“Κίτρινος Πυρετός” απειλεί τη Δύση
Το τυποποιημένο μήνυμα που κατά πάσα πιθανότητα κατέγραψε ρεκόρ διακίνησης τις δύο προηγούμενες εβδομάδες στο Ίντερνετ έλεγε τα εξής: «Εάν οι Κινέζοι δεν αγόραζαν ιαπωνικά αγαθά για μία ημέρα, 1.000 εταιρείες της Ιαπωνίας θα χρεοκοπούσαν. Εάν δεν αγόραζαν ιαπωνικά αγαθά για έξι μήνες, οι μισοί Ιάπωνες θα έχαναν τη δουλειά τους. Και εάν δεν αγόραζαν ιαπωνικά αγαθά για έναν χρόνο, η οικονομία της Ιαπωνίας θα κατέρρεε!». Το μήνυμα, που δεν έρχεται να επισημάνει τους κινδύνους για να τους αποτρέψει, αλλά για να παροτρύνει τους Κινέζους να πράξουν όλα τα παραπάνω, τελείωνε ως εξής: «Στείλτε αυτό το μήνυμα και σε άλλους Κινέζους και δεν θα χρειαστεί να πολεμήσουμε»!
Παιχνίδι με τη φωτιά
Για να αποδειχτεί ότι δεν επρόκειτο για λόγια υπερφίαλων εθνικιστών, στα δυτικά τουλάχιστον μάτια, που αγνοούν πολλά στοιχεία από το ιστορικό υπόβαθρο της περιοχής, δεν χρειάστηκε να περάσουν παρά λίγες ώρες. Οι τεράστιες αντι-ιαπωνικές διαδηλώσεις που έγιναν σε μεγάλες πόλεις της Κίνας το προηγούμενο Σαββατοκύριακο θεωρήθηκαν εφάμιλλες, σε ό,τι αφορά τη μαζικότητά τους, από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης μόνο με τις αντιαμερικανικές διαδηλώσεις που έγιναν το 1999, με αφορμή τον βομβαρδισμό της κινεζικής πρεσβείας στο Βελιγράδι. Αφορμή γι’ αυτήν την έκρηξη οργής, που οδήγησε χιλιάδες Κινέζους να πετροβολούν και να καταστρέφουν ιαπωνικά καταστήματα και να απειλούν να εισβάλουν στο σπίτι του πρέσβη στο Τόκιο, ήταν αρχικά κάποιες σελίδες από τα νέα σχολικά βιβλία για τους μαθητές της Ιαπωνίας. Σύμφωνα με τους Κινέζους, η υποβάθμιση από τη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου των πρωτοφανών αγριοτήτων που πράγματι διέπραξαν οι ιάπωνες στρατιώτες στην Κίνα κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου συνιστά οπισθοδρόμηση σε σχέση ακόμη και με αυτά που κατακτήθηκαν τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, ενώ η υποβάθμιση των γεγονότων συνιστά για τους ίδιους συγκάλυψη και συντηρητική αναθεώρηση της ιστορίας. Το αίτημα στο οποίο όμως κατέληγαν οι κινεζικές διαμαρτυρίες δεν αφορούσε την απόσυρση των επίμαχων βιβλίων ή την αναδιατύπωση των αμφιλεγόμενων ζητημάτων. Το αίτημα των Κινέζων ήταν να μην καταλάβει η Ιαπωνία μόνιμη θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο, οπότε θα ψηφισθούν οι συζητούμενες αλλαγές στο καταστατικό του διεθνούς οργανισμού! Ουσιαστικά, δηλαδή, το Πεκίνο αξιοποιεί το ολίσθημα της Ιαπωνίας για να οδηγήσει τη διπλωματική αντιπαράθεση ένα βήμα πιο ψηλά, υπονομεύοντας την αξίωση του Τόκιο. Μόνο στο Ίντερνετ συγκεντρώθηκαν πάνω από 30 εκατομμύρια υπογραφές ενάντια στο ιαπωνικό αίτημα. Η απήχηση που είχαν οι κινεζικές διαμαρτυρίες ήταν τόσο σημαντική, ώστε αξιωματούχος του ΟΗΕ δήλωνε στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» της Τετάρτης ότι οι ελπίδες της Ιαπωνίας (όπως και οι αντίστοιχες της Γερμανίας) απειλούνται πλέον σοβαρά, μετά τις αντιδράσεις που σημειώθηκαν.
Το αίτημα της Κίνας, έρχεται να θωρακίσει τη διεθνή διπλωματική θέση της χώρας, αποτρέποντας αρχικά τη διαφαινόμενη συρρίκνωσή της. Κάτι που αναμφισβήτητα θα συμβεί αν η Κίνα χάσει το μονοπώλιο που είχε σε ολόκληρη την περιοχή να είναι η μοναδική χώρα με δικαίωμα βέτο στον διεθνή οργανισμό! ʼμεσος στόχος της, λοιπόν, είναι να διαφυλάξει τα κεκτημένα και γι’ αυτόν τον λόγο οι αντι-ιαπωνικές διαδηλώσεις οργανώθηκαν και κλιμακώθηκαν με ενθάρρυνση της ίδιας της κυβέρνησης.
Παραπέρα όμως η κυβέρνηση ενθαρρύνει την ανάπτυξη του εθνικισμού, με πρώτο και δικαιολογημένο στόχο την Ιαπωνία, επιδιώκοντας να επιλύσει όλες τις εκκρεμότητες που έχει στην περιοχή και να κατακτήσει μια καλύτερη θέση, ευθέως ανάλογη της ανώτερης θέσης που έχει κατακτήσει στο οικονομικό πεδίο. Σημείωμα της σύνταξης της «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν» την Τετάρτη περιέγραφε ως εξής την ιδεολογική μεταστροφή του Πεκίνου και τους τεράστιους κινδύνους που εγκυμονεί για την ασφάλεια στην περιοχή: «Για χρόνια, το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα ερμήνευε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με μαρξιστικούς όρους, με τους ιάπωνες εργάτες και χωρικούς να είναι θύματα και αυτοί των μιλιταριστών ιμπεριαλιστών. Αλλά με την επιρροή της κομμουνιστικής ιδεολογίας να είναι σε υποχώρηση, το Πεκίνο εμφανίζεται να υποδαυλίζει τον εθνικισμό ως υποκατάστατο, με αφορμή είτε την Ταϊβάν είτε την ιστορία. Πρόκειται για ένα σκληρό παιχνίδι και κρίνοντας από τη βία των διαδηλώσεων του Σαββατοκύριακου, που φάνηκε να φεύγει από τον έλεγχο των Αρχών του Πεκίνου, μπορεί να αποδειχτεί ένα πολύ επικίνδυνο παιχνίδι»!
Σινοϊνδικές αβρότητες
Τις ίδιες ακριβώς ημέρες που οι Κινέζοι εκδήλωναν το μένος τους κατά της Ιαπωνίας, τερματίζοντας έτσι μια μακρά περίοδο σταθερότητας στις σχέσεις των δύο χωρών, ολοκληρωνόταν πολυήμερη επίσκεψη του κινέζου πρωθυπουργού σε τέσσερις χώρες της Ασίας. Τελευταίος σταθμός του ήταν η Ινδία -με την οποία η Κίνα το 1962 είχε οδηγηθεί σε πολεμική σύγκρουση. Τώρα όμως το κλίμα ήταν εντελώς διαφορετικό. Επιστέγασμα της διάθεσης συνεργασίας που καταγράφηκε ήταν ένα υποδειγματικό μνημόνιο που υπογράφηκε για την επίλυση όλων των συνοριακών διαφορών -που, χάριν αστεϊσμού, να αναφέρουμε ότι τα διαφιλονικούμενα εδάφη που βρίσκονται στα σύνορα των δύο χωρών υπερβαίνουν κατά πολύ το μέγεθος της Ελλάδας
Το κρίσιμο στοιχείο όμως ήταν πως η επίσκεψη του κινέζου πρωθυπουργού έβριθε συμβολισμών, καθώς έγινε μόλις λίγες εβδομάδες μετά την αντίστοιχη επίσκεψη που πραγματοποίησε στην Ασία η αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών, Κοντολίζα Ράις. Το μήνυμα για τον σταθεροποιητικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Κίνα στην ασιατική ήπειρο και στον Ειρηνικό ήταν σαφές, και γι’ αυτόν τον λόγο προτού επισκεφθεί την Ινδία ο κινέζος πρωθυπουργός επισκέφθηκε τον «παραδοσιακό» εχθρό της τελευταίας, το Πακιστάν. Εξίσου σαφή ήταν και τα ανταλλάγματα που προσέφερε στους γείτονές του το Πεκίνο, ώστε να του αναγνωριστεί ο αναβαθμισμένος ρόλος που επιζητεί. Συγκεκριμένα, σχέδιο δημιουργίας ζώνης ελεύθερου εμπορίου, που θα τονώσει τις οικονομικές ανταλλαγές στην περιοχή και τα συνακόλουθα οφέλη.
Οι βλέψεις του Πεκίνου όμως είναι πολύ πιο μακροπρόθεσμες. Οι δύο χώρες άλλωστε, που φιλοξενούν το 40% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, μοιράζονται πολύ περισσότερα από τις δύο πρώτες θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη των πολυπληθέστερων χωρών.
Το σημαντικότερο από αυτά είναι η ραγδαία οικονομική άνοδος των τελευταίων χρόνων, που σε συγκερασμό με τις δόξες του παρελθόντος (όταν τον 19ο αιώνα η Κίνα αντιπροσώπευε το 20% της παγκόσμιας οικονομίας και η Ινδία το 15%, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες μόνο το 2%) θρέφουν ελπίδες για μια πρωτοφανούς μεγέθους μετατόπιση του διεθνούς πολιτικού φορτίου από τη Δύση στην Ανατολή.
Παράδεισος και κόλαση
Ο αποφασιστικός παράγοντας σε αυτήν τη στροφή χωρίς αμφιβολία είναι η Κίνα, που διεκδικεί πλέον έναν πολιτικό ρόλο υπερδύναμης στην περιοχή και στον κόσμο, αντίστοιχο του ρόλου που διαδραματίζει στην οικονομία. Για να έχουμε μόνο μια εικόνα των διαστάσεων του «κινέζικου δράκου», αξίζει να σταθούμε λίγο στα οικονομικά μεγέθη. Στην Κίνα σήμερα, που δικαιολογημένα έχει χαρακτηριστεί η «μεγαλύτερη φάμπρικα του κόσμου», παράγεται το 75% των παιχνιδιών που κυκλοφορούν σε ολόκληρο τον κόσμο, το 30% των τηλεοράσεων, το 25% των πλυντηρίων και το 20% των κινητών τηλεφώνων. Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της από το 1990 μέχρι το 2003 αυξανόταν κατά 9,7% μέσο όσο τον χρόνο (όταν τα τελευταία 25 χρόνια ο μέσος όρος ανάπτυξης του ΑΕΠ στις ΗΠΑ ήταν μόνο 3%) και το μερίδιό της στην παγκόσμια παραγωγή ανήλθε το 2004 στο 13%. Το μερίδιο που καταλάμβαναν οι εξαγωγές της στο σύνολο των παγκόσμιων εξαγωγών από 1,9% το 1990 αυξήθηκε σε 4% το 2000 και 6% το 2003, με αποτέλεσμα να είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας, μετά τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Ιαπωνία. Την προηγούμενη χρονιά οι εξαγωγές της προς τη Βρετανία αυξήθηκαν κατά 42%, προς τη Γερμανία κατά 44%, προς τον Καναδά και την Ιταλία κατά 59% και προς την Ισπανία και την Ινδονησία κατά 75% σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα. Τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2005 το ισοζύγιό της με τον υπόλοιπο κόσμο ήταν πλεονασματικό, φθάνοντας τα 10,9 δισ. δολάρια, όταν μόλις πριν από έναν χρόνο ήταν ελλειμματικό κατά 7,9 δισ. δολάρια!
Πίσω βέβαια από αυτόν τον ορυμαγδό στοιχείων, που προκαλεί θαυμασμό, υπάρχει μια άλλη κατηγορία μεγεθών που ερμηνεύει το «κινεζικό θαύμα». Είναι τα ημερομίσθια, και για την ακρίβεια ούτε καν αυτά, αλλά τα ωρομίσθια (!) με τα οποία αμείβονται οι κινέζοι εργάτες.
Σύμφωνα με τους «Νιου Γιορκ Τάιμς» της 31ης Δεκεμβρίου του 2004: «Οι εταιρείες ξοδεύουν περίπου 92 σεντς την ώρα για κάθε εργάτη στην Κίνα, ενώ ξοδεύουν 1,2 δολάρια στην Ταϊλάνδη, 1,7 στο Μεξικό και περίπου 21,8 δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με μια μελέτη της Γκόλντμαν Σακς. Από τους μεγάλους εξαγωγείς μόνο η Ινδία είναι φθηνότερη, με 70 σεντς την ώρα»! Ακόμη πιο τραγικά όμως είναι τα ωράρια εργασίας που επιφυλάσσονται για τους εργαζομένους. Δήλωνε στο κυριακάτικο περιοδικό της ισπανικής εφημερίδας «Ελ Παΐς» στις 16 Ιανουαρίου κινέζος εργάτης:
«Από τις εφτά το πρωί μέχρι τις έντεκα ή δώδεκα το βράδυ. Πολλές φορές 16 ώρες ημερησίως, έξι ή εφτά ημέρες την εβδομάδα, για να κερδίσουμε 600 ή 700 γιουάν (55 ή 65 ευρώ)»! Πώς, λοιπόν, να μη μεταφερθούν οι μεγαλύτερες πολυεθνικές της Ευρώπης και της Αμερικής στην Κίνα, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην εκρηκτική άνοδο των τελευταίων ετών; Η μεγάλη συμμετοχή τους βεβαιώνεται, άλλωστε, αν δούμε ότι το 50% των εξαγωγών της Κίνας δεν είναι ακριβώς της Κίνας, μια και προέρχονται από ξένες επιχειρήσεις που εδρεύουν εκεί, οι οποίες παρήγαγαν (από 12% το 1995) το 29% του ΑΕΠ το 2002.
Αμερικανικές αντιδράσεις
Οι ΗΠΑ, βλέποντας να ξανασχεδιάζεται ο χάρτης του Ειρηνικού, δεν στέκονται αμήχανες. Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα προσπάθησαν να διεμβολίσουν την εκκολαπτόμενη Κοινή Αγορά της Ανατολικής Ασίας που επιχειρεί να δημιουργήσει η Κίνα, προτείνοντας τη συμμετοχή δύο χωρών που είναι παραδοσιακοί της σύμμαχοι: της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας -πράττουν, δηλαδή, όπως ακριβώς και με την Τουρκία στην περίπτωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θεωρώντας βέβαιο ότι η μονοκρατορία των ΗΠΑ οδεύει προς το τέλος της, μένει να δούμε πόσο κοντά είμαστε σε αυτό από την έκβαση του σχεδίου δημιουργίας μιας κινεζικής ΕΟΚ, που θα κινείται σε ανταγωνιστική κατεύθυνση με τις ΗΠΑ.