Αρνούνται να… δώσουν λογαριασμό στους εκτιμητές οι εκμισθωτές του «Ποσειδώνιου» στις Σπέτσες
Είναι γνωστό τοις πάσι ότι η εποπτεία των κοινωφελών ιδρυμάτων από τους αρμόδιους κατά περίπτωση κρατικούς φορείς πάσχει σοβαρά. Τεράστιες περιουσίες πέφτουν στα χέρια προσώπων που, όχι σπάνια, εργάζονται δι’ ίδιον όφελος. Οι σκοποί των ιδρυμάτων και του διαθέτη τις περισσότερες φορές δεν εκπληρώνονται και έτσι οι δυνάμει αποδέκτες -δημότες, σπουδαστές, ηλικιωμένοι, ασθενείς- είναι, χωρίς να φταίνε, οι ζημιωμένοι.
Χειροπιαστό παράδειγμα το Ποσειδώνιο Ξενοδοχείο στις Σπέτσες, που ανήκει στο Ίδρυμα της Αναργυρείου και Κοργιαλενείου Σχολής Σπετσών. Δύο εκτελεστικές επιτροπές του ιδρύματος, όχι η σημερινή, συνήψαν συμβάσεις με μια εταιρεία, την «Πρωτοβουλία Σπετσών», για την εκμίσθωση του ξενοδοχείου. Για εκατό τουλάχιστον χρόνια με 10.000 ευρώ τον μήνα. Με ανάξιες λόγου ετήσιες προσαυξήσεις. Η «Πρωτοβουλία» θα έπρεπε να ανακαινίσει το κτίριο, που είναι το «μπον φιλέ» της περιουσίας του ιδρύματος, που σύμφωνα με τους πιο πρόχειρους υπολογισμούς αξίζει γύρω στα τριάντα εκατομμύρια ευρώ. Κανείς δεν ενημέρωσε τις αρμόδιες αρχές, δηλαδή το υπουργείο Οικονομικών, για τον έλεγχο της νομιμότητας της σύμβασης, ή το υπουργείο Παιδείας, που είναι αρμόδιο όσον αφορά τον σκοπό του ιδρύματος και διορίζει την εκτελεστική του επιτροπή.
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι εάν οι διοικήσεις των κοινωφελών ιδρυμάτων δρούσαν ανεξέλεγκτα και δεν λογοδοτούσαν πουθενά για τη διαχείρισή τους, τότε δεν θα υπήρχε λόγος να υπάρχουν νόμοι που να ρυθμίζουν τα σχετικά με τη λειτουργία τους.
Στην περίπτωση του Ποσειδωνίου, παρότι ενημερώθηκε από την παρούσα διοίκηση του ιδρύματος ήδη από τα τέλη του 2008, το υπουργείο Οικονομικών επί υπουργίας Παπαθανασίου κώφευσε, περιέργως θα λέγαμε, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Το δε υπουργείο Παιδείας, ενώ επί υπουργίας Στυλιανίδη έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για το ίδρυμα, επί υπουργίας Σπηλιωτόπουλου ή αδιαφόρησε πλήρως ή δεν κατάλαβε τίποτα προς μεγάλη τέρψη των «επενδυτών». Η μια περίπτωση χειρότερη από την άλλη. Η νυν υπουργός, η κυρία Διαμαντοπούλου, έδειξε αρχικά ενδιαφέρον και έστειλε μάλιστα επιστολές σε διάφορες υπηρεσίες του Δημοσίου ζητώντας ενημέρωση. Τώρα πάγωσαν όλα. Μπορεί τα κυκλώματα να έκαναν και στην περίπτωση αυτή τη δουλειά τους. Πολύ κρίμα, γιατί σαφώς πρόκειται για καραμπινάτη παρανομία. Ακόμη περισσότερο τώρα που, όπως μάθαμε, οι «επενδυτές» αρνούνται να δώσουν οικονομικά στοιχεία (τι ξόδεψαν δηλαδή από το δάνειο των 12 εκατομμυρίων που πήραν από την Εθνική Τράπεζα και την επιδότηση των 4,3 εκατομμυρίων που πήραν από το υπουργείο Οικονομικών) στους ορκωτούς εκτιμητές που διόρισε το ίδρυμα για να αξιολογήσουν το περιουσιακό στοιχείο ύστερα από την ανακαίνιση. Κανονικά θα έπρεπε να είχε στείλει την υπόθεση απευθείας στη Δικαιοσύνη και όχι να χάνει χρόνο συνομιλώντας με τους «επενδυτές-καρχαρίες», οι οποίοι βρήκαν την πόρτα ανοικτή και μπήκαν.
Είναι αυτονόητο ότι μιας ατασθαλίας έπεται συνήθως και άλλη. Σύμφωνα με έγκυρη πηγή, που γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα στο νησί, όλες οι συμβάσεις που υπεγράφησαν από τις δύο προηγούμενες διοικήσεις του ιδρύματος, έως τον Ιούνιο του 2008, οπότε διορίστηκε η τελευταία εκτελεστική επιτροπή, πάσχουν τόσο πολύ που, αν το κράτος ενδιαφερθεί εύκολα, βγαίνουν άκυρες. Άλλωστε σε καμία από αυτές δεν έχει τηρηθεί το γράμμα του νόμου περί μισθώσεων και καμία δεν υπεβλήθη προηγουμένως προς ενημέρωση στο αρμόδιο υπουργείο για να αποφανθεί έστω επί της νομιμότητας των πράξεων ιδρύματος. Σχεδόν όλες αυτές οι συμβάσεις αφορούν ενοικιάσεις εκτάσεων του ιδρύματος σε εξευτελιστικές τιμές. Η γη στις Σπέτσες είναι από τις ακριβότερες στην Ελλάδα, όλως δε τυχαίως οι εκτάσεις αυτές είναι στα σημεία με την καλύτερη θέα.
Όλη η ευθύνη και οι ελπίδες πέφτουν τώρα στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιώς κ. Προβατάρη, μετά την αυτεπάγγελτη παρέμβασή του, ύστερα από δημοσιεύματα.
Καημένε Ανάργυρε. Δούλεψες από παιδί στα ξένα. Έκανες μια τεράστια περιουσία και γύρισες στην πατρίδα σου. Συναντήθηκες με τον εθνάρχη Βενιζέλο και συμφώνησες μαζί του να χρηματοδοτήσεις το 1928 τη δημιουργία μιας πρότυπης Σχολής που θα έβγαζε νέους ανθρώπους ικανούς να διοικήσουν αυτό το άχρηστο κράτος. Οι συνθήκες δεν επέτρεψαν τη μακροημέρευσή της. Η Σχολή το 1983 έκλεισε και το ίδρυμα έμεινε χωρίς σκοπό. Από τότε παραπαίει έρμαιο στα χέρια «αρμοδίων αρχών» και διακοσμητικών εκτελεστικών επιτροπών με ψοφοδεή μέλη. Ούτε το κράτος κατάλαβε ότι το ίδρυμα δεν μπορεί πια εξαιτίας του κλεισίματος της Σχολής να επιτελέσει τον σκοπό του και ότι πρέπει να το προστατέψει. Μέχρι τη στιγμή που ήλθε η ώρα του ξεπουλήματος. Ευτυχώς βρέθηκαν κάποιοι που έστω και προσωρινά το ανέκοψαν.