Παράδοση εξουσίας για το νέο «πακέτο» διάσωσης!
Η διαμάχη ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και Αθήνας για το πώς ακριβώς θα διασφαλισθεί ότι η Ελλάδα θα συγκεντρώσει τουλάχιστον 50 δισ. ευρώ από ιδιωτικοποιήσεις έληξε την Παρασκευή στη συνάντηση του Γ. Παπανδρέου με τον προεδρεύοντα του Eurogroup, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, με την ουσιαστική υιοθέτηση της πρότασης που πρώτος διατύπωσε ο κ. Γιούνκερ για σύσταση ενός ανεξάρτητου οργανισμού, στα πρότυπα του αντίστοιχου φορέα, ο οποίος εκποίησε με συνοπτικές διαδικασίες και εξευτελιστικά τιμήματα την κρατική περιουσία της τέως Ανατολικής Γερμανίας.
Η κυβέρνηση απέφυγε τον απόλυτο εξευτελισμό, δηλαδή να γίνει δεκτή η πρόταση της ολλανδικής και άλλων κυβερνήσεων του Βορρά, να αναλάβουν εκπρόσωποι της «τρόικας» τον έλεγχο του νέου φορέα. Όμως δεν απέφυγε την απώλεια του πολιτικού ελέγχου του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων: Ο νέος φορέας δεν θα υπάγεται στη δική της δικαιοδοσία, αλλά θα είναι ανεξάρτητος, στα πρότυπα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Η διοίκησή του θα επιλέγεται από τη Βουλή, στην οποία και θα λογοδοτεί τύποις, ενώ στην ουσία θα λογοδοτεί στην «τρόικα». Θα τίθενται δεσμευτικοί οικονομικοί στόχοι για τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις, που θα ελέγχονται ανά τρίμηνο και σε ετήσια βάση, και ουσιαστικά η νέα αρχή θα είναι δέσμια της εξυπηρέτησης αυτών των στόχων, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της άλλες «ευαισθησίες», όπως για παράδειγμα η ενδεχόμενη προσφορά πολύ χαμηλών τιμημάτων για τη δημόσια περιουσία. Δεν έχει γίνει σαφές αν αυτοί οι στόχοι θα είναι δεσμευτικοί για την κυβέρνηση, αν δηλαδή η μη πραγματοποίησή τους θα συνεπάγεται διακοπή εκταμιεύσεων των δόσεων του δανείου, αλλά είναι πολύ πιθανό ότι αυτό τελικά θα συμβεί, αφού οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν ξεκαθαρίσει ότι το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων είναι ο ένας από τους δύο βασικούς πυλώνες του νέου Μνημονίου, μαζί με τη σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή.
Μετά τη συνάντηση με τον Γιούνκερ, ο πρωθυπουργός εμμέσως πλην σαφώς απέδωσε την αποτυχία στην εφαρμογή του πρώτου Μνημονίου στην ανεπάρκεια του κρατικού και διοικητικού μηχανισμού, ανοίγοντας την πόρτα για την έλευση ευρωπαίων τεχνοκρατών, που θα στελεχώσουν κρίσιμες θέσεις στη διοίκηση – ως εποπτεύοντες; ως σύμβουλοι;
«Ένα από τα μεγάλα ζητήματα που αντιμετωπίσαμε στην εφαρμογή του προγράμματος», τόνισε ο πρωθυπουργός, «είναι η δυναμικότητα της δημόσιας διοίκησης και η δυνατότητά της να κάνει μεγάλες και βαθιές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Ζήτησα από τον κ. Γιούνκερ, τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να κλείσουμε συμφωνίες για την ενίσχυση της δυναμικότητας της δημόσιας διοίκησης στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων, την υγεία, την εκπαίδευση, την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, στη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας και στην περικοπή της γραφειοκρατίας, ως και στην ενίσχυση της τουριστικής βιομηχανίας. Είμαι πολύ χαρούμενος που είναι έτοιμοι να μας βοηθήσουν, παρέχοντας το αναγκαίο προσωπικό και τεχνογνωσία για την εφαρμογή του προγράμματος».
Ουσιαστικά, με τις δηλώσεις αυτές ο κ. Παπανδρέου προανήγγειλε την ανάθεση της δημόσιας διοίκησης σε ευρωπαίους τεχνοκράτες, αφού η κυβέρνηση ομολογεί ανοικτά την αποτυχία της να θέσει σε αξιόπιστη λειτουργία τον κρατικό μηχανισμό. Έτσι, με μεγάλη ταχύτητα η Ελλάδα μετατρέπεται σε μια χώρα που έχει χάσει την ευθύνη για την άσκηση της οικονομικής πολιτικής, τη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας και την ασυλία της εθνικής κυριαρχίας έναντι των πιστωτών και τώρα πλέον οι πιστωτές καλούνται να αναλάβουν και την ευθύνη της καθημερινής διοίκησης, για να παρακαμφθεί ο κρατικός μηχανισμός που εμποδίζει την εφαρμογή του Μνημονίου. Δύσκολα μπορεί πλέον να απαντήσει κανείς στο ερώτημα γιατί, άραγε, εκλέγουμε κυβερνήσεις και πληρώνουμε (ακριβά) δημοσίους υπαλλήλους, αφού πολύ σύντομα η ευθύνη λειτουργίας του κράτους θα έχει περιέλθει καθʼ ολοκληρία στους εταίρους-πιστωτές και σε διεθνείς οργανισμούς.
Παγκόσμιο ρεκόρ λιτότητας
Κατά τα λοιπά, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να συμφωνήσει σε ένα πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής για την περίοδο μέχρι το 2015, που με άνεση κερδίζει τον τίτλο του πιο σκληρού προγράμματος λιτότητας που έχει εφαρμοσθεί στην παγκόσμια ιστορία:
• Την Παρασκευή επιβεβαιώθηκε από την ανακοίνωση της «τρόικας», ότι οδηγούμαστε σε μεγάλη μείωση της απασχόλησης στο Δημόσιο (η λέξη που χρησιμοποιείται στο αγγλικό κείμενο είναι «downsizing» και παραπέμπει στα μεγάλα προγράμματα μείωσης προσωπικού που εφαρμόζει ο ιδιωτικός τομέας). Από το υπουργείο Οικονομικών διευκρινίζουν ότι η μείωση του προσωπικού στο Δημόσιο θα φθάσει το 20% στον ορίζοντα εφαρμογής του προγράμματος, δηλαδή σε 150.000 υπαλλήλους. Κύριο «εργαλείο» για τη μείωση του προσωπικού θα είναι η εφαρμογή μιας αυστηρότερης σχέσης αποχωρήσεων/προσλήψεων (από το 5/1 πάμε ολοταχώς στο 10/1). Όμως, μια τόσο μεγάλη μείωση προσωπικού δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μείωση προσλήψεων και εκτιμάται ότι με τη διαδικασία του μαζικού κλεισίματος και συγχωνεύσεων οργανισμών και φορέων, το προσωπικό των οποίων δεν θα μετατάσσεται αυτόματα αλλά θα αξιολογείται από το ΑΣΕΠ, θα επιταχυνθεί η διαδικασία μείωσης του προσωπικού.
• Η «τρόικα» είναι σαφές από την ανακοίνωσή της ότι από τα μέτρα που θα εφαρμοσθούν δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στη μείωση των κοινωνικών επιδομάτων, για τη χορήγηση των οποίων θα τεθούν αυστηρά εισοδηματικά κριτήρια. Επίσης, «ποντάρει» στη μεγάλη μείωση των φοροαπαλλαγών και στη νέα αύξηση των φόρων στην ακίνητη περιουσία. Στην ανακοίνωση δεν μνημονεύονται άλλα μέτρα, είναι όμως γνωστό ότι η κυβέρνηση έχει καταλήξει στην απόφαση να «τσεκουρώσει» το αφορολόγητο όριο, το οποίο θα πέσει στα 6.000 με 8.000 ευρώ, να επιβάλει ΦΠΑ 23% από τον Σεπτέμβριο στις υπηρεσίες εστίασης, που σήμερα επιβαρύνονται με 13%, να επιβάλει έκτακτες εισφορές φέτος σε κατόχους σκαφών και αυτοκινήτων μεγάλου κυβισμού, να αυξήσει την εισφορά υπέρ των ανέργων σε δημόσιους και ιδιωτικούς υπαλλήλους, αλλά και να «τσεκουρώσει» κύριες συντάξεις άνω των 1.700 ευρώ και επικουρικές. Από τον Οκτώβριο, εξάλλου, εξισώνονται και οι φόροι κατανάλωσης του πετρελαίου θέρμανσης με το πετρέλαιο κίνησης, μέτρο που οδηγεί χιλιάδες νοικοκυριά στην εξαθλίωση. Πρόκειται για ένα «πακέτο» μέτρων λιτότητας, που σύμφωνα με όλους τους οικονομικούς αναλυτές θα έχει βαρύτατες επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο και στην οικονομική δραστηριότητα, μεταθέτοντας την έξοδο από την ύφεση το 2013.
Επιλεκτική πίεση στις ελληνικές τράπεζες
Για το ύψος της νέας χρηματοδότησης που θα δοθεί στην Ελλάδα, ώστε να αποφύγει η χώρα τη χρεοκοπία μέχρι το τέλος του 2014, οι συζητήσεις συνεχίζονται, αλλά είναι σαφές ότι το συνολικό ποσό που αναζητείται ξεπερνά τα 80 δισ. ευρώ. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θέλουν να περιορίσουν τη συμμετοχή τους στο νέο «πακέτο» το πολύ στο μισό των χρηματοδοτήσεων που θα χρειασθούν, δηλαδή να μη δώσουν περισσότερα από 40 δισ. ευρώ, τα οποία πιθανότατα θα δοθούν αυτήν τη φορά από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Οικονομικής Σταθερότητας και όχι ως διακρατικά δάνεια, τα οποία χρειάζονται και την έγκριση του Κοινοβουλίου. Τουλάχιστον 25 δισ. ευρώ από το συνολικό χρηματοδοτικό «πακέτο» θα πρέπει να βρει η ίδια η κυβέρνηση, μέσω του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων.
Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ξεκαθάρισε την Παρασκευή ότι για τα υπόλοιπα 15-20 δισ. ευρώ θα ασκηθεί ασφυκτική πίεση να χορηγηθούν από τις τράπεζες, οι οποίες θα κληθούν να αγοράσουν νέα ελληνικά ομόλογα στη θέση τίτλων που θα λήγουν την περίοδο μέχρι και το 2014. Είναι ενδιαφέρον ότι για πρώτη φορά δηλώνεται επίσημα από τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, μέσω του Γιούνκερ, ότι η συμμετοχή των τραπεζών είναι απαράβατος όρος για να δεχθούν οι κυβερνήσεις να δώσουν τον δικό τους «οβολό» στην Ελλάδα. Δηλαδή, αν οι τράπεζες αρνηθούν να προσφέρουν χρηματοδότηση, δεν θα χορηγήσουν δάνεια ούτε οι κυβερνήσεις!
Πρέπει να σημειωθεί, όμως, ότι η πίεση που ασκείται στις τράπεζες έχει έντονη… επιλεκτικότητα. Αυτές που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή υποδοχής των πιέσεων είναι οι ελληνικές τράπεζες, που ουσιαστικά λειτουργούν χάρη στη χρηματοδότηση της ΕΚΤ και είναι πολύ δύσκολο να αρνηθούν. Από τις ελληνικές τράπεζες υπολογίζεται ότι θα συγκεντρωθούν τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ, αν ανανεώσουν τα ομόλογα του χαρτοφυλακίου τους που λήγουν μέχρι και το 2014, ενώ τα υπόλοιπα «ψιλά» θα πιεσθούν να δώσουν οι δύο γαλλικές τράπεζες που έχουν θυγατρικές στην Ελλάδα (Credit Agricole – Societe Generale). Με τον τρόπο αυτό οι περισσότερες μεγάλες τράπεζες της Ευρωζώνης που κατέχουν ελληνικά ομόλογα δεν θα χρειασθεί να εμπλακούν στη νέα χρηματοδότηση της Ελλάδας.
Πάντως, η συζήτηση για συμμετοχή των τραπεζών (εθελοντικά, αλλά στην πραγματικότητα υπό εκβιαστική πίεση) στη νέα χρηματοδότηση δεν είναι καθόλου εύκολη από τεχνικής άποψης. Η Standard & Poorʼs προειδοποίησε την Παρασκευή ότι αν κρίνει ότι οι τράπεζες δέχθηκαν πίεση για να αναχρηματοδοτήσουν την Ελλάδα, θα θεωρήσει ότι πρόκειται για αναδιάρθρωση του χρέους και θα κατεβάσει τη βαθμολογία των ελληνικών ομολόγων στην κατώτερη κλίμακα («D»). Αυτό πιθανόν να οδηγούσε στη μη αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως ενέχυρο για δανεισμό των ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Έτσι, φαίνεται ότι τις επόμενες ημέρες θα διεξαχθεί μια πολύ δύσκολη διαπραγμάτευση με τις τράπεζες, για να μετάσχουν σε αυτήν την «εθελοντική» παροχή νέων δανείων στην Ελλάδα, με τρόπο όμως που να μη δημιουργείται ο κίνδυνος νέας υποβάθμισης των ελληνικών ομολόγων.