Οι ευσεβείς πόθοι για το μεταναστευτικό πρόβλημα της Ελλάδας (II)
Περαιτέρω προβληματισμό αναφορικά με την οριοθέτηση του μεταναστευτικού προβλήματος και την υιοθέτηση ανεπαρκών προτάσεων για την αντιμετώπισή του δημιουργεί το νέο άρθρο του Γ. Καραμπελιά επί του θέματος («ΠΑΡΟΝ», 27-28/10/2007). Κατ’ αρχάς ο κ. Καραμπελιάς ξεκινά το άρθρο του με μια «αστοχία». Υπογραμμίζει ότι, μέχρι τη δική του παρέμβαση, όσοι είχαν ασχοληθεί με το θέμα ήταν ή θιασώτες της πολιτικής των «ανοικτών συνόρων» ή άνθρωποι που «προσπαθούσαν να μεταφράσουν αυτόν τον δικαιολογημένο φόβο σε ρατσιστική αντίληψη» (sic). Και τίθεται το ερώτημα: μέχρι την παρέμβαση του κ. Καραμπελιά δεν υπήρξε πουθενά κάποια νηφάλια αρθρογραφία; Σε ποια από τις δύο κατηγορίες εντάσσει ο κ. Καραμπελιάς την αρθρογραφία του Περικλή Νεάρχου ή του καθηγητή Κωνσταντίνου Ρωμανού στο «ΠΑΡΟΝ»; Την αρθρογραφία του καθηγητή Θεόδωρου Λιανού στο «Βήμα»; Την αρθρογραφία του Χρύσανθου Λαζαρίδη στον «Ελεύθερο Τύπο» και του Γιώργου Χαρβαλιά στον «Ελεύθερο Τύπο» και στο «Έθνος»; Πού εντάσσει την επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται στις σελίδες του περιοδικού «Ρεσάλτο» από το πρώτο κιόλας τεύχος του; Γνωρίζει ο κ. Καραμπελιάς ότι το περιοδικό «Ρεσάλτο» έχει ήδη κάνει τεύχος-αφιέρωμα στο μεταναστευτικό (τεύχος 18 – Ιούνιος 2007) και τη Δευτέρα (29/10) διοργάνωσε και σχετική ανοικτή συζήτηση; Πού κατατάσσει άραγε όλους αυτούς ο κ. Καραμπελιάς; Στους υπέρμαχους των ανοικτών συνόρων ή στους… «ρατσιστές»;
Αναφορικά με την ουσία του άρθρου, ο κ. Καραμπελιάς:
1) Παραθέτει ανακριβή στοιχεία. Αναφέρει ότι ο πληθωρισμός μειώθηκε λόγω των μεταναστών κατά 16% (!), ενώ μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος υπολόγιζε τη συνεισφορά των μεταναστών στη μείωση του πληθωρισμού στο 1% και σύμφωνα με το βασικό σενάριο της έρευνας των Σαρρή και Ζωγραφάκη, οι μετανάστες «έριξαν» τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή κατά 2%. Επιπλέον, ο κ. Καραμπελιάς τονίζει ότι η εργασία των μεταναστών «κατέστησε βιώσιμη την αγροτική οικονομία». Η άποψη αυτή αγνοεί τόσο τις επιπτώσεις στις αμοιβές των αγροτικών εργατών (οι οποίες κατά τη μελέτη των Σαρρή και Ζωγραφάκη υπέστησαν μείωση κατά 36,5%) όσο και τις μεσομακροπρόθεσμες επιπτώσεις στον συγκεκριμένο κλάδο λόγω της επανάπαυσής του στην ανταγωνιστικότητα μέσω της μείωσης του εργατικού κόστους και όχι μέσω του εκσυγχρονισμού της παραγωγής.
2) Υποστηρίζει ότι «η Ελλάδα βρίσκεται σε σημείο κορεσμού». Με ποιο κριτήριο; Με βάση την οικονομία γενικά; Με βάση την αγορά εργασίας; Με βάση την κοινωνική συνοχή; Πώς είναι σίγουρος ότι το σημείο κορεσμού δεν έχει ξεπερασθεί; Και αν έχει ξεπερασθεί, τι προτείνει για την αντιμετώπιση του προβλήματος;
3) Ουσιαστικά τάσσεται υπέρ της αποδοχής της υφιστάμενης κατάστασης καθώς, ενώ μιλά περί «κορεσμού» και περί «συγκρότησης στρατηγικών μειονοτήτων στη χώρα μας», αναφωνεί ένα μοιρολατρικό: «Ωστόσο, ο γέγονε γέγονε». Αποδέχεται δηλαδή την εγκατάσταση στη χώρα μιας συμπαγούς μάζας Αλβανών οι οποίοι αποτελούν 6 στους 10 μετανάστες και την εγκατάσταση στη χώρα μας αυξανόμενων μουσουλμανικών πληθυσμών.
4) Είναι «πεπεισμένος» (sic) «πως ένα μεγάλο μέρος των μεταναστών, ιδιαίτερα αλβανικής, ρουμανικής, ουκρανικής κ.λπ. καταγωγής, που είναι ορθόδοξης κουλτούρας, είναι δυνατόν, σχετικά σύντομα, να ενταχθούν στον ελληνικό πολιτισμό». Αυτό είναι αναντίρρητο για τους ελληνικής καταγωγής Βορειοηπειρώτες. Επιπλέον, οι Ρουμάνοι και οι Ουκρανοί δεν αποτελούν πρόβλημα, καθώς ο πληθυσμός τους είναι μικρός. Για τους Ορθόδοξους Αλβανούς, λόγω του ότι προέρχονται από όμορη χώρα η οποία έχει διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδας, αυτό είναι ζητούμενο. Δεν μας λέει επίσης ο κ. Καραμπελιάς τι «προβλέπει» για την πλειονότητα των Αλβανών οι οποίοι είναι μουσουλμάνοι ή άθεοι. Έχει την ίδια άποψη και γι’ αυτούς;
5) Υποστηρίζει ότι «όποιοι… δεν επιθυμούν την ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία αργά ή γρήγορα θα επιστρέψουν στις πατρίδες τους». Η άποψη αυτή αφήνει πολλά ερωτήματα αναπάντητα. Τι εννοεί ο κ. Καραμπελιάς ως «ένταξη»; Πώς θα διαπιστωθεί η «ένταξη» κάποιου μετανάστη στην κοινωνία; Πόσο χρονικό περιθώριο θα του δοθεί για να ενταχθεί; 5, 10 ή 20 χρόνια; Και μετά από παραμονή χρόνων στη χώρα μας θα επαναπατρισθεί ξαφνικά; Πώς θα γίνει αυτό; Θα το αποφασίσει μόνος του ο μετανάστης; Ή το κράτος, που θα τον έχει αφήσει να εγκατασταθεί για χρόνια (περιμένοντας κατά Καραμπελιά την ένταξή του), ξαφνικά θα τον επαναπατρίσει;
6) Μιλά για «φραγμό» στην παράνομη μετανάστευση, αλλά δεν διευκρινίζει: είναι υπέρ ή κατά του επαναπατρισμού των παρανόμως εισερχομένων και διαμενόντων μεταναστών στη χώρα μας; Στο προηγούμενο άρθρο του ο κ. Καραμπελιάς έκανε λόγο για «ισότιμη ένταξη στην αγορά εργασίας όσων θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα», αφήνοντας στη διακριτική ευχέρεια των παρανόμων μεταναστών το αν θα μείνουν στην Ελλάδα ή όχι.
7) Κάνει λόγο για διασπορά των μεταναστών στο σύνολο της χώρας προκειμένου να αποφευχθεί η γκετοποίησή τους, για αναλογική συμμετοχή τους στα σχολεία και για άρση των διακρίσεων σε βάρος τους. Αναφορικά με τη διασπορά μεταναστών, θα πρέπει να γνωρίζει ο κ. Καραμπελιάς ότι αντίστοιχο σύστημα που εφαρμόσθηκε στη Βρετανία απέτυχε λόγω του μεγάλου του κόστους και λόγω του ότι οι μετανάστες μετά από λίγο καιρό επανεισέρρεαν στα αστικά κέντρα από όπου είχαν διασπαρεί καθώς εκεί υπήρχαν τα άτυπα δίκτυα στήριξης από τους ομοεθνείς και ομοθρήσκους τους, αλλά και γιατί εκεί είχαν απασχόληση είτε παρασιτική είτε στο παραεμπόριο είτε στην παραοικονομία. Αναφορικά με την αναλογική συμμετοχή στα σχολεία, πώς σκέπτεται να την πετύχει ο κ. Καραμπελιάς; Εξαναγκάζοντας τόσο τα παιδιά μεταναστών όσο και τα Ελληνόπουλα να πηγαίνουν σε σχολεία άλλων συνοικιών ώστε να επιτευχθούν οι «αναλογίες»; Προτείνει το ίδιο και για τα ιδιωτικά σχολεία; Επιπλέον, τι εννοεί ως «άρση των διακρίσεων» σε βάρος των μεταναστών; Μήπως «θετικές διακρίσεις» υπέρ τους (και σε βάρος των Ελλήνων);
8) Τέλος, ο κ. Καραμπελιάς δεν κάνει καμία αναφορά στο θέμα της οικογενειακής επανένωσης το οποίο αναμένεται να αυξήσει σημαντικά τον αριθμό των νομίμως διαμενόντων μεταναστών στη χώρα μας. Ποιες είναι οι σκέψεις του επ’ αυτού;
Είναι εμφανές ότι το μεταναστευτικό πρόβλημα της χώρας δεν μπορεί να λυθεί ούτε με ημίμετρα ούτε με προτάσεις που γίνονται εκ του προχείρου. Απαιτεί σοβαρότητα, υπευθυνότητα και βούληση για την επίλυσή του. Στο ίδιο φύλλο όπου δημοσιεύθηκε το άρθρο του κ. Στυλιανού (σημ. «Π»: που αποτέλεσε αφορμή για το κείμενο του κ. Καραμπελιά), δημοσιεύθηκε και άρθρο-παρέμβαση του γράφοντος (έστω και κατά δύο παραγράφους κουτσουρεμένο). Φαίνεται ότι το άρθρο μου διέλαθε της προσοχής του κ. Καραμπελιά (ήταν στη σελίδα 32). Σε αυτό διατυπώνονταν έξι ερωτήματα στα οποία θα πρέπει, κατά την άποψή μου, να απαντά η μεταναστευτική πολιτική της χώρας μας για να είναι ολοκληρωμένη. Ας ανατρέξει σε αυτό ο κ. Καραμπελιάς. Τα ερωτήματα εκείνα, καθώς και αυτά του σημερινού μου άρθρου, ενδεχομένως να του φανούν ενδιαφέροντα…
* Ο Γιάννης Κολοβός είναι επικοινωνιολόγος και συγγραφέας του βιβλίου «Το Κουτί της Πανδώρας: Παράνομη Μετανάστευση και Νομιμοποίηση στην Ελλάδα» (Εκδόσεις Πελασγός, 2003)