ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΑΙΖΕΙ Ή ΜΑΣ ΕΜΠΑΙΖΕΙ;

Όταν δέν είσαι εραστής
τί θέλεις στά μπουρδέλα,
είδες ποτέ σου πλέοντα
πλοία χωρίς προπέλα;

Είδες ποτέ νά κολυμπούν
γάιδαροι σέ πισίνες
ή τού Λονδίνου οι αδελφές
νά σπαταλούν στερλίνες;

Είδες στό Κολωνάκιον
νά κάθονται ραγιάδες
ή στήν Συγγρού οι γκόμενες
νά κάνουν τεμενάδες;

Είδες μωρέ στήν ζήση σου
επί τών λεωφόρων
αμάξια νά διέρχονται
άνευ αγρίων φόρων;

Είδες στήν Ιεράν Οδόν
–ίσαμε Ελευσίνα–
τά «εξ αμάξης» νά ηχούν
τά ‘δες βλακοκηφήνα;

Είδες τόν κώλο τής μαϊμούς
νά είναι τριχωμένος
καί τόν γορίλα νά μιλά
ως νά ‘ναι μορφωμένος;

Είδες στό διάβα τών αγρών
τήν αλεπού νά κλέβει
κι ύστερα απ’ τόν κόκορα
τά ρέστα νά γυρεύει;

Είδες χασαπομάχαιρο
λαρύγγια νά λιανίζει
καί τόν χασάπη νά γελά
λές καί μάς λιβανίζει;

Είδες τά μπούτια τής γριάς
θά θέλουν νά ‘ναι Τζούλια
ή τούς αρχόντους καθιστούς
νά κλαίνε στά πεζούλια;

Είδες τά άγρια πουλιά
νά μοιάζουν στό πουλί σου
ή το λιοντάρι νά πονά
στήν φορομπηχτική σου;

Μήπως καί είδες δηλαδή
μάγκες νά τραγουδάνε
ή τήν καρδιά τους νά πετούν
σάν πιάτο καί νά σπάνε;

Πές μου άν είδες Έλληνα
στήν κλίνη νά πεθαίνει
καί φακελάκι φουσκωτό
γιατρούς νά ανασταίνει;

Όχι δέν είδες τίποτα
γιατί είσαι ευνούχος,
ένας μαλάκας φίλε μου
είσαι προνομιούχος.

ΟΧΙ ΔΕΝ ΕΙΔΕΣ ΤΗΝ ΖΩΗ
ΚΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΜΠΑΝΤΑ
ΓΙΑΤΙ ΜΙΑΝ ΑΛΛΗΝ ΕΖΗΣΕΣ
ΠΡΙΝ ΦΤΑΣΕΙΣ ΣΤΑ ΣΑΡΑΝΤΑ.

Όπου σαράντα εύχομαι
οι μέρες σου νά είναι
καί νά ρουφάς τό «ευγενικό»
τό αίμα σου, Αλ[μ]πίνε.

Σού έθεσα παράξενες
ναί, βλακοερωτήσεις
αλλά ως αχαΐρευτος
δέν ξέρεις ν’ απαντήσεις.

Πικρό ψωμί δέν έφαγες
πικρό κρασί δέν ήπιες
ούτε καί ξέρεις τί θά πεί
νά ‘χεις τίς τσέπες τρύπιες.
Τώρα απλώνεις καί εσύ
μαζί μέ τούς δυνάστες
τό χέρι μές στό στήθος μας.
ΜΑΣ ΘΕΛΕΙΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ.

Ίδια μάς έκαναν μέ σέ
κάποιοι δυνάστες άλλοι
κι ακόμα ψάχνουνε νά βρουν
τό έρμο τους κεφάλι.

……………………………………………
……………………………………………
Ο άνδρας έχει δύο όρχεις,
η γυναίκα δύο ωοθήκες.
Όμως άν είσαι Έλληνας,
οι όρχεις καί οι ωοθήκες
πολλαπλασιάζονται.
Σάς προειδοποιούμε:
Εν τώ Άδει
ούκ εστιν μετάνοια.
Ήδη μάς αγγίξατε
τήν Ελληνίδα τρέλα.
[Τό, ή τά πρόσωπα, πού απευθύνομαι δέν υπάρχουν,
τά έφτιαξε
η μανιασμένη πένα μου…
καί βρίσκονται εκτός συνόρων.]


Σχολιάστε εδώ