Τα γραφεία Τύπου εξωτερικού: ένας δισεκατομμυριοβόρος αναχρονισμός

Η ταραχή είναι ευνόητη, αφού οι θέσεις αυτές συνοδεύονται από πολύ υψηλές αμοιβές και προνόμια, που ποικίλλουν κατά τη δύναμη επίδρασης στα ελληνικά εθνικά συμφέροντα του ξένου κέντρου λειτουργίας του γραφείου.

Πρόκειται ωστόσο για θέμα του οποίου η σημασία είναι πολύ ευρύτερη από οποιαδήποτε κριτήρια στην επιλογή προσωπικού και χρήζει επανεξετάσεως εκ βάθρων από μια νέα κυβέρνηση που επαγγέλλεται την επανίδρυση του κράτους και η οποία καλείται από την αδυσώπητη οικονομική αναγκαιότητα να επαναξιολογήσει τη σχέση κόστους-απόδοσης κάθε τομέα της κρατικής μηχανής.

Αντιμετώπιση του θέματος κατά την πεπατημένη προηγουμένων κυβερνήσεων θα παρέτεινε την οικονομική αιμορραγία που προκαλεί η λειτουργία ενός πολυδάπανου γραφειοκρατικού μηχανισμού, ανταποκρινόμενου σε ανάγκες της εποχής της ταχυδρομικής άμαξας.

Οι συζητούμενες μετακινήσεις προσωπικού σημαίνουν βαρύτατες δαπάνες μεταφοράς της οικοσκευής αυτών που φεύγουν και αυτών που τους αντικαθιστούν, ως προσωπικό γραφείων σε κέντρα πρωτευουσών με πανάκριβα ενοίκια και υψηλά λειτουργικά έξοδα, για την παραγωγή ποιου έργου και με ποια πρακτική απόδοση;

Η στάση του διεθνούς Τύπου, ακόμη και του γαλλικού, στάση δυσμένειας προς τους Έλληνες Κυπρίους για την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν και η περίπου διεθνής δημοσιογραφική εκστρατεία υπονόμευσης των Ολυμπιακών Αγώνων προσφέρουν επίκαιρο μέτρο της απόδοσης των γραφείων Τύπου, υπό τη σημερινή δομή και αντίληψη της αποστολής τους. Και επίσης αποκαλύπτουν την ανεπάρκεια του γραφειοκρατικού κέντρου που τα εποπτεύει και υποτίθεται τα κατευθύνει από την τέως Γενική Γραμματεία Τύπου. Σκάνδαλα και ΕΔΕ για καταχρήσεις στα ΓΤ του Παρισιού, παλαιότερα, και της Χάγης πιο πρόσφατα, δείχνουν ότι έχει προχωρήσει και εκεί το σκουλήκι της διαφθοράς. Ας σημειωθεί παρεμπιπτόντως ότι η κυπριακή κυβέρνηση, μετά μια πολύ πιο σύντομη εμπειρία, αποφάσισε προ μηνός την κατάργηση των γραφείων Τύπου.

Το «έργο» των γραφείων Τύπου

Κατά μια υπέργηρη πρακτική και αντίληψη, που επιβίωσε των αυθημερόν αερομεταφορών του διεθνούς Τύπου και των ανακαλύψεων του ραδιοφώνου, της τηλεόρασης, του φαξ και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (στο οποίο έχουμε πρωί πρωί τον παγκόσμιο Τύπο στην οθόνη του υπολογιστή μας), το ελληνικό Δημόσιο ακριβοπληρώνει υπαλλήλους στο εξωτερικό για να μεταφράζουν επιτόπου τα δημοσιεύματα ελληνικού ενδιαφέροντος και να τα στέλνουν περί το μεσημέρι στην κεντρική υπηρεσία…

Για την «έγκαιρη αποστολή» αυτών των δημοσιευμάτων, στην ανάγνωση, μετάφραση και αποστολή τους απασχολούνται συχνά περισσότεροι υπάλληλοι. Αυτό, συν την επισήμανση τυχόν εκπομπών με αναφορές σε ελληνικά θέματα, είναι το κεντρικό έργο των γραφείων Τύπου. Την καθημερινή ρουτίνα συμπληρώνει η αλληλοτροφοδοτούμενη γραφειοκρατική αλληλογραφία με το κέντρο, για τα οικονομικά (μισθοί, ενοίκια, φιλοξενία, τυχόν δαπάνες ταξιδιών), κάλυψη «αναγκών» του γραφείου, έγκριση αδειών και την περίφημη διμηνιαία «Έκθεση Πεπραγμένων» – πλαστικό φύλλο συκής για τη συγκάλυψη της γυμνότητας του όλου συστήματος.

Σπανίως το γραφείο καλείται να «οργανώσει» πρες κόνφερανς επισκεπτομένου προέδρου ή πρωθυπουργού, όπερ σημαίνει να κλείσει την αίθουσα και να στείλει ειδοποιητήριο σε κατάλογο αρμοδίων συντακτών και ανταποκριτών.

(Στις ιερές υποχρεώσεις του διευθυντή του γραφείου ανήκει το κλείσιμο ξενοδοχείων για τυχόν απεσταλμένους του ελληνικού Τύπου και των ΜΜΕ και η παράθεση σ’ αυτούς γεύματος σε ευπρεπές εστιατόριο, δημοσία δαπάνη. Γνωρίζει ότι αυτό είναι χρήσιμο για τις δημόσιες σχέσεις του…).

Ανάγκη ριζικής αναθεώρησης

Είναι εξόφθαλμο ότι στην εποχή της άμεσης ηλεκτρονικής ενημέρωσης (και προπαγάνδας), μέσω πολλαπλών διαύλων και από απειρία πηγών μηνυμάτων, είναι επιβεβλημένη η ριζική αναθεώρηση της χρησιμότητας, της τεταγμένης αποστολής, του αριθμού και των προσόντων του προσωπικού και ακόμη της ονομασίας των αναχρονιστικών, απαράγωγων και δολαριοβόρων γραφείων Τύπου. Αρχίζοντας από τη γραφειοκρατική υπηρεσία στο κέντρο, που υποτίθεται ότι τα διευθύνει, ενώ αγνοεί πράγματα, πρόσωπα, συνθήκες και δυνατότητες που τα περιβάλλουν.

Μια τέτοια επαναξιολόγηση θα πρέπει να έχει ως αφετηρία τη συνειδητοποίηση, επιτέλους, από τους κυβερνητικούς αρμοδίους τού πόσο περιορισμένη, στο ελαχιστότατο, είναι η δυνατότητα των γραφείων Τύπου να επηρεάσουν τη δημοσιότητα στη χώρα της λειτουργίας των, όπου το πνεύμα της ειδησεογραφίας και των σχολίων διαμορφώνεται από σειρά άλλων παραγόντων, μακράν της δικής τους, άκρως περιορισμένης εμβέλειας.

Οι παράγοντες που διαμορφώνουν αυτό το ευνοϊκό ή δυσμενές έως εχθρικό πνεύμα είναι: α) το περιεχόμενο της εισερχομένης -από πρακτορεία και ανταποκρίσεις- ειδησεογραφίας, β) οι προδιαθέσεις του εκδότη, διευθυντή και αρχισυντάκτη του μέσου ενημέρωσης και γ) η πολιτική γραμμή της τοπικής κυβέρνησης. Κατά συνέπεια, η φροντίδα και η ευθύνη για την εικόνα της χώρας που προβάλλεται διεθνώς ανήκει στο εθνικό κέντρο και εκεί πρέπει να εστιασθούν τυχόν προσπάθειες για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Ο διευθυντής του γραφείου Τύπου καλείται, μετά το δυσμενές δημοσίευμα, να τρέχει πίσω από το τρένο σχηματισμένων ήδη εντυπώσεων, με ατελέσφορα διαβήματα και ανασκευαστικές επιστολές, που σπανίως δημοσιεύονται. Επιστολές που θα μπορούσαν άλλωστε να σταλούν από το κέντρο ή την πρεσβεία, με μεγαλύτερη βαρύτητα, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Ας σημειωθεί ότι στην ψυχολογία του ξένου δημοσιογράφου ο ακόλουθος Τύπου-συνομιλητής του βαρύνεται με την ιδιότητα του επίσημου προπαγανδιστή και ακούγεται με τη σχετική έκπτωση… Από την πολύ συνοπτική αυτή σκιαγράφηση μιας πραγματικότητας, την οποία αλληλοδιάδοχες κυβερνήσεις, είτε από άγνοια είτε από μικροπολιτική, επέμεναν μέχρι σήμερα να αντιπαρέρχονται, πρέπει να γίνεται σαφές ότι παράταση της ζωής αυτού του γραφειοκρατικού σαρκώματος σημαίνει τη συνέχιση της σπατάλης δισεκατομμυρίων ετησίως (ενοίκια, μισθοί και λοιπές δαπάνες) και χωρίς την ελαχίστη απόδοση.

Η δύναμη της αδράνειας εξασφαλίζει την επιβίωση και επέκταση αυτού του κακοήθους για την οικονομία πολύποδα, καθώς οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν έσκυψαν ποτέ σε μια ρεαλιστική αποτίμηση της χρησιμότητας αυτού του κλάδου και τον αντιμετώπισαν απλώς ως ισάριθμες θέσεις ανταμοιβής ημετέρων.

Σε εποχή που οι όροι «ρήξη» και «υπέρβαση» είναι πολύ του συρμού στην πολιτική φρασεολογία, ιδού ένας τομέας -της διεθνούς ενημέρωσης- που χρήζουν άμεσης εφαρμογής.

Επανίδρυση του συστήματος ενημέρωσης

Η επανίδρυση του κράτους σ’ αυτόν τον τομέα σημαίνει κατεδάφιση του όλου απαρχαιωμένου, δαπανηρού και απαράγωγου συστήματος και οικοδόμηση ενός νέου, με ορθολογική αντίληψη των αναγκών και των δυνατοτήτων, νέα αρχιτεκτονική και υλικά, προσαρμοσμένου στη σημερινή πραγματικότητα.

Σε μια τέτοια απόφαση «επανίδρυσης» οι αρμόδιοι υπουργοί, των Εξωτερικών (με την εποπτεία και εμπειρία της διεθνούς πραγματικότητας), Επικρατείας (αρμόδιος για τον τομέα ενημέρωσης) και Εθνικής Οικονομίας, γνώστες, ασφαλώς, της αναποτελεσματικότητας και του βαρύτατου κόστους του σημερινού συστήματος, θα αποφάσιζαν εάν θα υιοθετήσουν τη διεθνή πρακτική, κατά την οποία καθήκοντα «ακολούθου Τύπου» ασκεί ο καταλληλότερος διπλωμάτης του προσωπικού τής κατά τόπους πρεσβείας, στεγαζόμενος στο οίκημά της.

Την αρχιτεκτονική ενός ευρύτερου συστήματος διεθνούς ενημέρωσης θα ανέθεταν σε μια επιτροπή ειδικών, με πραγματική διεθνή εμπειρία στον τομέα, εθνική ευαισθησία και ανιδιοτέλεια (αντιπροσωπευτικό παράδειγμα: ο πρέσβης επί τιμή κ. Ιωάννης Τζούνης), με μετάκληση και Ελλήνων της διασποράς αυτής της ειδικότητος, η οποία θα εισηγείτο τη διάρθρωση ενός συστήματος προβολής των ελληνικών θέσεων στο εξωτερικό, με κεντρικό άξονα το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, εκσυγχρονισμένο και προσανατολισμένο σ’ αυτήν ως πρωτεύουσα αποστολή.

Για την αναβάθμιση της εμβέλειας και του κύρους του ΑΠΕ, κυβερνητικές ανακοινώσεις, ομιλίες, δηλώσεις και σχόλια επί της εξωτερικής πολιτικής και γενικότερα θεμάτων διεθνούς ενδιαφέροντος θα πρέπει να δημοσιοποιούνται μέσω του εθνικού πρακτορείου ειδήσεων. Αυτό θα το καθιστούσε βασική πηγή ενημέρωσης των ξένων ανταποκριτών (αλλά και των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών προς το εξωτερικό), που, επικαλούμενοι αυτό ως πηγή των πληροφοριών τους, θα το έβαζαν στον παγκόσμιο χάρτη της πληροφορίας. (Αυτήν την πρακτική ακολουθούν οι Τούρκοι με το πρακτορείο «Ανατολία», με άριστα αποτελέσματα). Η γραφειοκρατία της σημερινής Διεύθυνσης Υπηρεσιών Εξωτερικού θα έπρεπε να αντικατασταθεί από ένα νέο όργανο με δύο σκέλη, με ολιγομελές, πολύγλωσσο, ταλαντούχο και καλά αμειβόμενο προσωπικό και περιοδική αξιολόγηση της επίδοσης των μελών του. Το πρώτο σκέλος θα περιλάμβανε ομάδα δημοσίων σχέσεων, επιφορτισμένη με τη φροντίδα των ξένων δημοσιογράφων, ενισχυόμενη σε περιπτώσεις διεθνών συνάξεων από επιλεγμένες ξεναγούς.

Το δεύτερο σκέλος θα προοριζόταν στην παρακολούθηση του διεθνούς Τύπου και την επισήμανση δημοσιευμάτων εθνικού ενδιαφέροντος. Αθηναϊκό Πρακτορείο και Διεύθυνση Διεθνούς Ενημέρωσης του υπουργείου Επικρατείας θα πρέπει να τελούν σε στενή συνεργασία και συντονισμό με τις υπηρεσίες Τύπου των υπουργείων Εξωτερικών και Άμυνας, ως και άλλων υπουργείων κατά περίπτωση.

Αυτά τα συμπεράσματα εικοσιοκτάχρονης πείρας στον χειρισμό της δημοσιότητας, από διάφορες θέσεις, στο εξωτερικό, διατυπώνονται ως ερεθίσματα του προβληματισμού των αρμοδίων της νέας κυβέρνησης για το ενδεχόμενο προσπάθειας επανίδρυσης του κράτους σ’ αυτόν τον νευραλγικό τομέα.

Εμβαλωματικές αναδιαρθρώσεις και ανακατατάξεις προσωπικού, κατά την παλαιά πρακτική, θα διαιωνίσουν το σημερινό γραφειοκρατικό τέλμα, την οικονομική αιμορραγία και το φιάσκο στη διεθνή ενημέρωση.


Σχολιάστε εδώ