Μεταμοντέρνα Αριστερά
Υπήρχαν πολιτικές αντιπαραθέσεις, ιδεολογικές συγκρούσεις, θεωρητικά θεμέλια και κοσμοθεωρητικά σχήματα που τροφοδοτούσαν τη δυναμική των κομμάτων και προσανατόλιζαν τις κοινωνικές δυνάμεις στον αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο.
Στις μέρες μας ο κ. Μπλερ κερδίζει τις εκλογές, γιατί οι Συντηρητικοί δεν έχουν να προτείνουν τίποτα πιο συντηρητικό από εκείνον… Και στη Γερμανία ο κ. Σρέντερ βαδίζει προς την «έξοδο», κραδαίνοντας τις «προτάσεις» του για περαιτέρω αποδυνάμωση των κοινωνικών θεσμών, ενώ η επελαύνουσα, επίδοξη καγκελάριος των Χριστιανοδημοκρατών κ. Άγγελα Μέρκελ, όταν ερωτάται ποιοι είναι οι στόχοι της, απαντά: «Είμαστε οι καλύτεροι»!
Σήμερα στην Ευρώπη τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα καλούνται να διαχειρισθούν -με «ανθρώπινο πρόσωπο»- το νεοφιλελεύθερο πρότυπο του ιστορικού τους αντιπάλου, ενώ τα συντηρητικά κόμματα αποπέμπονται από την εξουσία, επειδή ακριβώς εφάρμοσαν αυτό το πρότυπο… Και επανέρχονται «υποσχόμενα» τη μετατροπή τους σε «σοσιαλδημοκρατικά»…
«Δεξιός εναγκαλισμός» εκ μέρους της Αριστεράς, «αριστερή περικύκλωση» από την πλευρά της Δεξιάς. Ένας «φαύλος κύκλος» διαχειριστικών πολιτικών που εγκλωβίζει την κοινωνία και αποσυνθέτει τους πολιτικούς φορείς.
Ποιο είναι άραγε το θεωρητικό υπόβαθρο της κρίσης των κομμάτων της ευρύτερης Αριστεράς;
Η «επίσημη» Αριστερά, θεσμοποιημένη με τη μορφή των σοσιαλιστικών, σοσιαλδημοκρατικών και μετακομμουνιστικών κομμάτων, απορρίπτει όχι μόνο τις μαρξικές και νεομαρξικές της καταβολές, αλλά και ουσιώδη πολιτϊκοιδεολογικά προτάγματα του διαφωτιστικού προτύπου.
Με μεθοδολογικό πλαίσιο τη μεταμοντέρνα εκδοχή η «συστημική» αυτή Αριστερά αρνείται να αντιμετωπίσει τον αντίπαλό της στο πεδίο της καθολικότητας. Αποδέχεται σιωπηρά τον δυϊσμό μεταξύ ιστορικότητας και νεωτερικότητας -τη μεθοδολογική τομή που θέτει ο Φουκουγιάμα με το «τέλος των ιδεολογιών»- και κρατεί για τον εαυτό της την ιστορικότητα, ερμηνεύοντας τη νεωτερικότητα ως περίοδο αδιάλειπτης και απόλυτης κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού.
Γι’ αυτό και περιγράφει σήμερα τον καπιταλισμό της παγκοσμιοποίησης ως έναν μεταβιομηχανικό τύπο ανάπτυξης και, συνακόλουθα, η κοινωνική της ανάλυση βασίζεται σε έναν τύπο μετα-τάξεων (post-classes), που δεν μπορούν να συγκροτήσουν συλλογικότητες ούτε να εκφράσουν τη γενική βούληση. Αποτελούν, σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, ομάδες συμφερόντων που συνδέονται με τη διοίκηση και τις οικονομικές δομές μέσω δικτύων, χωρίς να μεσολαβούνται από το πολιτικό σύστημα και τους κοινωνικοπολιτικούς θεσμούς. Από εδώ προκύπτει και η κρίση αντιπροσώπευσης που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες μορφές δημοκρατίας.
Τα κόμματα σε αυτό το πλαίσιο καθίστανται μέσα, «εργαλεία», για την επιτυχία των στόχων του οικονομικού συστήματος. Αλλοιώνονται, μεταμορφώνονται και χάνουν την αυθεντική τους σχέση με τις κοινωνικές ομάδες που, τυπικά πλέον, εκπροσωπούν. Γίνονται και τα ίδια βορά των στόχων του νεοφιλελεύθερου προτύπου.
Όμως αυτού του τύπου η σύγκλιση των κομμάτων της διακυβέρνησης διαμορφώνεται στην ουσία αρνητικά: Προκύπτει από την απουσία στρατηγικών επιλογών για την αντιμετώπιση κρίσιμων προβλημάτων όπως η ανεργία, η διάλυση των κοινωνικών θεσμών, η καταστροφή του περιβάλλοντος κ.λπ. Πρόκειται για μια «σύγκλιση» των φορέων του πολιτικού συστήματος που οδηγεί από την πολυφωνία στη μονοφωνία και, κατ’ ουσίαν, στην «πολιτική αφωνία».
Γι’ αυτό και χάνουν σταδιακά το νόημά τους οι εννοιολογικά σημαντικές αντιθέσεις: Δεξιά – Αριστερά, συντηρητισμός – προοδευτισμός, κυβέρνηση – αντιπολίτευση, τουλάχιστον στο πεδίο όπου εφαρμόζονται οι στρατηγικές της διακυβέρνησης. Μπορούν μάλιστα να δώσουν τη θέση τους σε άλλα αντιθετικά ζεύγη όπως την τάξη και τον νόμο από τη μια πλευρά και πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα από την άλλη.
Αυτό το (ανερχόμενο) αίτημα της επανεδραίωσης της παράδοσης, του κύρους (authority) και της ισχύος (power) του κράτους συνιστά ένα πρόταγμα νεοσυντηρητικών θεωρητικών κατασκευών (νέα Δεξιά, Ακροδεξιά), το οποίο μάλιστα απευθύνεται σε εκείνες τις κοινωνικές ομάδες που πιστεύουν ότι δεν εκπροσωπούνται στο πολιτικό σύστημα.
Όπως άλλωστε ισχυρίζεται ο ίδιος ο πατέρας του νεοφιλελευθερισμού, ο Hayek, συμπυκνώνοντας τα νοήματα αυτά: «Η Δημοκρατία δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσον, ένα ωφελιμιστικό στρατήγημα που συντελεί στη διασφάλιση του ύψιστου πολιτικού στόχου: της ελευθερίας». Ποια ελευθερία εννοεί ο νεοφιλελευθερισμός; Την ελευθερία του «επιχειρηματικού πράττειν», του ασύδοτου κέρδους…
Το παραδοσιακό «σχήμα» πολιτική-κοινωνία-οικονομία έχει σήμερα μετασχηματισθεί. Οι οικονομικοί μηχανισμοί διαλύουν τους κοινωνικούς θεσμούς και ενσωματώνουν «τμήματα» της πολιτικής εξουσίας.
Δημιουργούν ένα ιστορικό «κενό» που αφήνει μετέωρη την κοινωνία, η οποία δεν μπορεί να διασφαλίσει ούτε την οικονομική της πρόοδο ούτε τη γνήσια πολιτική της εκπροσώπηση.
Στρατηγικός στόχος για την Αριστερά είναι ακριβώς η κάλυψη αυτού του «κενού» χώρου. Στόχος που δεν αφορά μόνο τη συνοχή και πρόοδο της κοινωνίας, αλλά και τη δυνατότητα επανασυγκρότησης της ίδιας της Αριστεράς.
Γι’ αυτό και ένα σύγχρονο «κοινωνικό κράτος» έρχεται σαν ιστορική πρόταση και απάντηση σε μια τάση βαρβαρότητας που αναδύεται σήμερα στην Ευρώπη, με την πρωτοφανή ανεργία, τη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής, τη νέα φτώχεια, τον ρατσισμό, τη μετατροπή των ανθρώπινων και κοινωνικών αξιών σε εμπορευματικές σχέσεις.
Και αυτή η συζήτηση και η συνακόλουθη αγωνιστική πράξη για τη θεμελίωση αυτού του νέου «ιστορικού θεμελίου» πρέπει να αποβεί άμεση προτεραιότητα.