Έγκλημα χωρίς «τιμωρία»

Η εξάπλωση της εγκληματικότητας και η πολυμορφία που προσλαμβάνουν οι ποικίλες δράσεις κάτω από τις οποίες εκδηλώνεται η εγκληματικότητα αυτή συνιστά μια ιδιαίτερα δυσμενή εξέλιξη, η οποία, βεβαίως, συνδέεται άμεσα με τις γενικότερες μεταβολές των οικονομικοκοινωνικών σχέσεων που συντελούνται τα τελευταία χρόνια.
Τα περιστατικά των τελευταίων ημερών -μεγεθυμένα από τον «χειρισμό» των ΜΜΕ, που αποβλέπουν στον εντυπωσιασμό των θεατών μέσω της καλλιέργειας του φόβου και του πανικού- μας αποκαλύπτουν εναργώς το μέγεθος και την έκταση του προβλήματος. Τα θύματα των ληστειών -και γενικότερα των εγκληματικών πράξεων- μπορεί να είναι απλοί, ανήμποροι, ηλικιωμένοι συνταξιούχοι, αλλά και εύποροι πολίτες που ζουν στις πλήρως εξοπλισμένες -από απόψεως ασφαλείας- επαύλεις τους. Πρόκειται συνεπώς για φαινόμενο που προσλαμβάνει σταδιακά έναν ευρύτερο χαρακτήρα, γιʼ αυτό και η αντιμετώπισή του δεν είναι ούτε εύκολη ούτε αυτόματη.
Πράγματι είναι γεγονός ότι οι αστυνομικές δυνάμεις, οι δυνάμεις ασφαλείας αδυνατούν να αντιμετωπίσουν στην έκταση αλλά και στην «ποιότητά» του το φαινόμενο της εγκληματικότητας. Αρκετά οργανωτικά σχήματα δοκιμάσθηκαν τα τελευταία χρόνια -ποιος δεν θυμάται τα περίφημα «πολυδύναμα» τμήματα- νέα «σώματα» προστασίας συγκροτήθηκαν -όπως αυτό των συνοριοφυλάκων- νέες τεχνολογίες και νέοι εξοπλισμοί υιοθετήθηκαν, σύγχρονες εκπαιδευτικές μέθοδοι εφαρμόστηκαν. Όμως παρά τα επιμέρους θετικά αποτελέσματα η γενική εικόνα -που δεν αφορά μόνο τα στατιστικά στοιχεία αλλά κυρίως το αίσθημα της ασφάλειας των πολιτών- είναι μάλλον απογοητευτική… Ο καθένας αισθάνεται ανασφαλής στο ίδιο του το σπίτι, στην τράπεζα όπου μεταβαίνει για τις καθημερινές οικονομικές του συναλλαγές, στην ίδια τη γειτονιά του, που αποφεύγει να την περπατά τις προχωρημένες ώρες…
Το πρόβλημα της ασφάλειας των πολιτών εξελίσσεται, κατά συνέπεια, σ’ ένα ευρύτερο κοινωνικό πρόβλημα και αποκτά μάλιστα και άμεσες πολιτικές διαστάσεις, καθόσον η ασφάλεια και η προστασία του πολίτη αποτελούν δημόσια αγαθά και βασικές προϋποθέσεις της ίδιας της οικονομικής και κοινωνικής του δραστηριότητας.
Ένα πρόβλημα όμως που αποκτά ευρύτερες κοινωνικές διαστάσεις δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο από τους μηχανισμούς καταστολής στο τελευταίο στάδιο, όπου εκδηλώνονται οι εγκληματικές πράξεις. Σίγουρα θα πρέπει να γίνουν πολλαπλές παρεμβάσεις στους αστυνομικούς-κατασταλτικούς μηχανισμούς, που με την πάροδο του χρόνου γραφειοκρατικοποιούνται και αποτελούν στην πράξη φορείς διασφάλισης σταθερής και μόνιμης εργασίας για ένα τμήμα του πληθυσμού…
Όμως οι γενεσιουργές αιτίες βρίσκονται στις ίδιες τις εξελίξεις και στους μετασχηματισμούς που έλαβαν χώρα τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Η χωρίς κανέναν σχεδόν έλεγχο αθρόα «εισβολή» μεταναστών, η απουσία θεσμικών και οικονομικών όρων για την ομαλή ένταξή τους στην κοινωνία αποτελεί ακόμα και σήμερα έναν σοβαρό λόγο για την εκδήλωση φαινομένων εγκληματικότητας.
Άλλωστε τα χρόνια αυτά το «έγκλημα» «παγκοσμιοποιείται» και «βιομηχανοποιείται». Σήμερα τα οικονομικά μεγέθη που κινούνται στα δίκτυα και στα κυκλώματα του οργανωμένου εγκλήματος αγγίζουν το 30-40% των επίσημων κρατικών προϋπολογισμών. Ναρκωτικά, πορνεία, εκμετάλλευση ανηλίκων, παντός είδους λαθρεμπόριο αποτελούν σήμερα «δραστηριότητες» οργανωμένες σύμφωνα με τις τελευταίες τεχνολογικές εξελίξεις, που διαθέτουν άρτια οργανωμένα δίκτυα στα οποία πολλές φορές «εμπλέκονται» πρόσωπα και φορείς των κρατικών μηχανισμών… Και πολλές φορές όλες αυτές οι εγκληματικές πράξεις καλύπτονται πίσω από «υγιείς» οικονομικές-εταιρικές δραστηριότητες που επιτελούν «ευυπόληπτοι» και «επιφανείς» πολίτες…
Αυτά ακριβώς τα εγκληματικά κυκλώματα αποτελούν το «υπόστρωμα» που τροφοδοτεί την παραβατικότητα, την ανομία, την περιφρόνηση προς τη ζωή και την αξιοπρέπεια του «άλλου». Κι αυτά τα κυκλώματα θα έπρεπε να τα αντιμετωπίσουν συντονισμένα οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που αρκούνται σε ευχολόγια και διακηρύξεις, χωρίς να μπορούν στην πράξη να αποδυναμώσουν τα σύγχρονα δίκτυα του εγκλήματος, που μπροστά τους οι παραδοσιακές «μαφίες» μοιάζουν με «αφελείς παρέες».
Στο διπλό αυτό μέτωπο τόσο της δομικά οργανωμένης εγκληματικότητας όσο και της καθημερινής εγκληματικής πράξης θα πρέπει να δράσει συγκεκριμένα και η ελληνική κυβέρνηση. Η οποία ανήγαγε προεκλογικά το πρόβλημα της ασφάλειας των πολιτών σε ύψιστο πολιτικό πρόταγμα. Και σ’ αυτό δεν αρκούν τα λατινιστί εκφερόμενα αποφθέγματα του -αυτοθαυμαζόμενου- κ. Πολύδωρα. Γιατί, για να φθάσουμε στη σύλληψη των δραστών, πρέπει πρώτα να «συλλάβουμε» το πρόβλημα…


Σχολιάστε εδώ