Σκάνδαλο-μαμούθ με τον «έλεγχο» του λαθρεμπορίου!

Αυτή η τεχνική «αστοχία», που έχει επισημανθεί ακόμη και από αρμόδια στελέχη των υπουργείων Οικονομικών και Ανάπτυξης, δεν επιτρέπει να αξιοποιηθούν τα συστήματα ως πραγματικά εργαλεία ελέγχου της αγοράς, αλλά ούτε και να σταματήσουν να υπερχρεώνονται οι καταναλωτές για «φουσκωμένα» καύσιμα.

Το θεμελιώδες πρόβλημα των συστημάτων είναι ο διαφορετικός τρόπος μέτρησης της ποσότητας του καυσίμου στα στάδια εισροής στις δεξαμενές και εκροής από τις αντλίες:

o Οι πρατηριούχοι αγοράζουν εδώ και χρόνια τα καύσιμα από τις εταιρείες εμπορίας με αναγωγή σε μια σταθερή θερμοκρασία βάσης (15ο Κελσίου), ώστε να μην πληρώνουν για τις διαστολές, λόγω υψηλών θερμοκρασιών. Με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με αναγωγή στους 15ο , γίνεται και ο υπολογισμός για την πληρωμή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης.

o Όμως, κατά την πώληση στον καταναλωτή, δεν γίνεται η ίδια αναγωγή. Ο καταναλωτής αγοράζει σε λίτρα, στην τυχαία θερμοκρασία τους κατά την πώληση, η οποία μπορεί να είναι και πολύ υψηλότερη από τους 15ο Κελσίου. Το αποτέλεσμα είναι ότι, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών του καυσίμου τους περισσότερους μήνες του χρόνου, οι πρατηριούχοι και οι εταιρείες εμπορίας εξασφαλίζουν ένα σημαντικό «κρυφό» κέρδος από τις πωλήσεις «φουσκωμένων» καυσίμων, που μπορεί να φθάνει και το 3% σε ετήσια βάση.

o Η σημερινή τεχνολογία και το γεγονός ότι ήδη τα περισσότερα πρατήρια της χώρας διαθέτουν αντλίες με ηλεκτρονικά συστήματα μέτρησης θα επέτρεπε, χωρίς μεγάλο πρόσθετο κόστος, να παρακολουθούνται από τα συστήματα εισροών-εκροών οι θερμοκρασίες πώλησης των καυσίμων στην αντλία, ώστε: α) να γίνεται με τον ίδιο τρόπο μέτρησης η παρακολούθηση των εισροών και των εκροών. Έτσι, θα αποφεύγεται η εμφάνιση σημαντικών αποκλίσεων στα ισοζύγια και το σύστημα θα λειτουργεί ως πραγματικό εργαλείο ελέγχου της διακίνησης καυσίμων και β) να χρεώνονται οι καταναλωτές τα καύσιμα με σωστό τρόπο, αποφεύγοντας υπερβολικές χρεώσεις, της τάξεως των 200 εκατ. ευρώ ετησίως.

o Όμως, οι προδιαγραφές των συστημάτων που θα εγκατασταθούν, όπως αυτές ορίσθηκαν με σχετική υπουργική απόφαση, δεν προβλέπουν την παρακολούθηση της θερμοκρασίας στις αντλίες. Τα ισοζύγια αγορών πωλήσεων θα είναι στην πραγματικότητα εικονικά, αφού θα λαμβάνεται υπόψη μόνο η θερμοκρασία της δεξαμενής, που μπορεί να είναι πολύ διαφορετική από τη θερμοκρασία αντλίας. Αυτό θα επιτρέψει στους πρατηριούχους να πουλάνε τα καύσιμα όπως και σήμερα, δηλαδή να πωλούν περισσότερα από όσα αγοράζουν, λόγω των διαστολών από τη θερμοκρασία, ενώ το σύστημα εισροών-εκροών θα παρακολουθεί ένα εικονικό ισοζύγιο, με βάση τις θερμοκρασίες στη δεξαμενή.

Οι τεχνικές ατέλειες των συστημάτων, υποχρέωσαν την Πολιτεία να τα μετατρέψει, για τον πρώτο χρόνο λειτουργίας τους, σε απλά συστήματα παρακολούθησης των εισροών και εκροών αντί να γίνουν συστήματα ελέγχου, όπως προέβλεπε ο αρχικός νόμος. Είναι χαρακτηριστικό ότι προβλέπεται πως θα γίνονται δεκτές ως «νόμιμες» αποκλίσεις στα ισοζύγια εισροών-εκροών μέχρι 1,5%.

Το ξέρουν στα υπουργεία!

Το πρόβλημα δεν είναι άγνωστο στα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης, που έχουν μάλιστα να αντιμετωπίσουν και σχετική προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, για ακύρωση της υπουργικής απόφασης για τις προδιαγραφές των συστημάτων.

Σε ειδικό πόρισμά της («Αποτύπωση Απαιτήσεων Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Εισροών-Εκροών Πρατηρίων υγρών καυσίμων»), ομάδα εργασίας στο υπουργείο Οικονομικών τονίζει ότι θα πρέπει «στις μετρήσεις πωλήσεων σε τελικό καταναλωτή (αντλία) να γίνεται αυτόματη αναγωγή θερμοκρασίας, δηλαδή να πωλούν σε θερμοκρασία 15ο C, δεδομένου ότι η θερμοκρασία της δεξαμενής μπορεί να είναι 28ο C και η γραμμή της αντλίας 39ο C. Οι εταιρείες εμπορίας (ως πρατηριούχοι) ωφελούνται από τις διαφορές της θερμοκρασίας και δεν κάνουν ογκομετρήσεις λόγω των μεγάλων αποκλίσεων στα ισοζύγια.

Από την πλευρά του υπουργείου Ανάπτυξης, υποστηρίζεται ότι το κόστος εγκατάστασης μηχανισμών παρακολούθησης της θερμοκρασίας στις αντλίες θα είναι πολύ υψηλό, γι’ αυτό και δεν θα πρέπει, σε αυτήν τη φάση, να προβλεφθεί η εγκατάστασή τους.

Πάντως, ο κ. Αρ. Σκυλλάκος, στέλεχος του Τομέα Μεταφορών του υπουργείου Ανάπτυξης, που μετείχε σε ειδική επιτροπή του υπουργείου Ανάπτυξης για τα συστήματα εισροών-εκροών, δεν πείσθηκε ότι δεν είναι εφικτή η εγκατάσταση αισθητήρων παρακολούθησης της θερμοκρασίας στις αντλίες και σημείωνε τα ακόλουθα, υπογράφοντας με επιφύλαξη το σχετικό πόρισμα: «Διατηρώ τις επιφυλάξεις μου για το εφικτό ή μη της εγκατάστασης κατάλληλων αισθητήρων θερμοκρασίας στον διανομέα καυσίμων ή λίγο πριν από αυτόν, για να γίνει αναγωγή της εκροής καυσίμου στους 15ο C, ώστε να μην αναγκαστούμε να δεχθούμε παραδοχές αποκλίσεων της τάξεως του 2%».

Ν.Χ.


Σχολιάστε εδώ