100 χρόνια…
Γράφει ο
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗΣ
Εκατό χρόνια συμπληρώνονται αυτόν τον μήνα από τη Σοβιετική ή Μπολσεβίκικη Επανάσταση. Γιορτάζουμε, δηλαδή, τις λίγες εκείνες μέρες που «συγκλόνισαν τον κόσμο…». Βεβαίως, πολλοί είναι οι «φιλελεύθεροι» που, κάτω από την υποκριτική αυτή ταμπέλα, θα σπεύσουν χαιρέκακα να κομπάσουν για την «κατάρρευση» της Σοβιετικής Ένωσης και με το γεγονός αυτό να «αποδείξουν» την «αποτυχία» του πρώτου «προλεταριακού κράτους». Ότι υπήρξαν ακρότητες, αιματηρές συνέπειες, αδυναμίες, αστοχίες και παραμορφώσεις τραγικές του συστήματος, εξαιτίας του Σταλινισμού, το γνωρίζουμε. Όμως, στην ουσία εκείνης της Επαναστάσεως υπάρχει κάτι βαθύτερο, που για να το εντοπίσουμε πρέπει να δούμε τις συνθήκες του 1917.
Ο καπιταλισμός είχε βρει τον τρόπο με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο να εδραιωθεί, να εμποδίσει την εξέγερση, να πλάσει ψεύτικες διεξόδους και να μη χάσει την πολιτική του κυριαρχία. Το ρωσικό προλεταριάτο και οι ηγέτες του δεν άφησαν στην πελώρια χώρα τους να ξαναστεφθεί η καπιταλιστική και τσαρική τυραννία, αλλά θαρρετά προχώρησαν στο σπάσιμο της αλυσίδας, στη θεμελίωση μιας νέας κοινωνίας. Και εγκαθίδρυσαν το καινούργιο κράτος τους, ξεκινώντας μια νέα, μεγαλειώδη ιστορική εμπειρία, μέσα στην αδιάλλακτη εχθρότητα όλου του καπιταλιστικού κόσμου, και την ένοπλη παρέμβαση, μέσα σε μια τρομακτικά καθυστερημένη από όλες τις απόψεις χώρα. Και εδέησε να κάνουν τον τεράστιο άθλο να αφυπνίσουν λαούς που είχαν συνηθίσει στη νάρκη τους και στο βάρος των δεσμών τους να θεμελιώσουν καινούργιους θεσμούς, να εκβιομηχανίσουν, να ηλεκτροκινήσουν την παραγωγή και να αρχίσουν μεθοδικά να ανεβαίνουν σε ανώτατα επίπεδα τεχνικής προόδου.
Ύστερα από εκατό χρόνια, βλέπουμε πάλι λαούς να έχουν πέσει σε νάρκη και να σηκώνουν καρτερικά το βάρος των αλυσίδων της «ευρωπαϊκής προοπτικής» του σύγχρονου καπιταλισμού. Ο τεράστιος όγκος των λαών της ΕΣΣΔ, οργανωμένος, έδειξε τη δύναμή του στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και υπήρξε αποφασιστική η συμβολή του στη νίκη εναντίον του ναζισμού. Ακόμα και των «συμμάχων κρατών» η αστική τάξη είχε πιστέψει τον μύθο που είχε λανσάρει η ναζιστική προπαγάνδα, ότι γρήγορα θα λύγιζε η άμυνα της ΕΣΣΔ. Και έκθαμβη είδε ύστερα του Στάλινγκραντ το θάμβος…
Η πνοή της Επανάστασης έδωσε το μέτρο της Νίκης. Οι θιασώτες της γερμανοευρωπαϊκής δικτατορίας, με κοινοβουλευτικό μανδύα, θα μας ειρωνευτούν λέγοντας: «Και τώρα, σοβαρά ελπίζετε σε νέα επανάσταση;». Δεν τρέφουμε αυταπάτες. Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται και ποτέ δύο ίδιες καταστάσεις δεν παρουσιάζονται, διότι μεταβάλλονται οι ιστορικές συνθήκες. Όμως, υπάρχει ένα ΠΝΕΥΜΑ που κυριαρχεί πάνω σε εκείνους που έχουν χρέος να αντιμετωπίσουν τα γεγονότα και να οδηγήσουν τους λαούς στις πράξεις που σημαδεύουν την ανθρώπινη εξέλιξη. Κι όταν υφιστάμεθα στους καιρούς μας πρωτόγνωρη καταπίεση οικονομικών σφαγείων και απώλεια της εθνικής μας ανεξαρτησίας από τις δυνάμεις του άκρατου καπιταλισμού και της καγκελαρίας των Βρυξελλών, τότε οφείλουμε να διατηρούμε στις καρδιές μας άσβεστη τη φλόγα αυτού του πνεύματος.
Θυμάμαι τον φίλο μου, τον σπουδαίο συγγραφέα και φλογερό δημοσιογράφο Τάσο Βουρνά, που το 1990, στο τελευταίο άρθρο του προτού φύγει από αυτήν τη ζωή, μας έδινε ελπίδες για το μέλλον και έγραφε: «Καμία από τις μεγάλες επαναστάσεις στον κόσμο δεν διεκδίκησε υπέρ αυτής το στοιχείο της αιωνιότητας. Όλες συνεισέφεραν με δύναμη και πάθος τον ιδεολογικό τους πυρετό, ο οποίος προστέθηκε στις κοινωνικές αναγκαιότητες που απαιτούσαν αλλαγή στον κόσμο. Και ενώ φαίνεται τη διαπίστωση αυτή να την παραδεχόμαστε, κινητοποιώντας τα γνωστικά μας μέσα, γινόμαστε δύσπιστοι και συναισθηματικοί όταν τα πεπραγμένα μάς υποχρεώνουν να δεχτούμε ότι κάτι παρόμοιο ισχύει και για την Οκτωβριανή Επανάσταση. Επειδή δεν μπόρεσε να αλλάξει τον κόσμο, της φορτώνουμε όλες τις αστοχίες της κι από πάνω και τον δικό μας συναισθηματισμό, προσπαθώντας να δώσουμε παράταση ζωής σ’ ένα σχήμα που ήδη έχει φτάσει στα τελευταία του και εκπνέει. Μ’ αυτόν τον κάπως δογματικό τρόπο, δεν θέλω να ισχυριστώ ότι η Οκτωβριανή Επανάσταση απέτυχε, και ήδη διασύρεται χλευαστικά στους δρόμους από κάποιους που δεν μπόρεσαν να καταλάβουν ότι μέσα στα κοινωνικά και τα πολιτικά αιτήματα του λήγοντος αιώνος μας η Οκτωβριανή Επανάσταση έπρεπε να υπάρξει. Γιατί, αν έλειπε, δεν θα υπήρχε το ισχυρό εκείνο αντιφασιστικό έρεισμα στον κόσμο, που σύντριψε τους δικτάτορες του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και εργάσθηκε, έστω χωρίς έμπνευση και πάθος, στην εμπέδωση ενός κόσμου που έρχεται εν δημοκρατία και ελευθερία. Θα ήταν πολύ φτηνό σόφισμα να υπάρξουν αυτή την ώρα συγκρίσεις αυταρχικότητας ανάμεσα στον φασισμό, στον ναζισμό και στον υπαρκτό σοσιαλισμό…».
Ο Τρότσκι –ο ιδρυτής του «Κόκκινου Στρατού»– ανέφερε ότι «ο Μαρξισμός ξεκινά από την ανάπτυξη της τεχνικής, που τη θεωρεί το κυριότερο ελατήριο της προόδου». Και επειδή στην αρχή ο αστικός κόσμος έκανε πως δεν έβλεπε τις οικονομικές επιτυχίες του καθεστώτος των σοβιέτ, την πειραματική δηλαδή απόδειξη ότι οι σοσιαλιστικές μέθοδοι ήταν βιώσιμες, η σοβιετική εξουσία άνοιξε τις πύλες της Ρωσίας σε ξένους για να διαπιστώσουν μόνοι τους τι συνέβαινε στην απέραντη αυτή χώρα. Όλοι γνωρίζουν τον Τζον Ριντ, τον αμερικανό δημοσιογράφο που πήγε στη Μόσχα και έγραψε για τις «Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο». Ήταν το ζωντανό χρονικό της επανάστασης του ρωσικού προλεταριάτου.
Εκείνο που δεν γνωρίζει το ευρύ κοινό είναι ότι, από ελληνικής πλευράς, πρώτος επίσημος καλεσμένος της σοβιετικής κυβέρνησης ήταν ο πολιτικός ηγέτης Γιάννης Σοφιανόπουλος, τότε αρχηγός του Αγροτικού Κόμματος. Ο Σοφιανόπουλος επισκέφθηκε τη Ρωσία το 1924 και έγραψε σειρά εντυπώσεων στο «Ελεύθερο Βήμα» του Δημητρίου Λαμπράκη, που εντυπωσίασαν. Μεταξύ άλλων, ο αρχηγός του Αγροτικού Κόμματος ανέφερε: «Η Σοβιετική Επανάσταση είναι μια σύνθεση της προσωπικότητας του Λένιν και της εκρηκτικότητας της σλάβικης ψυχής…». Ήταν πολύ δύσκολοι οι πρώτοι καιροί της Επανάστασης κι ο Σοφιανόπουλος δεν δίστασε να επισημάνει μια πραγματικότητα: «Ο Μαρξισμός έχει την τάση να βλέπει τα ιστορικά γεγονότα με μιαν αντίληψη μηχανιστική σχεδόν, σαν αναπόδραστες συνέπειες που υπάρχουν εξ αντικειμένου, χωρίς να δίνει ιδιαίτερο βάρος σε εκείνο που λέμε ‘‘ανθρώπινη ψυχή’’. Την Ιστορία, όμως, τη συνθέτουν οι άνθρωποι…».
Έκτοτε, πολλοί εκπρόσωποι του πολιτικού και πνευματικού κόσμου της πατρίδας μας ταξίδεψαν στη χώρα του Γκόρκι και έγραψαν πολλά. Θυμάμαι το πάθος του στίχου του Μενέλαου Λουντέμη: «Θέλω τη στέπα για χαρτί, τον Βόλγα για μελάνι»! «Τέκνο» της Επανάστασης του Οκτώβρη ήταν και ο Γιάννης Πασαλίδης, ο μετέπειτα πρόεδρος της ΕΔΑ. Στον Πόντο γεννήθηκε και σπούδασε γιατρός στα Πανεπιστήμια Πετρούπολης, Μόσχας και Οδησσού. Έγινε μαθητής του κλασικού θεωρητικού Πλεχάνοφ και ακολούθησε τους Μενσεβίκους. Την εποχή της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο Πασαλίδης ανακατεύθηκε ενεργά στην πολιτική και εξελέγη βουλευτής στην αυτόνομη τότε Δημοκρατία της Γεωργίας, μέλος της κυβέρνησής της. Όταν όμως ο «Κόκκινος Στρατός» σάρωσε τις αστικές δημοκρατίες, ο αντιδογματικός Πασαλίδης αντιτάχθηκε στον δεσποτισμό του Στάλιν. Έφυγε και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Παρότι ο ίδιος ο Στάλιν τον κάλεσε να επιστρέψει, εκείνος αρνήθηκε. Θα ξαναπήγαινε στη Ρωσία το 1960, επίσημος καλεσμένος του Χρουστσόφ, μαζί με τον στενό του φίλο και συνεργάτη, τον Σταύρο Ηλιόπουλο, που ήταν κι αυτός από τους πιο παλιούς σοσιαλιστές του τόπου μας. Ο Ηλιόπουλος, σε ένα σχέδιο «Προγραμματικής Διακήρυξης» που είχε συντάξει στην προσπάθειά του μεταπολιτευτικά να αναστήσει την ΕΔΑ και να της δώσει νέα πνοή, διατύπωνε με σαφήνεια την ουσία του σοσιαλιστικού ιδεώδους. Επεσήμαινε μεταξύ άλλων: «Ο σοσιαλισμός είναι μια ανώτερη μορφή οργανώσεως της κοινωνικής ζωής. Εξουδετερώνει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Με κατάλληλες δομές, εξασφαλίζει την πλήρη ανάπτυξη της προσωπικότητας και την καταξίωση του ανθρώπου, με τη συνεχώς αυξανόμενη αγωγή του λαού, με την ανάπτυξη της κουλτούρας, με την αναζήτηση νέων αξιών, με τη διαρκή παιδεία των εργαζομένων. Δημιουργώντας ανώτερη παραγωγικότητα, εξασφαλίζει ευνοϊκές συνθήκες για ανώτερα επίπεδα υλικής, πνευματικής, πολιτιστικής και ΗΘΙΚΗΣ αναπτύξεως όλων των ανθρώπων…». Δυστυχώς, οι νεότεροι δεν άκουσαν ούτε κατανόησαν τα σοφά του λόγια. Έγινε, όμως, και κάτι χειρότερο: Η λεγόμενη «Αριστερά» του εξωμότη Τσίπρα υιοθέτησε και εφαρμόζει κατά των πολιτών το «ευρωπαϊκό ιδιώνυμο». Αυτομάτως, έτσι, ακυρώνει την ιδεολογική ταμπέλα που σφετερίζεται.
Και τώρα τι γίνεται; Οι υπέρμαχοι του καπιταλιστικού «ευρωπαϊσμού» θα πανηγυρίσουν, υπενθυμίζοντας την «κατάρρευση» του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Το πώς και γιατί συνέβη αυτό αποτελεί θέμα μεγάλης ιστορικής έρευνας. Όπως και το φαινόμενο της απίστευτης συρρίκνωσης μεγάλων κομμουνιστικών κομμάτων, π.χ. της Γαλλίας και της Ιταλίας. Κι όμως, οι «ευρωπαϊστές» θα έπρεπε, αντί να πανηγυρίζουν, να απολογούνται διότι κατάφεραν με την «ευρωπαϊκή προοπτική» να μας γυρίσουν σε εργασιακό Μεσαίωνα. Έφεραν τους εργαζομένους πίσω στην τσαρική εποχή. Και αποκρύπτουν το γεγονός ότι το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα αρέσκεται περιοδικά να επιδίδεται σε μαζική καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων της ανθρωπότητας. Τα κομμουνιστικά καθεστώτα μπορεί να είχαν μεγάλες αδυναμίες, όμως είχαν εξασφαλίσει στους πολίτες αυτά που εμείς χάσαμε σήμερα: Εργασία για όλους, στέγη, παιδεία, υγεία, αξιοπρεπείς συντάξεις. Είχα επισκεφθεί κομμουνιστικές χώρες. Ο παράδεισος, βεβαίως, υπάρχει μόνο στον ουρανό, και την κόλαση δεν τη βρήκα στις χώρες του «ανατολικού» συνασπισμού. Πολίτες σήμερα εκείνων των χωρών νοσταλγούν τις κοινωνικές και εργασιακές κατακτήσεις τού «τότε».
Στους χαλεπούς καιρούς μας, που αναζητούμε τον τρόπο με τον οποίο θα σπάσουμε τις αλυσίδες του καπιταλισμού της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, ο «Οχτώβρης» εκείνο που μπορεί να μας προσφέρει είναι αυτό που εύστοχα είχε διατυπώσει σε ανύποπτο χρόνο ο ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος ΕΛΔ, ο Ηλίας Τσιριμώκος: «Η Οκτωβριανή Επανάσταση δεν παρέχει πρότυπο για αντιγραφή, αλλά αποτελεί την πηγή του επαναστατικού πνεύματος, από το οποίο πρέπει να ποτισθούμε για να είμαστε σε θέση –απορρίπτοντας κάθε ιδέα συνθηκολόγησης με τον καπιταλισμό– να αντιμετωπίσουμε κάθε μορφή πάλης που ο καπιταλισμός θα μας επιβάλει…». Ακριβώς αυτό το σύνθημα έχουμε ανάγκη σήμερα: Καμία συνθηκολόγηση με τον καπιταλισμό. Και για να κλείσουμε με μια νότα αισιοδοξίας, ας θυμηθούμε την πεποίθηση του Τάσου Βουρνά: «Ο σοσιαλισμός, είτε έτσι είτε αλλιώς, θα ισορροπήσει στο άμεσο μέλλον και θα δημιουργήσει τον δικό του περιβάλλοντα χώρο…».