Οι ευρωεκλογές και το ΠΑΣΟΚ
Η ήττα του σημερινού ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές ήταν αναμενόμενη. Θα ήταν βέβαια μεγαλύτερη αν στα αριστερά του υπήρχε ένα σοβαρό ΠΑΣΟΚογενές σχήμα όπως το ΔΗΚΚΙ, που στις προηγούμενες ευρωεκλογές -όταν μάλιστα βρισκόταν στη δύση της πορείας του- είχε καταγράψει ποσοστό της τάξεως του 7% και είχε εκλέξει δύο ευρωβουλευτές.
Στο σημερινό ΠΑΣΟΚ υπάρχει ασάφεια ιδεολογικού στίγματος. Η Κεντροαριστερά, η έμφαση στο κοινωνικό πρόσωπο, ο σοσιαλιστικός και πατριωτικός του προσανατολισμός, στα πλαίσια του σημερινού διεθνούς γίγνεσθαι, δεν φαίνεται να αποτελούν την κυρίαρχη πολιτικοϊδεολογική του θέση, όπως εκφράζεται από τη μεγάλη πλειοψηφία των στελεχών και της βάσης στην οποία απευθύνεται. Το ίδιο ισχύει και για το «ναι» στο δημοψήφισμα στην Κύπρο, όπως και για άλλες ενέργειες, με πιο πρόσφατη το ευρωψηφοδέλτιο.
Η επιλογή στο μεγαλύτερο μέρος της ευρωλίστας άκαπνων, ανίδρωτων, απόντων από πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες, χωρίς έστω κάποιου τύπου διάκριση στον στίβο της επιστήμης, της τέχνης, του αθλητισμού, κάπου τέλος πάντων, η ανέλιξη «σαλιγκαρικού τύπου», δεν μπορεί να είναι το πρότυπο που διδάσκουμε στα παιδιά μας, και μάλιστα ως προοδευτικός πολιτικός φορέας εξουσίας.
Υπήρχε, βέβαια, στην όλη πρόταση της ευρωλίστας, όπως και σε άλλες επιλογές, το μείζον επιχείρημα της ανάγκης για ανανέωση. Δεν αμφισβητείται ότι οι «βαρόνοι» και οι «βαρονέτοι» της εποχής Σημίτη έπρεπε να κάνουν τουλάχιστον κάποιο διάλειμμα αποχής από την εμπροσθοφυλακή του Κινήματος. Ο κόσμος είχε κουραστεί να βλέπει τα ίδια και τα ίδια πρόσωπα σε κυβερνητικά πόστα εδώ και είκοσι χρόνια. Όμως, το θεμιτό αίτημα της ανανέωσης δεν σημαίνει ότι στη θέση των μονιμάδων της εξουσίας θα μπουν άλλοι, απόλεμοι και περίπου άγνωστοι, με μοναδικό κριτήριο το νεαρό της ηλικίας. Δεν αρκεί το λαμπερό πρόσωπο όταν είναι αμφίβολη η ύπαρξη εσωτερικής λάμψης.
Η ανανέωση δεν μπορεί να στηρίζεται σε τέτοια κριτήρια. Το νέο, το καινούργιο, δεν έχει αποκλειστικά ηλικιακά χαρακτηριστικά. Ο Γεώργιος Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός της χώρας το 1964, σε ιδιαίτερα προχωρημένη ηλικία, και η όλη του παρουσία ήταν στην πράξη ανανεωτική και νεανική. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι ορισμένοι γεννιούνται γέροι, άλλοι γερνούν στην πορεία και άλλοι απλώς ωριμάζουν καλά και μπορούν πάντα να ανανεώνονται. Ο απολίτικος ηλικιακός ρατσισμός είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος σήμερα, σε μια εποχή όπου προωθείται το «τίποτα» επειδή είναι περισσότερο ελέγξιμο από εξωθεσμικά και διαπλεκόμενα κέντρα.
Πολύ περισσότερο, μάλιστα, όταν η απουσία μεγάλων πολιτικών ανατροπών και επαναστάσεων δεν επιτρέπει τη δημιουργία γνήσιων και αναγνωρίσιμων νεανικών πολιτικών προσωπικοτήτων. Επιπλέον, η ηλικιακή δημογραφική πυραμίδα σήμερα είναι τέτοια, που δεν μπορεί να μην εκφράζονται πολιτικά όλες οι ηλικίες.
Αν κάποια στελέχη έχουν φθαρεί ή και διαφθαρεί από τη μονιμότητα στη διαχείριση της εξουσίας, ευθύνες έχουν εκείνοι που τους διατηρούν στις θέσεις τους. Γι’ αυτό θα έπρεπε να καθιερωθούν θεσμοί και πρακτικές αλλαγών και μεταθέσεων σε όσους κατέχουν όποιες θέσεις εξουσίας για ορισμένο χρονικό διάστημα. Πάνω απ’ όλα, δεν μπορεί να είναι αποδεκτό ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί να παραμένουν στο ίδιο αξίωμα πάνω από οκτώ συνεχή χρόνια.
Η ανανέωση σε ιδέες και πρόσωπα αποτελεί αναμφισβήτητη ανάγκη υπέρβασης προς τα εμπρός για το σημερινό ΠΑΣΟΚ και πολύ καλά κάνει η ηγεσία του που την προωθεί.
Όμως, μια τέτοια σωστή επιλογή δεν μπορεί παρά να συνδυαστεί με αναβάπτιση στις ρίζες, με το σωστό μείγμα του νέου με το παλιό, με στελέχη που διαθέτουν γνώση, ήθος και ευπρόσωπο βιογραφικό, με σαφές ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα, συμβατό με τη σύγχρονη ελληνική Κεντροαριστερά.