ύμια και μια σειρά άλλων βραχονησίδων, με τις διαρκείς μαζικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου- έδειξε ότι όχι μόνο δεν αλλάζει συμπεριφορά, αλλά και πως θέτει πάντα επί τάπητος και επικαιροποιεί τις μονομερείς της διεκδικήσεις εις βάρος της Ελλάδας (π.χ. «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο, εύρος εναέριου χώρου κ.ά.), ανεξαρτήτως της ενταξιακής της πορείας στην ΕΕ. Κατέστησε και εξακολουθεί να καθιστά σαφές πως δεν αλλάζει πολιτική έναντι της Ελλάδας, παρά το ότι με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Δεκέμβριο, τροχιοδρομήθηκε σε μια ευρωπαϊκή πορεία.
Η ανατροπή πλέον των δεδομένων για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, από τα δύο δημοψηφίσματα, οφείλει να προβληματίσει
σοβαρά την ελληνική κυβέρνηση.

Ο «μονόδρομος» της ελληνικής πολιτικής για τα ελληνοτουρκικά, σχεδόν έχει ακυρωθεί από τις εξελίξεις.
Ούτε πριν από μερικά χρόνια, ούτε ακόμα και σήμερα η Αθήνα δεν έχει επεξεργαστεί ένα εναλλακτικό σχέδιο, μια εναλλακτική πολιτική για την Τουρκία και τα ελληνοτουρκικά, πέραν της γνωστής περί ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας.

Η επεξεργασία μιας νέας εναλλακτικής πολιτικής είναι προτεραιότητα, καθώς η Τουρκία, βλέποντας πλέον ότι δυσκολεύουν εξαιρετικά τα πράγματα για την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι πολύ πιθανόν να κλιμακώσει ακόμα περισσότερο την επιθετικότητά της έναντι της Ελλάδας.

Το επιχείρημα που προσφάτως προβλήθηκε από τον υπουργό Εξωτερικών, πως κανένας μέχρι τώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν έθεσε θέμα για την Τουρκία ή δεν ζήτησε αλλαγές και τροποποιήσεις στο χρονοδιάγραμμα που ετέθη τον περασμένο Δεκέμβριο, προφανώς ειπώθηκε για καθησυχασμό και μόνο, αφού τα δημοψηφίσματα ολοκληρώθηκαν την προηγούμενη βδομάδα και η όλη συζήτηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την «επόμενη μέρα», θα αρχίσει από τη Σύνοδο Κορυφής της 16ης και 17ης Ιουνίου και θα συνεχιστεί μέχρι τον Οκτώβριο του 2006.


Σχολιάστε εδώ