«Αντικειμενικότητα»…
Του
ΚΩΣΤΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
πρώην βουλευτή, πρ. ευρωβουλευτή και πρ. αντιπροέδρου της Ευρωβουλής
Η «αντικειμενικότητα» συνοδεύει τους ισχυρούς, που την προβάλλουν συνεχώς για να διασφαλίζουν τα συμφέροντά τους. Η εκ διαμέτρου απέναντι πλευρά έχει δίκιο. Το επικαλούμαι με ήσυχη συνείδηση: Στο όνομα της «αντικειμενικότητας» συντελείται πάντα η παραχάραξη της αλήθειας.
Όλοι οι σοβαροί φιλόσοφοι ερευνούν με υποθέσεις. Φωτίζουν αιφνίδια γεγονότα διαλεκτικά. Δηλαδή με τη διαλεκτική μέθοδο. Δεν δολιχοδρομούν και δεν διαστρεβλώνουν.
Η αλήθεια παραχαράσσεται. Τι είναι, όμως, αληθινό και μη κάλπικο; Ο ναζιστής Heidegger (Martin Heidegger, 1889-1976), μαθητής του Χούσερλ, θεμελιωτή της φαινομενολογίας στη φιλοσοφία, πρόδωσε τον δάσκαλό του. Τον πρόδωσε, ωστόσο, κατά κάποιον τρόπο, δημιουργικά. Υποστηρίζει ότι στη λέξη «αλήθεια» το άλφα είναι στερητικό. Πράγμα που σημαίνει πως τα πάντα έχουν λεχθεί. Έχουν περιπέσει, δηλαδή, σε αμνησία και λήθη. Οφείλουμε, επομένως, να αφαιρέσουμε τα προσχώματα των σκέψεων για να απελευθερωθεί και να λάμψει η λήθη. Να πάμε, τουτέστιν, χρονικά πάρα πολύ πίσω. Πριν αναπτυχθεί το σκέπτεσθαι όπως το γνωρίζουμε όλοι. Το σκέπτεσθαι, όμως, όπως το γνωρίζουμε όλοι, είναι υποκειμενικό. Έχει πάντοτε αποχρώσεις και διακυμάνσεις ανάλογες με την προσωπικότητα του σκεπτόμενου και την πνευματική του καλλιέργεια.
Πέρα από το συγκεκριμένο παράδειγμα που αναφέρθηκε εκτενώς, η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Χάιντεγκερ στα δεκάδες βιβλία του είναι ακατάληπτη. Το ίδιο ισχύει και για τους όρους που είχε εφεύρει. Οι μεγάλοι φιλόσοφοι και στοχαστές της γενιάς του τον αγνοούσαν, ανεξάρτητα από τις ναζιστικές του απόψεις. Ακόμη και ερωτοτροπούντες μεγάλοι φιλόσοφοι με τον ναζισμό νευρίαζαν στο έπακρο κάθε φορά που ξεφύλλιζαν κάποιο βιβλίο του. Ιδίως εκείνα με εντυπωσιακούς και πολλά υποσχόμενους τίτλους.
Ο γράφων έχει εξοικειωθεί πρωτίστως με τη γερμανική διανόηση και δευτερευόντως με τη γαλλική, που λειτουργεί με τα ονόματα του μέγιστου Σαρτρ και του ενορατικού Μπερξόν. Εξυπακούεται ότι θαυμάζει τον Καρλ Μαρξ, που ίδρυσε μαζί με τον Ένγκελς τον αποτυχώντα επιστημονικό σοσιαλισμό, που αποκλήθηκε μαρξισμός, υπερπηδώντας τον άκρως συντηρητικό Έγελο, από τον οποίο –αυτοί είναι οι παράξενοι συσχετισμοί της φιλοσοφικής ιστορίας–, εμπνεύστηκε το έργο και τη δραστηριότητά του ο Μαρξ και στη συνέχεια ο διστακτικός αλλά ιδρυτής της μπολσεβίκικης επανάστασης, Λένιν, με επιστέγασμα τα νομιμοφανή (;) εγκλήματα του Στάλιν.
Ο γράφων θαυμάζει τον υπαρξισμό, με πρώτους και ιδιοφυέστερους τον θανόντα σε ηλικία μόλις 42 ετών Σέρεν Κίρκεγκωρ –τα συγγράμματά του πολλά και εν μέρει αντιφατικά, βλέπε εξευτελισμό του Πλάτωνα και υπερβολική εξύμνηση της θρησκείας– τον ήδη αναφερθέντα Σαρτρ και τον Καρλ Γιάσπερς, εξέχουσα προσωπικότητα του σύγχρονου υπαρξισμού, ο οποίος, πέραν των δικών του ρηξικέλευθων ιδεών, αξιολόγησε δημιουργικά κείμενα των Κίρκεγκωρ και Σαρτρ. (Συνιστώ σε όσες και όσους δεν έχουν διάθεση και χρόνο για να ασχοληθούν με τους δύο προαναφερθέντες να ξεκοκαλίσουν κυριολεκτικά το κύριο σύγγραμμα του Γιάσπερς.)
Η δημόσια φιλοσοφία είναι ενίοτε και οχετός. Στις μεγάλες προτιμήσεις της αφεντιάς μου συγκαταλέγονται ο Σοπενχάουερ και ο Νίτσε. Ο πρώτος, εκτός από το δεσπόζον έργο του «Ο κόσμος ως βούληση και παράσταση», έγραψε και τα εξαιρετικά «Πάρεργα και παραλειπόμενα», στα οποία αναφέρει πολλές καθημερινές αιχμές, ανάμεσά τους και η συγκλονιστική φράση: «Μετά τον θάνατό σου θα είσαι ό,τι ήσουν πριν από τη γέννησή σου». Το ΤΙΠΟΤΑ δηλαδή.
Ο Νίτσε, που εξελέγη νεότατος, καταλαμβάνοντας πανεπιστημιακή έδρα, απεβίωσε το 1900 σε ηλικία 60 ετών. Τα τελευταία έντεκα χρόνια του βίου του έζησε ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΠΑΡΑΝΟΙΑ. Η αδερφή του, Ελισάβετ, τον κατέστρεψε και σ’ αυτήν οφείλεται η παραπάνω λέξη «οχετός». Μετά τον θάνατό του αλλοίωσε ΟΛΕΣ τις επιστολές του με μελανιές στα κύρια σημεία τους και χάρισε το αγαπημένο του μπαστούνι στον Μουσολίνι, ισχυριζόμενη ψευδέστατα πως ήταν επιθυμία του αδερφού της! Ο Νίτσε ποτέ δεν είχε ταχθεί εναντίον των Εβραίων, ενώ εκείνη και ο φασίστας άντρας της –Forster νομίζω πως λεγότανε– εγκατέλειψαν αιφνιδίως τη Γερμανία, αγόρασαν μια μικρή έκταση στη Λατινική Αμερική και την ονόμασαν «Nuova Germania». Μη λαμβάνοντας χρήματα από ομοϊδεάτες τους, αναγκάστηκαν να επιστρέψουν σχετικά σύντομα στη Γερμανία, με πρωτοβουλία της φρικτής αδερφής του Νίτσε – την κατονόμασα ήδη, καθώς και τον Forster, φασίστα σύζυγό της, αποφώλιον τέρας.
Φιλοσοφία δεν είναι λόγια, ακατάσχετες φλυαρίες και πληθώρα ασυνάρτητων, συνεντεύξεων.
Φιλοσοφία είναι βιβλία, ανταλλαγή εδραίων επιχειρημάτων σοβαρών διανοητών και γνωστών στοχαστών, οι οποίοι αλληλοεπηρεάζονται θετικά και συμβάλλουν στο φιλοσοφικό γίγνεσθαι.
Όταν σπούδαζα στη Δυτική Γερμανία, νέος, διάβαζα πολλά γερμανικά βιβλία, είτε συμφωνώντας είτε μη συμφωνώντας με ορισμένα από αυτά. Διάβαζα και ψυχολογικά συγγράμματα που μου άνοιγαν νεοπαγείς ορίζοντες. Η πολιτική δεν με απασχολούσε εξαντλητικά. Παρά το υψηλό (και ακριβοπληρωμένο) συμβόλαιό μου με την Deutsche Welle –σήμερα γράφεται Ντόιτσε Βέλε–, επιχειρούσα να την απομυθοποιήσω, λόγω των άξεστων και αφιλοσόφητων προϊσταμένων μου. Από τους έλληνες συνεργάτες και φίλους μου είχε μείνει μόνο ο Αλέξανδρος Σχινάς, ο οποίος διεύρυνε τη γλωσσική μου γκάμα στα ελληνικά. Η αλήθεια του ήταν αυθεντική. Δεν χρειαζόταν να περιπέσει σε αμνησία και σε άλφα στερητικό, όπως ο θεοσκότεινος Χάιντεγκερ.
Οι καβγάδες μας με τους ζηλόφρονες εν Ελλάδι ακροατές μας –οι περισσότεροι από δαύτους ήταν άκρως δεξιοί– δεν επηρέασαν το έργο μας. Αντίθετα, του προσέδωσαν κύρος, αίγλη και ορμή.